Στο τηλεοπτικό πρόγραμμα «Αιχμές» της 9ης Μαΐου, ο ευρωβουλευτής του ΕΛΑΜ, Γεάδης Γεάδη, δήλωσε ότι ο στόχος του κόμματος είναι να μετατρέψει το δικοινοτικό κράτος της Κύπρου σε εθνικό ούτως ώστε οι Τουρκοκύπριοι να αποτελούν μια μειονότητα κι όχι κοινότητα, όπως προνοεί το Σύνταγμα του 1960. Αυτή η στάση του ΕΛΑΜ, δηλαδή το κυνήγι ενός ανέφικτου στόχου, αποτελεί την επιτομή της τραγικής μας κατάστασης σήμερα. Η Ιστορία της Κύπρου, η οποία διαστρεβλώνεται από τα σχολεία και τα ΜΜΕ, μας διδάσκει ότι η επιδίωξη ενός ανέφικτου στόχου οδηγεί τελικά σε εθνική τραγωδία.
Η πολιτική είναι θέμα πραγματισμού κι όχι ιδεαλισμού. Είναι η «τέχνη του εφικτού». Η πολιτική είναι θέμα δημιουργίας εφικτών στόχων και εφαρμογής τους στον πραγματικό κόσμο. Συνδέεται με τον Γερμανό πολιτικό του 19ου αιώνα Ότο φον Μπίσμαρκ (Otto von Bismarck), ο οποίος ήταν ο αρχιτέκτονας της επανένωσης της Γερμανίας. Ο Μπίσμαρκ όρισε την πολιτική ως «τέχνη του εφικτού, τoυ κατορθωτού -η τέχνη του αμέσως καλύτερου». Αν και η πολιτική δεν είναι ακριβής επιστήμη, αυτή η «τέχνη του εφικτού» επιτρέπει την πρόβλεψη, η οποία είναι απαραίτητη, διότι κάθε πράξη πρέπει να προβλέπει τις συνέπειές της. Είναι κάτι που οι δικοί μας πολιτικοί δεν ελάμβαναν υπόψη. Ο ρόλος του πολιτικού -με την ευγενέστερη έννοια του όρου- είναι να σπέρνει στο παρόν τους σπόρους του μέλλοντος, που θέλει να δει να πραγματοποιείται αλλά πρέπει πάντα να γνωρίζει ότι αυτοί δεν αποδίδουν απαραίτητα τους επιθυμητούς καρπούς και επομένως να είναι ικανός να αμφισβητεί συνεχώς τις βεβαιότητές του. Αν δεν το κάνει αυτό οδηγεί συχνά στην άρνηση να δει την πραγματικότητα. Η άρνηση ή η ανικανότητα να δούμε ότι η ένωση ήταν ένας μαξιμαλιστικός, ανέφικτος στόχος προκάλεσε την καταστροφή μας το 1974.
Για να διαπιστώσουμε την πλήρη άγνοια του ορισμού της πολιτικής από την ηγεσία της Κύπρου, ας ρίξουμε μια ματιά στο πολιτικό σκηνικό τον μισό αιώνα πριν την καταστροφή του 1974. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία εκχώρησε την Κύπρο στη Βρετανική Αυτοκρατορία το 1878. Οι Άγγλοι τότε διέπραξαν ένα λάθος που έμελλε να ήταν μοιραίο για όλους τους Κυπρίους: αναγνώρισαν ως πολιτική ηγεσία των Ε/Κ την Εκκλησία της Κύπρου και έτσι το πολιτικό σύστημα που υπήρχε μέχρι την καταστροφή του 1974 ήταν παπαδοκρατικό. Ξεφεύγοντας λίγο από το κύριο θέμα, μπορεί η παπαδοκρατία να υπέστη ένα τρομερό πλήγμα το 1960 με την ανακήρυξη της ΚΔ ως ανεξάρτητου κράτους και τον θάνατο του Μακαρίου το 1978 αλλά τα παπαδοκρατικά κύτταρα είναι ακόμα διασκορπισμένα σε όλο το σώμα της ΚΔ.
Οι παπάδες της Κύπρου μπορεί να ήταν εξαιρετικοί εισπράκτορες φόρων επί Τουρκοκρατίας αλλά επί Αγγλοκρατίας αποδείχθηκαν εντελώς ανίδεοι από πολιτική. Τους ανετέθη ένα έργο για το οποίο δεν είχαν την παραμικρή κατάρτιση. Ενοχλημένοι από το γεγονός ότι οι κοσμικοί Άγγλοι τούς μετέτρεψαν από φορομπήχτες σε φορολογούμενους, δεν ήθελαν τη συνεργασία με τον εκάστοτε κυβερνήτη. Εν ολίγοις, απεχθάνονταν το κοσμικό περιβάλλον που προωθούσαν οι Άγγλοι αποικιοκράτες. Αν η Κύπρος ενωνόταν με την Ελλάδα, σαφώς η θέση της Εκκλησίας από οικονομικής άποψης θα ήταν καλύτερη. Από τις αρχές του 20ού αιώνα άρχισε η προώθηση της Ένωσης. Ο ανώτερος κλήρος αποτελούσε την «Εθναρχία» και έτσι ο λόγος των ιεραρχών ενστάλαζε στην κυπριακή κοινωνία. Τα συνθήματα «Ένωσις και μόνο Ένωσις», «Ένωσις ή θάνατος» ήταν γραμμένα παντού -στα σχολεία, στα σωματεία, σε τοίχους μισοκτισμένων κτηρίων. Όλος ο ε/κ λαός ήταν υπέρ της Ένωσης λόγω κυρίως της κατήχησης της Εκκλησίας. Η τελευταία συμμετείχε στα Οκτωβριανά, οργάνωσε το λεγόμενο δημοψήφισμα για την Ένωση, ίδρυσε την ΕΟΚΑ την οποίαν επίσης χρηματοδοτούσε.
Η «Εθναρχία» δεν αντιλήφθηκε καθόλου ότι η Ένωση ήταν ένας ανέφικτος στόχος. Δεν αντιλήφθηκε ότι μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου η διάλυση όλων των αυτοκρατοριών (όχι μόνο της Βρετανίας) ήταν θέμα ολίγων χρόνων και ότι η λύση ανεξαρτησίας θα ήταν προς το συμφέρον του ελληνισμού γενικά. Δεν αντιλήφθηκε ότι καμιά χώρα, ακόμα και η Ελλάδα, δεν ήταν υπέρ της Ένωσης. Γενικά ήταν τελείως άσχετη με την πολιτική και δεν γνώριζε βέβαια τον ορισμό της ως «η τέχνη του εφικτού». Και το τρισχειρότερο: δεν υπολόγιζαν καθόλου τις συνέπειες της αποτυχίας της πολιτικής τους. Ο ένοπλος αγώνας της ΕΟΚΑ κατέληξε σε μια στρατιωτική και πολιτική ήττα: μπήκε μια βαρειά ταφόπλακα στην Ένωση και η Κύπρος από αποικία μετατράπηκε σε προτεκτοράτο τριών χωρών με τις γνωστές συνέπειες. Όμως ο ενωτικός αγώνας δεν σταμάτησε! Αλλά -ω του θαύματος!- ο Μακάριος τον Γενάρη του 1968 ανακοίνωσε στον κυπριακό λαό -επηρεασμένος ίσως από τον Μπίσμαρκ- ότι η Ένωση ήταν μεν ευκταία, πλην όμως ανέφικτη λύση. «Επιτέλους», ανέπνευσε μια μεγάλη μερίδα του κυπριακού λαού -ήταν όντως μια όαση εν μέσω της Σαχάρας του ενωτικού παραληρήματος. Ο δρόμος άνοιγε -έτσι νομίσαμε τότε- για μια λύση του Κυπριακού. Φευ! Η κουλτούρα της Ένωσης που καλλιέργησε με τόση επιμέλεια η Εκκλησία ήταν τόσο βαθιά ριζωμένη που έσβηνε κάθε αμφισβήτηση, κάθε εξυπνάδα, κάθε κοινή λογική και κάθε κριτική σκέψη. Νομοτελειακά, ο Μακάριος δεν φάνηκε συνεπής στον στόχο του ενώ ακόμα και οι ίδιοι οι υπουργοί του συνέχιζαν να κάνουν ομιλίες υπέρ της ΄Ενωσης. Τελικά η πολυποθούμενη Ένωση επιτεύχθηκε στις 15 Ιουλίου 1974. Για λίγες μέρες μας διοικούσε το «εθνικό κέντρο». Όμως το τίμημα της πραξικοπηματικής ένωσης ήταν το χάσιμο της μισής μας πατρίδας.
Το ΕΛΑΜ στοχεύει ως λύση το ενιαίο κράτος όπου οι Τ/Κ θα είναι μια μειονότητα. Ο πολιτικός που πιστεύει ότι αυτός ο στόχος είναι εφικτός, τότε, δύο τινά μπορεί να συμβαίνουν: είτε έχει μειωμένη πνευματική διαύγεια είτε είναι τσαρλατάνος πολιτικός. Και αν αυτός ο στόχος καταστεί δημοφιλής, χάσαμε και την υπόλοιπη Κύπρο. Δεν θα λέμε πλέον για τις διαχρονικές παραξενιές της Κύπρου «This is Cyprus» αλλά «This was Cyprus». Επαναλαμβάνω: Η πολιτική είναι θέμα πραγματισμού κι όχι ιδεαλισμού. Αν είχαμε λυτρωθεί από τις μυθικές παρωπίδες και τις ιδεαλιστικές πομφόλυγες δεν θα φθάναμε ποτέ στη σημερινή τραγική κατάσταση.
*Οικονομολόγος, κοινωνικός επιστήμονας