Αναμφίβολα τα πλείστα κυπριακά νοικοκυριά σήμερα αντιμετωπίζουν οικονομικές δυσκολίες και λιγοστά ζουν με ανέσεις. Η οικονομική κατάσταση δεν θυμίζει με τίποτα τα χρόνια των «χρυσών αγελάδων» και μπορεί οι μισθοί να αυξάνονται αλλά τέσσερις στους δέκα εργαζομένους λαμβάνουν μισθό μέχρι €1.500 ακάθαρτα που δεν φθάνει για να ικανοποιήσουν τις αυξανόμενες ανάγκες στέγασης και επιβίωσης.
Οι μέσες ακαθάριστες μηνιαίες απολαβές των υπαλλήλων για το έτος 2024, σύμφωνα με προκαταρκτικά στοιχεία της Στατιστικής Υπηρεσίας, εκτιμώνται στα €2.487 σε σύγκριση με €2.363 το 2023, δηλαδή παρατηρείται αύξηση 5,3% σε σχέση με το προηγούμενο έτος. Για το 2023 η αντίστοιχη αύξηση ήταν 7,3%.
Ωστόσο, στα στοιχεία περιλαμβάνονται και επαγγέλματα στα οποία εργοδοτούνται ως επί το πλείστον ξένοι λόγω και της καθόδου αρκετών ξένων εταιρειών στη χώρα τα τελευταία χρόνια, ανεβάζοντας το συνολικό επίπεδο μισθών.
Σύμφωνα με τα στατιστικά δεδομένα που ανέλυσε ο «Π», μέχρι €1.500 ακάθαρτα λαμβάνει το 38% των εργαζομένων έναντι 42% το 2023.
Μεταξύ €1.500 και €2.000 λαμβάνει το 19% των εργαζομένων από 18% το 2023.
Πάνω από €3.000 λαμβάνουν δύο στους δέκα εργαζομένους ενώ 8,6% πάνω από €5.000 έναντι 7,7% το 2023. Πάνω από €6 χιλ. λαμβάνει το 5,3% των εργαζομένων έναντι 4,6% το 2023.
Σημειώνεται ότι περίπου λίγο πιο κάτω από το 60% των μισθωτών παραμένουν κάτω από το φορολογητέο εισόδημα.
Με βάση τα αποτελέσματα της Έρευνας Εργατικού Δυναμικού για το τέταρτο τρίμηνο του 2024 που ανακοινώθηκαν στις 27 Φεβρουαρίου 2025, ο αριθμός των απασχολουμένων ήταν 490.332 άτομα από 479.328 τέλος του τέταρτου τριμήνου του 2023.
Στις ηλικίες 20-64 το ποσοστό απασχόλησης ήταν 79,9% από 79% τέλος του τέταρτου τριμήνου του 2023.
Απολαβές Κυπρίων και ξένων
Σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία, οι μέσες ακαθάριστες μηνιαίες απολαβές των Κύπριων για το 2023 ήταν €2.377 και των μη-Κύπριων €2.334 . Η ετήσια μεταβολή στις μέσες ακαθάριστες μηνιαίες απολαβές για τους Κύπριους υπαλλήλους ήταν 5,7% και για τους μη-Κύπριους υπαλλήλους ήταν 10,9%.
Οι διάμεσες ακαθάριστες μηνιαίες απολαβές για τους Κύπριους υπαλλήλους ήταν €1.938 και για τους μη-Κύπριους υπαλλήλους ήταν €1.463.
Οι μη-Κύπριοι υπάλληλοι συγκεντρώνουν μεγαλύτερα ποσοστά υπαλλήλων, σε σχέση με τους Κύπριους, στις ομάδες με τις χαμηλότερες (<€1.500) και τις ψηλότερες (>=€6.000) απολαβές. Αυτό, σύμφωνα με την Στατιστική Υπηρεσία, εξηγεί τη διαφορά που παρατηρείται μεταξύ των μέσων και των διάμεσων ακαθάριστων μηνιαίων απολαβών των μη-Κύπριων.
Οι μέσες ακαθάριστες μηνιαίες απολαβές των Κύπριων κατά κλάδο οικονομικής δραστηριότητας για το 2023, κυμαίνονται μεταξύ €1.591 στον τομέα της Γεωργίας, Δασοκομίας και Αλιείας και €3.758 στον τομέα των Χρηματοπιστωτικών και Ασφαλιστικών Δραστηριοτήτων.
Οι μέσες ακαθάριστες μηνιαίες απολαβές των μη-Κύπριων κυμαίνονται μεταξύ €639 στον τομέα της Γεωργίας, Δασοκομίας και Αλιείας και €6.255 στον τομέα των Χρηματοπιστωτικών και Ασφαλιστικών Δραστηριοτήτων.
Το 75% δεν είναι ικανοποιημένο με τους μισθούς
Σύμφωνα με τα ευρήματα πρόσφατης έρευνας που διεξήγαγε ο Οργανισμός IMR/University of Nicosia για λογαριασμό της ΣΕΚ, το 75% των εργαζομένων δηλώνει ότι δεν είναι ικανοποιημένο από τον μισθό του, καθώς δεν ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις της αγοράς, ενώ το 62% των εργαζομένων ομολογεί ότι αντιμετωπίζει δυσκολία να ανταποκριθεί στις οικονομικές του υποχρεώσεις. Μόλις το 7% δηλώνει πως ζει άνετα με βάση τα εισοδήματα που λαμβάνει.
Επιπρόσθετα, το 70% των εργαζομένων δηλώνει ανασφάλεια λόγω της οικονομικής του κατάστασης, με αδυναμία στην αποταμίευση ή στην κάλυψη απρόβλεπτων δαπανών, ενώ η πλειοψηφία των εργαζομένων λαμβάνει χαμηλότερο καθαρό μισθό από τον μέσο όρο.
Παρά το γεγονός ότι αναγνωρίζεται η ονομαστική βελτίωση του επιπέδου των μισθών, εντούτοις επιβεβαιώνεται η μείωση της αγοραστικής τους δύναμης, δημιουργώντας επαναλαμβανόμενες δυσκολίες ή και αδυναμίες στην κάλυψη βασικών αναγκών (στέγαση, άλλες βασικές ανάγκες, εκπαίδευση, διακοπές), με αποτέλεσμα το 61% των εργαζομένων να μην απολαμβάνει καλή ποιότητα ζωής.
Ανησυχητικό, σύμφωνα με την έρευνα, είναι επίσης το γεγονός ότι το 23% των εργαζομένων δυσκολεύεται κάθε μήνα να πραγματοποιήσει αγορές σε είδη πρώτης ανάγκης, με αποτέλεσμα να χρειάζεται να δανείζεται για να καλύψει τις οικονομικές του υποχρεώσεις.
Δυσκολίες.. λόγω και δόσεων
Ο αλόγιστος δανεισμός των προηγούμενων ετών σε συνδυασμό με εξωγενείς παράγοντες, όπως η υγειονομική και ενεργειακή κρίση, έχουν διαβρώσει τα εισοδήματα και δεκάδες νοικοκυριά αγωνίζονται να ανταπεξέλθουν οικονομικά στις δόσεις τους.
Σύμφωνα με στοιχεία της Κεντρικής Τράπεζας, το χρέος των νοικοκυριών ανήλθε στο τέλος Δεκεμβρίου 2024 στα €19,9 δισ., με τον σχετικό δείκτη χρέους να βρίσκεται στο 59% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ), παρουσιάζοντας οριακή μείωση σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο, εν μέρει λόγω και της αύξησης του ΑΕΠ.
Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια των νοικοκυριών ανέρχονται στα €827 εκατ. με βάση τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία μέχρι τέλος Φεβρουαρίου 2025 από €830 εκατ. τέλος του 2024 και €1,1 δισ. τέλος του 2023. Τέλος του 2017, τα ΜΕΔ των νοικοκυριών έφθαναν τα €11 δισ.
Τι μπορεί να γίνει
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, τα νοικοκυριά καλούνται να διαχειριστούν τα οικονομικά τους προκειμένου να είναι σε θέση να αντέχουν στις δυσκολίες.
Μιλώντας πρόσφατα στο podcast «Ματιά στην Οικονομία», ο καθηγητής Χρηματοοικονομικών στο ΤΕΠΑΚ, Παναγιώτης Ανδρέου, επεσήμανε την ανάγκη για σωστό οικονομικό προγραμματισμό, ώστε οι πολίτες να έχουν εικόνα του πού και πώς ξοδεύονται τα χρήματά τους. Παράλληλα, υπογράμμισε τη σημασία της αποταμίευσης μέρους του μισθού και της δημιουργίας ενός οικονομικού «μαξιλαριού» για την κάλυψη απρόβλεπτων αναγκών.
«Υπάρχει ακρίβεια την οποία έχουμε βιώσει τα τελευταία τρία με τέσσερα χρόνια ως αποτέλεσμα του COVID και άλλων γεωστρατηγικών εξελίξεων που έχουν συμβεί στην περιοχή», ανέφερε, προσθέτοντας ότι «ο κόσμος δυσκολεύεται οικονομικά καθώς υπάρχουν σταθερά εισοδήματα με αυξημένο κόστος που σημαίνει ότι η αγοραστική μας δύναμη έχει μειωθεί».
«Ένα καλό πρώτο βήμα που μπορεί να κάνει κάποιος, που δυστυχώς δεν το κάνουμε στην Κύπρο», συνέστησε, «είναι ο οικονομικός προσωπικός προϋπολογισμός και να γνωρίζουμε καλά πόσα έρχονται μέσα και ειδικότερα να ξέρουμε αυτά που βγαίνουν πού πηγαίνουν και πριν να δούμε πόσα βγαίνουν να κάνουμε και ένα σωστό κουμάντο ώστε να αποταμιεύουμε πριν να ξοδέψουμε».
«Αρκετοί συμπατριώτες μας», συμπλήρωσε, «δεν έχουν ένα ξεκάθαρο πλάνο το οποίο να περιλαμβάνει το τι γίνεται στον επόμενο μήνα, αλλά ταυτόχρονα να γνωρίζουν και τον τρόπο με τον οποίο θα καλύψουν βασικές ανάγκες για τα επόμενα 2-3 χρόνια».
Από τις στατιστικές έρευνες, πρόσθεσε, οι Κύπριοι δεν φαίνεται να βάζουν μακροπρόθεσμους οικονομικούς στόχους.
Παράλληλα, υπέδειξε, πρέπει να ξεχωρίσουμε τις ανάγκες μας από τις επιθυμίες μας, να τιθασεύουμε τις επιθυμίες μας ειδικότερα σε μια εποχή που βομβαρδιζόμαστε από διαφημίσεις που μας σπρώχνουν να κάνουμε αυθόρμητες αγορές.
Η αποταμίευση πρέπει να προηγείται όλων των εξόδων που θα κάνουμε, συμβουλεύει. «Πρέπει να πειθαρχούμε στο να υλοποιούμε μια σωστή οικονομική διαχείριση», σημείωσε χαρακτηριστικά.
Παράλληλα, ο κ. Ανδρέου παρατήρησε ότι θα πρέπει να καταβληθούν προσπάθειες για αποταμίευση προκειμένου να καλυφθούν έκτακτες οικονομικές ανάγκες, δημιουργώντας ένα μαξιλαράκι ασφαλείας.
«Έχουμε και λανθασμένη στάση απέναντι στο χρήμα. Αρκετοί Κύπριοι νιώθουν ικανοποίηση από το να ξοδεύουν τα χρήματα παρά να τα χρησιμοποιούν για να εξυπηρετήσουν μελλοντικές ανάγκες», υποστήριξε ο καθηγητής Χρηματοοικονομικών.
Την ίδια ώρα, ανέφερε ότι και οι τράπεζες πρέπει να προχωρήσουν σε περισσότερες δράσεις σε θέματα χρηματοοικονομικού αλφαβητισμού.
Σύμφωνα με τα στατιστικά δεδομένα, υπέδειξε, επτά στους δέκα Κύπριους δεν παρακολουθούν σε συστηματική βάση τα οικονομικά τους.
«Δεν πρέπει να αγνοούμε την οικονομική μας υγεία, καθώς αυτή επηρεάζει άμεσα και τη συνολική μας ψυχολογική και σωματική ευεξία», δήλωσε χαρακτηριστικά.