Η βραβευμένη με Όσκαρ ηθοποιός Ντάιαν Κίτον πέθανε στην Καλιφόρνια σε ηλικία 79 ετών, όπως επιβεβαίωσε εκπρόσωπος της οικογένειάς της. Δεν έχουν δοθεί περισσότερες λεπτομέρειες για τα αίτια του θανάτου, ενώ οι συγγενείς της ζήτησαν σεβασμό της ιδιωτικότητας τους.
Η Κίτον έγινε γνωστή τη δεκαετία του 1970 μέσα από τον ρόλο της στα The Godfather και τις συνεργασίες της με τον σκηνοθέτη Γούντι Άλεν. Το 1978 τιμήθηκε με το Όσκαρ Α΄ Γυναικείου Ρόλου για την ερμηνεία της στο Annie Hall, ενώ η καριέρα της περιλάμβανε επιτυχίες όπως The First Wives Club, Father of the Bride, Something’s Gotta Give και τη σειρά ταινιών Book Club.
Γεννημένη στο Λος Άντζελες το 1946 ως Ντάιαν Χολ, ήταν το μεγαλύτερο από τα τέσσερα παιδιά της οικογένειας. Ο πατέρας της ήταν πολιτικός μηχανικός, ενώ η μητέρα της, νοικοκυρά, είχε, όπως είπε η Κίτον το 2004 στο People, «την καρδιά μιας καλλιτέχνιδας».
Από τα σχολικά της χρόνια συμμετείχε σε θεατρικές παραστάσεις και, μετά την αποφοίτησή της το 1964, σπούδασε υποκριτική στο κολέγιο. Σύντομα εγκατέλειψε τις σπουδές και μετακόμισε στη Νέα Υόρκη για να κυνηγήσει καριέρα στο θέατρο, χρησιμοποιώντας το πατρικό επώνυμο της μητέρας της, Keaton, καθώς υπήρχε ήδη μία Ντάιαν Χολ στο σωματείο των ηθοποιών.

Το 1968 έγινε δεκτή στο μιούζικαλ του Μπρόντγουεϊ Hair ως αναπληρώτρια της πρωταγωνίστριας, ενώ την ίδια περίοδο πάλευε με τη βουλιμία, κάτι που αργότερα περιέγραψε ως «μια ψυχική ασθένεια που έκρυβα για χρόνια».
Η Κίτον πρωταγωνίστησε στη θεατρική κωμωδία του Γούντι Άλεν Play It Again, Sam, που έκανε πρεμιέρα το 1969 στο Μπρόντγουεϊ, κερδίζοντας υποψηφιότητα για βραβείο Tony. Η επιτυχία αυτή άνοιξε τον δρόμο για την πρώτη της κινηματογραφική εμφάνιση, στην ταινία Lovers and Other Strangers το 1970.
Η μεγάλη της ευκαιρία όμως ήρθε δύο χρόνια αργότερα, όταν ο Φράνσις Φορντ Κόπολα τη διάλεξε για τον ρόλο της Κέι Άνταμς, συντρόφου του Μάικλ Κορλεόνε (Άλ Πατσίνο), στον Νονό (The Godfather) του 1972. Η Κίτον έχει παραδεχθεί ότι πήγε στην οντισιόν χωρίς να έχει διαβάσει το βιβλίο του Μάριο Πούζο ή να γνωρίζει λεπτομέρειες για την υπόθεση. «Ήταν το πιο τυχερό πράγμα που μου συνέβη. Δεν είχα ιδέα για ποιον ρόλο πήγαινα», είχε πει στο People το 2022.
Η ταινία έγινε τεράστια επιτυχία και τιμήθηκε με το Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας, ενώ η Κίτον επανέλαβε τον ρόλο της στο The Godfather Part II (1974) και στο The Godfather Part III (1990). Παράλληλα, συνέχισε τη συνεργασία της με τον Γούντι Άλεν, εμφανιζόμενη στα Play It Again, Sam (1972), Sleeper (1973) και Love and Death (1975).
Παρά τη δημοφιλία της, είχε παραδεχθεί πως ένιωθε συχνά ανασφάλεια και απέφευγε να βλέπει τις ταινίες της. «Δεν μου αρέσει ο τρόπος που φαίνομαι ή ακούγομαι», είχε δηλώσει στο People το 1975.
Το 1977 ήρθε ο ρόλος που την καθιέρωσε οριστικά: η Άνι Χολ στο ομώνυμο φιλμ του Άλεν, που της χάρισε το Όσκαρ Α΄ Γυναικείου Ρόλου και την ανέδειξε σε σύμβολο στυλ, χάρη στα ανδρικά κοστούμια και τα γιλέκα που φορούσε και στην προσωπική της ζωή
Η Κίτον συνέχισε να συνεργάζεται με τον Γούντι Άλεν και τα επόμενα χρόνια, πρωταγωνιστώντας στα Interiors (1978), Manhattan (1979) και Manhattan Murder Mystery (1993). Η σχέση τους, επαγγελματική και προσωπική, παρέμεινε σημαντικό κεφάλαιο στη ζωή της, ενώ η ίδια είχε δηλώσει το 2014 στη Guardian: «Τον αγαπώ».
Παράλληλα, συμμετείχε σε μερικές από τις πιο αξιοσημείωτες ταινίες της δεκαετίας του 1970 και του 1980, όπως τα Looking for Mr. Goodbar (1977), Reds (1981), Shoot the Moon (1982) και The Little Drummer Girl (1984). Το 1987 ξεκίνησε τη συνεργασία της με τη σκηνοθέτιδα Νάνσι Μάγερς στην ταινία Baby Boom, με την οποία επανενώθηκε στις επιτυχίες Father of the Bride (1991), Father of the Bride Part II (1995) και Something’s Gotta Give (2003). Για τον τελευταίο ρόλο προτάθηκε ξανά για Όσκαρ Α΄ Γυναικείου Ρόλου.
Το 1996 συμπρωταγωνίστησε με τη Γκόλντι Χον και τη Μπέτι Μίντλερ στην κωμωδία The First Wives Club, που γνώρισε μεγάλη εμπορική επιτυχία. Η Κίτον είχε δηλώσει αργότερα ότι κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων ένιωθε «διαρκώς αγχωμένη και ανήσυχη» δίπλα σε δύο τόσο δυναμικές ηθοποιούς.
Στη συνέχεια, πρωταγωνίστησε στις ταινίες The Family Stone, Because I Said So, Finding Dory, Book Club και Book Club: The Next Chapter, καθώς και στο Poms. Το 2016 εμφανίστηκε στη μίνι σειρά του HBO The Young Pope, ενώ είχε περάσει και πίσω από την κάμερα, σκηνοθετώντας το ντοκιμαντέρ Heaven (1987), την ταινία Hanging Up (2000) και ένα επεισόδιο της σειράς Twin Peaks.
Το 2021 η Κίτον έκανε μια απροσδόκητη εμφάνιση στο μουσικό βίντεο του Τζάστιν Μπίμπερ για το τραγούδι Ghost, δείχνοντας πως διατηρούσε το χιούμορ και την αυτοειρωνεία που τη χαρακτήριζαν σε όλη της τη διαδρομή. Παράλληλα, ήταν ιδιαίτερα ενεργή στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, κυρίως στο Instagram, όπου μοιραζόταν στιγμές από την καθημερινότητά της, αναμνήσεις από την καριέρα της και αφιερώματα σε φίλους και συνεργάτες.
Σε συνέντευξή της στο People το 2019, η Κίτον είχε πει: «Δεν ξέρω τίποτα και δεν έχω μάθει τίποτα. Το να μεγαλώνω δεν με έκανε σοφότερη. Αν δεν ήμουν ηθοποιός, θα ήμουν ένας άνθρωπος εκτός τόπου».
Η Κίτον δεν παντρεύτηκε ποτέ. «Σήμερα σκεφτόμουν πως είμαι η μόνη από τη γενιά μου που έμεινε ανύπαντρη για όλη της τη ζωή. Και είμαι ευγνώμων γι’ αυτό. Είμαι ιδιόρρυθμη. Θυμάμαι στο λύκειο, ένα αγόρι μού είχε πει “κάποια μέρα θα γίνεις καλή σύζυγος”, κι εγώ απάντησα “δεν θέλω να είμαι σύζυγος”.»
Στη διάρκεια της ζωής της συνδέθηκε συναισθηματικά με τον Γούντι Άλεν, τον Άλ Πατσίνο και τον Γουόρεν Μπίτι. «Το ταλέντο είναι απίστευτα ελκυστικό», είχε σχολιάσει στο People.
Η Κίτον απέκτησε δύο παιδιά μέσω υιοθεσίας: την κόρη της Ντέξτερ το 1996 και τον γιο της Ντιουκ το 2001. «Η μητρότητα δεν ήταν μια παρόρμηση που δεν μπορούσα να αγνοήσω, αλλά μια σκέψη που ωρίμαζε μέσα μου για χρόνια. Έτσι, απλώς το τόλμησα», είχε δηλώσει στο Ladies’ Home Journal το 2008.
Η Ντάιαν Κίτον αφήνει πίσω της τα δύο παιδιά της και μια καριέρα πέντε δεκαετιών που καθόρισε το αμερικανικό σινεμά.
Πηγή: lifo.gr