Ίσως είναι από τις λίγες φορές που η στερεότυπη φράση, «αφήνει δυσαναπλήρωτο κενό» αποτελεί κυριολεξία. Ο Αντώνης Φανιέρος που απέκτησε τον τίτλο του «επιχειρηματία», έζησε μια ζωή συνεχούς τριβής με το νόμο, τον οποίο όπως λένε όσοι γνωρίζουν πρόσωπα και πράγματα, επέβαλε στα δικά του μέτρα στην επαρχία Λάρνακας. Ο θάνατός του ενδέχεται να φέρει ανατροπές σε ισορροπίες τρόμου, καθώς οι δραστηριότητες του θα επιχειρηθεί να αναληφθούν από άλλους.
Ποδοσφαιριστής
O Αντώνης ήταν γρήγορος και έτσι το «Φανιέρος» επικράτησε του επωνύμου Χαραλάμπους. Παράτησε το σχολείο στη Ε’ Δημοτικού και άρχισε να εργάζεται ως μαθητευόμενος χτίστης. Παράλληλα στα εφηβικά του χρόνια έπαιζε ποδόσφαιρο ως τερματοφύλακας στον «Ερμή Αραδίππου» και αργότερα και σε άλλες ομάδες της Λάρνακας. Η συνάντησή του με τον νόμο, από αντίθετες κατευθύνσεις, δεν είχε συμβεί ακόμα όταν έβλεπε το επαγγελματικό του μέλλον μέσα από το εμπόριο κρεάτων. Τα πήγαινε καλά ως ζωέμπορος και λόγω του ταλέντου να δημιουργεί σχέσεις με ανθρώπους, άρχισε να δημιουργεί ένα μεγάλο κύκλο ανθρώπων στη Λάρνακα.
Ένοπλος
Όταν υπηρετούσε τη θητεία του στην ΕΦ λίγα χρόνια μετά την ανεξαρτησία, είχε πυροβολήσει και τραυματίσει στην Κερύνεια έναν Τούρκο και όπως ο ίδιος υποστήριζε, τον κάλεσε ο Γρίβας στο ΓΕΕΦ και τον «επέπληξε» γιατί τον τραυμάτισε και δεν τον σκότωσε. Την περίοδο της δράσης της ΕΟΚΑ Β’ δημιούργησε επαφές με τις ομάδες Λυσσαρίδη, ενώ γνωρίστηκε και με τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο, του οποίου υπήρξε φανατικός υποστηρικτής. Μάλιστα είχε δημιουργήσει ένοπλη ομάδα η οποία προστάτευε τον Αρχιεπίσκοπο σε διάφορες μετακινήσεις. Ο ίδιος ο Αντώνης Φανιέρος είχε νόμιμη άδεια οπλοφορίας και μετά τον θάνατο του Μακάριου το 1977 παρέδωσε το όπλο του στον τότε επικεφαλής της ΚΥΠ.
Λέσχη και τζόγος
Ο Αντώνης Φανιέρος τη δεκαετία του ΄80 ασχολήθηκε με τις επιχειρήσεις δημιουργώντας εστιατόριο και στη συνέχεια τη λέσχη - καφενείο που ήταν και το στρατηγείο των δραστηριοτήτων του. Ήταν η εποχή που άρχισε να έχει τριβές με το νόμο, οι οποίες ήταν συνεχείς. Δύο φορές βρέθηκε στη Φυλακή για υποθέσεις απάτης, ενώ ο ίδιος υποστήριζε πάντοτε ότι ήταν θύμα κάποιων που συνεργάζονταν με την αστυνομία για να τον ενοχοποιήσουν. Ωστόσο την ίδια στιγμή ο Φανιέρος διατηρούσε σχέσεις με αρκετούς αστυνομικούς, κάτι που δημιούργησε υποψίες για συγκάλυψη παράνομων δραστηριοτήτων του, κυρίως στον τομέα του παράνομου τζόγου. Είναι αξιοσημείωτο ότι πολλές επιχειρήσεις της αστυνομίας σε χώρους που ελέγχονταν από τον Αντώνη Φανιέρο, κατέληγαν σε φιάσκο, αφού όλα έδειχναν πως είχε προηγηθεί ενημέρωση από κάποιους αστυνομικούς.
Ιστορία με αίμα
Ο Αντώνης Φανιέρος, τον Μάιο του 1997, ενώ βρισκόταν στη λέσχη του μαζί με τον τότε βουλευτή του ΑΚΕΛ Κίκη Γιάγκου, έγινε στόχος δολοφονικής επίθεσης. Μία από τις 30 σφαίρες που έριξαν οι δράστες εναντίον του τον χτύπησε στον λαιμό, προκαλώντας του σοβαρή βλάβη στις φωνητικές χορδές, κάτι που τον εξυπηρέτησε στη συνέχεια όσο ήταν κατάδικος, αφού μπόρεσε να εκτίσει την ποινή του στο Μακάρειο Νοσοκομείο και να πάει και στον Καναδά για θεραπεία με άδεια που του δόθηκε. Το έφερε βαρέως που ο φίλος του Κίκης Γιάγκου, όταν έγινε η απόπειρα, τον εγκατέλειψε και τον άφησε αβοήθητο στη λέσχη. Ο ίδιος ο Φανιέρος επιχείρησε να κυνηγήσει τους δράστες αλλά λιποθύμησε και μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο. Όπως αποκάλυψε ο Τάσος Συμιλλίδης, ήταν αυτός που οδηγούσε τη μοτοσυκλέτα έχοντας ως συνεπιβάτη τον Πανίκο Αεροπόρο από το Κολόσσι, ο οποίος ήταν αυτός που πυροβόλησε.
Αιματηρή σχέση
Η σχέση της οικογένειας Φανιέρου με την οικογένεια των Αεροπόρων ήταν αυτή που κυριάρχησε τη δεκαετία του ’90. Ο Χαμπής Αεροπόρος πίστευε πως ο Λούκας Φανιέρος εμπλεκόταν σε απόπειρα δολοφονίας εναντίον του. Αυτός φαίνεται να ήταν και ο λόγος που έγινε η απόπειρα δολοφονίας του Αντώνη Φανιέρου αλλά και του Λούκα. Οι δολοφονίες του Χαμπή και του Άντρου Αεροπόρου έδωσαν τέλος σε αυτή τη σχέση, με τον Αντώνη Φανιέρο να απορρίπτει κατηγορηματικά πως είχε οποιαδήποτε σχέση με αυτές. Αργότερα το όνομα του Αντώνη Φανιέρου ενεπλάκη και σε άλλες σοβαρές υποθέσεις χωρίς ωστόσο να αποδειχθεί κάτι εναντίον του. Ο ίδιος σε κάθε περίπτωση απέδιδε σε κακοήθειες τις φήμες για έλεγχο της νύχτας στη Λάρνακα, με ανθρώπους του που βρίσκονταν πανταχού παρόντες επιβάλλοντας την «τάξη».