Tην περασμένη εβδομάδα έγινε μια συνάντηση για το νέο συνταξιοδοτικό σχέδιο στον δημόσιο και ευρύτερο δημόσιο τομέα, το οποίο τέθηκε σε εφαρμογή από την 1η Ιανουαρίου του 2023. Στη συνάντηση συμμετείχαν και οι συνδικαλιστικές οργανώσεις. Αυτό, όχι μόνο δεν είναι αρνητικό, αλλά είναι και επιθυμητό και επιβεβλημένο. Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις οφείλουν να συμμετάσχουν και να πιέζουν για τη δημιουργία ενός αποτελεσματικού συνταξιοδοτικού θεσμικού πλαισίου.
Το αποθεματικό του ταμείου ανέρχεται στα 320 εκατ. ευρώ και σύντομα θα ξεπεράσει το ένα δισ. ευρώ. Η επένδυση των κεφαλαίων του αποκλειστικά σε κυπριακά κρατικά ομόλογα δεν αποτελεί συνετή επενδυτική πολιτική. Ας μην ξεχνάμε τι είχε γίνει το 2013 στην Κύπρο και λίγο πριν στην Ελλάδα. Ο κίνδυνος δεν προέρχεται μόνο από το ότι βάζουμε όλα τα αβγά μας σε ένα καλάθι. Η πρακτική αυτή, μεταξύ άλλων, μπορεί να ενθαρρύνει τη δημοσιονομική απειθαρχία, να στερήσει κεφάλαια από την υπόλοιπη οικονομία και να περιορίσει τα εισοδήματα του ίδιου του ταμείου και κατ’ επέκταση τα ωφελήματα των μελών του. Σκεφτείτε τον παραλογισμό της συνέχισης αυτής της πρακτικής. Κρίθηκε ορθή η σύσταση ξεχωριστού από την κυβέρνηση ταμείου, αλλά το ταμείο να τα δανείζει πίσω όλα τα ποσά στην κυβέρνηση.
Προτού όμως αρχίσουν οι επενδύσεις και με δεδομένο το πρόσφατο ιστορικό αριθμού καταστροφικών αποφάσεων και πρακτικών από μεγάλα ταμεία, όπως της AHK, ETYK, των δικηγόρων και των οικοδόμων, είναι επιβεβλημένο όπως υιοθετηθούν, (1) ένα θεσμικό πλαίσιο που θα καταγράφει τους κανόνες για την ορθολογιστική διαχείριση των ταμείων και (2) ένας αποτελεσματικός εποπτικός μηχανισμός που θα διασφαλίζει την εφαρμογή του θεσμικού πλαισίου.
Εδώ ακριβώς είναι ο ρόλος των συνδικαλιστικών και των εργοδοτικών οργανώσεων και γενικά του συνόλου της κοινωνίας. Να πιέσουν και να βεβαιωθούν για τα πιο πάνω, πριν αρχίσουν οι επενδύσεις.
Η ανησυχία όμως είναι πως με το επιχείρημα «τα λεφτά ανήκουν στους εργαζομένους» να εγερθεί η απαίτηση συμμετοχής των πιο πάνω είτε στην εποπτεία είτε στη διαχείριση, είτε – χειρότερα – και στα δύο. Για το τελευταίο, ελπίζω, δεν χρειάζεται καν να εξηγηθεί γιατί είναι παράλογο να εποπτεύει κάποιος τον εαυτό του. Για τα άλλα υπάρχει ένας άλλος μεγάλος αριθμός επιχειρημάτων, όπως δεν είναι ο θεσμικός τους ρόλος, δεν έχουν την τεχνογνωσία και τους πόρους, δεν έχουν τον αναγκαίο βαθμό ανεξαρτησίας και αρκετά άλλα.
Τονίζω πως δεν είναι υπάρχει πρόβλημα να ενδιαφέρονται και να πιέζουν για τους πιο πάνω στόχους. Πρόβλημα υπάρχει αν απαιτήσουν να συμμετάσχουν στην άσκηση των μηχανισμών.
Από τη στιγμή που ένα ευρώ κατατίθεται σε έναν λογαριασμό προς όφελος του υπαλλήλου, αυτό αποτελεί περιουσιακό στοιχείου του ιδίου και φεύγει από την αρμοδιότητα της συνδικαλιστικής ή της εργοδοτικής οργάνωσης. Η σχέση από εργασιακή μετατρέπεται σε προσωπική - επενδυτική. Όπως λοιπόν από τη στιγμή που ο μισθός κατατίθεται σε μια τράπεζα παύει να αποτελεί εργασιακό θέμα και αναλαμβάνουν άλλοι θεσμοί τη ρύθμιση και εποπτεία, έτσι θα πρέπει να γίνει και με τα συνταξιοδοτικά ταμεία. Οτιδήποτε άλλο, μόνο προβλήματα θα προκαλέσει και μάλιστα εις βάρος των μελών των ταμείων.