Έντονο προβληματισμό και ανησυχία έχουν προκαλέσει τα πρόσφατα περιστατικά παραβατικής συμπεριφοράς που εκδηλώθηκαν σε σχολικές μονάδες κατά τις βραδινές ώρες, με το Υπουργείο Παιδείας, τους Συνδέσμους Εκπαιδευτικών και Γονέων και τους βουλευτές να επιδίδονται σε μία προσπάθεια εξεύρεσης της «συνταγής» που θα συμβάλει στην αντιμετώπιση του φαινομένου. Για τη συζήτηση που βρίσκεται σε εξέλιξη, μίλησε στον «Π» η κοινωνική λειτουργός, Κούλλα Ερωτοκρίτου, η οποία μίλησε για τη νεανική παραβατικότητα, τους παράγοντες που επηρεάζουν τους νέους, τους μηχανισμούς που πρέπει να αναπτύξουν τα σχολεία, αλλά και την ανάγκη για εισαγωγή του επαγγέλματος του κοινωνικού λειτουργού στις σχολικές μονάδες.
Πολυδιάστατο πρόβλημα
Ως «πολυδιάστατο» χαρακτήρισε το πρόβλημα της νεανικής παραβατικότητας η κ. Ερωτοκρίτου η οποία εξήγησε πως αυτές οι συμπεριφορές μπορεί να οφείλονται σε διάφορους παράγοντες.
«Μπορεί να οφείλονται σε δυσκολίες του σπιτιού, σε ατομικά προβλήματα, στις πιέσεις που μπορεί να δέχεται το άτομο από το σχολείο, το περιβάλλον και τον περίγυρο του», επεσήμανε η ίδια εξηγώντας επίσης πως εάν δεν γίνει σύνθετη διαχείριση των διάφορων ζητημάτων, δεν μπορεί να βοηθηθεί πραγματικά.
Σύμφωνα με την ίδια, όταν ένας νέος εκδηλώνεται μέσω παραβατικών συμπεριφορών, στην ουσία φωνάζει πως «έχει πρόβλημα και χρειάζεται βοήθεια».
Η περίοδος του εγκλεισμού και του περιορισμού στο σπίτι, εξαιτίας του κορωνοϊού, αποτελεί άλλον έναν παράγοντα που είναι πιθανό να διαδραμάτισε κάποιο ρόλο στην έξαρση του φαινομένου της παραβατικής συμπεριφοράς στους σχολικούς χώρους.
«Όπως έχει διαφανεί και μέσα από διάφορες έρευνες, την περίοδο του κορωνοϊού είχαμε αύξηση στα περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας. Αυτό σίγουρα έχει επιπτώσεις στα παιδιά, τα οποία επιλέγουν να εκφράσουν τα αρνητικά συναισθήματά τους στο περιβάλλον που περνούν τις περισσότερες ώρες, δηλαδή στο σχολείο», επεσήμανε.
Λύσεις πυρόσβεσης
Τα πρόσφατα περιστατικά εμπρησμών και καταστροφών σε σχολεία που καταγράφηκαν τόσο κατά τη διάρκεια των εορτών του Πάσχα όσο και τις μέρες που ακολούθησαν, επανέφεραν στο προσκήνιο το κεφάλαιο εγκατάσταση καμερών, κιγκλιδωμάτων και φρουρών στα σχολεία.
Συγκεκριμένα, σε ό,τι αφορά τις κάμερες, η επίτροπος Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων, αναμένει τις τελικές διευκρινίσεις από πλευράς του Υπουργείου Παιδείας, προκειμένου να ανάψει το πράσινο φως για την εγκατάστασή τους - υπό προϋποθέσεις.
Είναι ωστόσο τα μέτρα αυτά ικανά για να αντιμετωπίσουν ουσιαστικά το πρόβλημα;
Η απάντηση για την κ. Ερωτοκρίτου, είναι όχι. «Δεν είναι μέτρα που μπορούν να αντιμετωπίσουν ριζικά το πρόβλημα. Είναι έκτακτα μέτρα», δηλώνει, υπογραμμίζοντας επίσης πως εάν δεν προκαλούν ζημιές στα σχολεία, θα το κάνουν στους δήμους. «Κάπου θα εκδηλώσουν αυτή την ανάγκη που νιώθουν».
«Βία στα γήπεδα, εμπρησμοί κοινοτήτων, χρήση ναρκωτικών. Μπορούν όλα αυτά να επιλυθούν με τις κάμερες;», διερωτάται η ίδια, εξηγώντας πως οι συμπεριφορές αυτές πηγάζουν από διάφορες συνθήκες που βιώνουν τα άτομα αυτά και χρήζουν βαθύτερης διαχείρισης.
Ανάγκη για μέτρα πρόληψης
Την πιο πάνω άποψη σε σχέση με την αποτελεσματικότητα των κατασταλτικών μέτρων στην αντιμετώπιση του προβλήματος, φαίνεται να ασπάζεται και η ίδια η υπουργός Παιδείας, Αθηνά Μιχαηλίδου, η οποία έχει τονίσει επανειλημμένα στις τοποθετήσεις πως, πέρα από τα κατασταλτικά μέτρα, πρέπει να ληφθούν μέτρα πρόληψης, αρχίζοντας από την προσχολική ηλικία.
«Η λήψη μέτρων πρόληψης είναι πολύ σημαντική. Πρέπει να υπάρχουν τέτοιου είδους μηχανισμοί ούτως ώστε να προλαβαίνουμε παραβατικές συμπεριφορές», όπως επεσήμανε.
Αντιθέτως ωστόσο, σύμφωνα με την ίδια στην Κύπρο ακολουθείται ένα μοντέλο «πυρόσβεσης», αφού «περιμένουμε να εμφανιστούν τα προβλήματα και μετά να τρέξουμε να τα διορθώσουμε».
«Είναι διαφορετικό να εκδηλώνεται ένα πρόβλημα στο δημοτικό, που ακόμη μπορούμε να το χειριστούμε λόγω ηλικίας και είναι διαφορετικό να εκδηλώνεται σε παιδί του γυμνασίου - λυκείου, όπου λόγω της ηλικίας η κατάσταση είναι δυσκολότερη», όπως εξήγησε.
Ένταξη των κοινωνικών λειτουργών
Στο πλαίσιο των μέτρων πρόληψης που πρέπει να εφαρμοστούν, η Κούλλα Ερωτοκρίτου υπογραμμίζει την ανάγκη για ένταξη των κοινωνικών λειτουργών στα σχολεία.
«Αποτελεί πάγια θέση του Συνδέσμου Κοινωνικών Λειτουργών και για χρόνια πιέζουμε το υπουργείο να ενταχθούν στις σχολικές μονάδες κοινωνικοί λειτουργοί», ανέφερε η ίδια, εξηγώντας τους τρόπους με τους οποίους το επάγγελμά τους θα μπορούσε να συμβάλει στην αντιμετώπιση του προβλήματος.
«Οι κοινωνικοί λειτουργοί θα παρεμβαίνουν πριν να είναι αργά. Μόλις ένα παιδί εμφανίσει σημάδια παραβατικής συμπεριφοράς. Θα μπορεί να το αναλάβει, να κάνει κατ’ οίκον διερεύνηση, να έρθει σε επαφή με τους γονείς και τον περίγυρό του για να δει από πού πηγάζει αυτή η συμπεριφορά», όπως ανέφερε.
Η ειδικότητα του κοινωνικού λειτουργού αποτελεί τη μόνη, βάσει νομοθεσίας, που μπορεί να πραγματοποιήσει κατ’ οίκον επίσκεψη ο επαγγελματίας για να διαπιστώσει τις συνθήκες διαβίωσης του παιδιού και να συνεργαστεί με την οικογένεια του μαθητή στο σπίτι και όχι στο σχολείο. Το γεγονός αυτό, είναι σύμφωνα με την κ. Ερωτοκρίτου, αυτό που τους ξεχωρίζει από τους ψυχολόγους του υπουργείου.
«Είναι ένα σημαντικό όπλο το να γίνεται μία πολύπλευρη αντιμετώπιση του προβλήματος. Γι’ αυτό και πρέπει να υπάρχουν κοινωνικοί λειτουργοί σε μόνιμη βάση σε σχολικές μονάδες», αναφέρει, τονίζοντας πως αυτό θα έπρεπε να συμβαίνει τουλάχιστον στα σχολεία υψηλού κινδύνου.
«Η μέθοδος αυτή έχει ήδη λειτουργήσει πιλοτικά στην προπαρασκευαστική μαθητεία, όπου είναι μαθητές που εγκατέλειψαν το σχολείο. Εκεί εντάχθηκαν κοινωνικοί λειτουργοί που ενίσχυσαν τα άτομα και τα βοήθησαν να μην εγκαταλείψουν το σχολείο. Λειτουργεί έξι χρόνια και φάνηκε να έχει θετικά αποτελέσματα», όπως επεσήμανε.
Σε σχέση με το αίτημα του συνδέσμου για ένταξη των κοινωνικών λειτουργών στα σχολεία, η κ. Ερωτοκρίτου ανέφερε πως δεν έχει πραγματοποιηθεί ακόμη κάποια συνάντηση με τη νέα υπουργό, ωστόσο βρίσκεται στην ατζέντα του η επαναφορά του ζητήματος.