Οι ευρωπαϊκές τράπεζες -και πολύ περισσότερα οι κυπριακές- είναι καλύτερα κεφαλαιοποιημένες από ό,τι σε προηγούμενες κρίσεις, αλλά η παρατεταμένη διαταραχή και επιδείνωση των συνθηκών στο εμπόριο θα μπορούσε να αντιστρέψει την πρόσφατη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων (ΜΕΔ). Μέχρι στιγμής το κυπριακό τραπεζικό σύστημα έχει καταφέρει να ανταπεξέλθει σοβαρές κρίσεις - πανδημία, εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, εκτίναξη πληθωρισμού και άνοδος δανειστικών επιτοκίων, χωρίς να υπάρξει αύξηση στα μη εξυπηρετούμενα δάνεια. Στην κυπριακή περίπτωση έχει λειτουργήσει ευεργετικά η βελτίωση των συνθηκών στην πραγματική οικονομία και η σταθεροποίηση του θεσμικού πλαισίου για τη διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Από τα στοιχεία που δημοσιεύει κάθε τρίμηνο η ΚΕΔΙΠΕΣ, η οποία στο τέλος του 2024 κατείχε δάνεια ύψους 5,439 δισ. ευρώ (3,874 δισ. ευρώ εξαιρουμένων των τόκων), εκ των οποίων 4,768 δισ. ευρώ μη εξυπηρετούμενα, προκύπτει ότι σε ένα σύνολο λύσεων σε δάνεια 4,5 δισ. ευρώ από τον Σεπτέμβριο του 2018, μόλις στο 8% συνδέεται με εκποίηση (είτε ανάκτηση ακινήτων μετά από επιτυχημένο πλειστηριασμό, είτε είσπραξη χρημάτων από επιτυχημένο πλειστηριασμό). Η σταθεροποίηση του πλαισίου επιτάχυνε στην πράξη την αναδιάρθρωση των ΜΕΔ χωρίς να προκύψει κάποιο κοινωνικό πρόβλημα, παρά την αντίθετη κινδυνολογία.
Το «Σχέδιο Εστία» και το «Σχέδιο Ενοίκιο Έναντι Δόσης» προσέφεραν μια ικανοποιητική λύση για τη διατήρηση της πρώτης κατοικίας ευάλωτων δανειοληπτών. Στο «Σχέδιο Ενοίκιο Έναντι Δόσης» έχουν γίνει αποδεκτές 2.568 αιτήσεις, έχουν σταλεί 282 επιστολές έγκρισης και έχουν ήδη αποκτηθεί 55 κατοικίες από την ΚΕΔΙΠΕΣ. Η πρόσφατη ψήφιση τροποποίησης του περί Ρυθμίσεων Οδών και Οικοδομών Νόμου του 2025 που απαλλάσσει την ΚΕΔΙΠΕΣ από αστικές και ποινικές ευθύνες μη κατοχής πιστοποιητικού τελικής έγκρισης για τα ακίνητα που αποκτώνται στο πλαίσιο του σχεδίου, αναμένεται ότι θα επιταχύνει τον ρυθμό διεκπεραίωσης των αιτήσεων. Από τις 282 επιστολές έγκρισης οι 102 είχαν σταλεί μετά την τροποποίηση του νόμου. Μέχρι το τέλος του 2025 αναμένεται να έχουν εξεταστεί όλες οι αιτήσεις.
Τα στοιχεία της ΚΕΔΙΠΕΣ δείχνουν ότι η μεταφορά των ΜΕΔ εκτός τραπεζών σε εξειδικευμένες εταιρείες αποτελεί μια πρακτική που παράγει αποτελέσματα προς όφελος και των δανειοληπτών και της οικονομίας, ευρύτερα.
Η μεγάλη ευρωπαϊκή εικόνα
Σε ευρωπαϊκό επίπεδο η αλληλεπίδραση εμπορικής πολιτικής, επιτοκίων και αγορών εργασίας αναμένεται να επηρεάσουν κατά τη διάρκεια του 2025 την ποιότητα των δανείων. Οι εποπτικές αρχές έχουν θέσει ως προτεραιότητα για το 2025 να διασφαλίσουν ότι οι τράπεζες θα αντιμετωπίσουν τυχόν ελλείψεις στο πλαίσιο διαχείρισης του πιστωτικού κινδύνου, εστιάζοντας στον εντοπισμό, τη μέτρηση και τον μετριασμό των δανείων σε πιστωτικό κίνδυνο.
Από την έναρξη της σύσφιξης της νομισματικής πολιτικής (άνοδος επιτοκίων), υπήρξε μια ευρεία συρρίκνωση της προσφοράς πιστώσεων, με τις ευρωπαϊκές τράπεζες να προτιμούν να χορηγούν δάνεια σε λιγότερο επικίνδυνους δανειολήπτες. Αυτή η επιλεκτική προσέγγιση έχει οδηγήσει σε υψηλότερο μερίδιο ασφαλέστερων δανείων στα εταιρικά χαρτοφυλάκια, αντισταθμίζοντας την επιδείνωση της πιστωτικής ποιότητας μεταξύ των υφιστάμενων δανειοληπτών.
Να θυμίσουμε ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση εφαρμόζει ένα ολοκληρωμένο ρυθμιστικό πλαίσιο, συμπεριλαμβανομένου του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού (SSM), ο οποίος συγκεντρώνει την εποπτεία και διασφαλίζει την εναρμονισμένη διαχείριση του πιστωτικού κινδύνου σε όλα τα κράτη μέλη. Κανονισμοί όπως αυτός για τις κεφαλαιακές απαιτήσεις (CRR) και η οδηγία για τις κεφαλαιακές απαιτήσεις (CRD IV) έχουν αυξήσει τα κεφαλαιακά αποθέματα ασφαλείας και έχουν εισαγάγει πιο εξελιγμένα μοντέλα αξιολόγησης κινδύνου, δοκιμές αντοχής και πρότυπα ποιότητας δεδομένων.
Οι ευρωπαϊκές τράπεζες έχουν δημιουργήσει σημαντικά κεφαλαιακά αποθέματα και αποθέματα ρευστότητας, τα οποία συχνά υπερβαίνουν τα ελάχιστα κανονιστικά όρια. Αυτά τα αποθέματα ασφαλείας έχουν σχεδιαστεί για την απορρόφηση ζημιών από γεγονότα πιστωτικού κινδύνου και έχουν συμβάλει στην ανθεκτικότητα του τομέα κατά τη διάρκεια πρόσφατων οικονομικών σοκ, όπως η πανδημία και οι γεωπολιτικές διαταραχές.
Η κανονιστική συμμόρφωση έχει οδηγήσει τις τράπεζες στη βελτίωση της ποιότητας των δεδομένων και στην υιοθέτηση πιο εμπροσθοβαρών μοντέλων αξιολόγησης κινδύνου. Η στροφή αυτή επιτρέπει τον ακριβέστερο και έγκαιρο εντοπισμό των αναδυόμενων πιστωτικών κινδύνων, υποστηρίζοντας την προληπτική διαχείριση και τον σχηματισμό προβλέψεων.
Οι εποπτικές και ρυθμιστικές αρχές συνεχίζουν να προσαρμόζουν τις απαιτήσεις υπό το πρίσμα των νέων κινδύνων, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που προκύπτουν από την ψηφιοποίηση, την κλιματική αλλαγή και τις εξελισσόμενες δομές της αγοράς. Οι τράπεζες ενθαρρύνονται να προσαρμόζουν τις πρακτικές προβλέψεων και τον κεφαλαιακό σχεδιασμό τους ώστε να παραμένουν ευθυγραμμισμένες με αυτές τις αναδυόμενες προκλήσεις.
Υπάρχουν επιχειρηματικοί τομείς που είναι περισσότερο ευάλωτοι:
Βιομηχανίες που εξαρτώνται από τις εξαγωγές: Κλάδοι όπως η αυτοκινητοβιομηχανία, τα χημικά και τα φαρμακευτικά προϊόντα αντιμετωπίζουν άμεσους κινδύνους από τις εμπορικές εντάσεις ΗΠΑ-ΕΕ, συμπεριλαμβανομένων των υψηλότερων δασμών και των διαταραγμένων αλυσίδων εφοδιασμού. Αυτό θα μπορούσε να επιβαρύνει τα εταιρικά κέρδη, οδηγώντας σε έλλειψη ρευστότητας και αθέτηση πληρωμών.
Μικρομεσαίες επιχειρήσεις και δευτερογενείς επιπτώσεις: Οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ) σε αλυσίδες αξίας που συνδέονται με μεγαλύτερους εξαγωγείς ενδέχεται να υποφέρουν από μειωμένη ζήτηση, εντονότερο ανταγωνισμό ή αναδρομολόγηση των εμπορικών ροών. Αυτές οι πιέσεις θα μπορούσαν να επιταχύνουν τον σχηματισμό μη εξυπηρετούμενων δανείων στον επιχειρηματικό δανεισμό.
Αγορά εργασίας
Μια οικονομική επιβράδυνση λόγω εμπορίου θα μπορούσε να αποδυναμώσει την απασχόληση, μειώνοντας την ικανότητα αποπληρωμής των νοικοκυριών για καταναλωτική πίστη και ενυπόθηκα δάνεια. Αν και δεν αποτελεί τον πρωταρχικό κίνδυνο, αυτό παραμένει μια ανησυχία αν οι συνθήκες επιδεινωθούν.
Πιο αυστηροί όροι χρηματοδότησης
Η παρατεταμένη εμπορική αβεβαιότητα μπορεί να διευρύνει τα πιστωτικά περιθώρια και να αυξήσει το κόστος αναχρηματοδότησης, ιδίως για τους δανειολήπτες κερδοσκοπικής βαθμίδας. Η εξάρτηση των ευρωπαϊκών τραπεζών από σταθερές αγορές χρηματοδότησης ενισχύει αυτούς τους κινδύνους.
Ειδικοί κίνδυνοι για την Κύπρο
Η Κύπρος έχει μειώσει τον δείκτη μη εξυπηρετούμενων δανείων της σε 6,2% στα τέλη του 2024, από 7,9% το 2023, χάρη στην επίλυση παλαιών χρεών και τη βελτίωση των τραπεζικών ισολογισμών. Ωστόσο, το ποσοστό αυτό παραμένει πολύ πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ που είναι 1,9%.
Οι πιθανές πιέσεις στην Κύπρο που σχετίζονται με το παγκόσμιο εμπόριο εντοπίζονται:
Τουρισμός και κατασκευές: Η οικονομία της Κύπρου βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στον τουρισμό και στις κατασκευές, τομείς ευαίσθητοι σε παγκόσμιους κλυδωνισμούς της ζήτησης. Μία ύφεση που προκαλείται από το εμπόριο στην Ευρώπη θα μπορούσε να μειώσει τις επενδύσεις και τις καταναλωτικές δαπάνες σε αυτούς τους τομείς.
Ενέργεια και πληθωρισμός: Ως καθαρός εισαγωγέας ενέργειας, η Κύπρος παραμένει ευάλωτη στη μεταβλητότητα των τιμών της ενέργειας που σχετίζεται με το εμπόριο. Ο υψηλότερος πληθωρισμός θα μπορούσε να επιβαρύνει την εξυπηρέτηση του χρέους των νοικοκυριών, ιδίως για τα ενυπόθηκα δάνεια κυμαινόμενου επιτοκίου (70% των νέων δανείων).
Συνεχείς κίνδυνοι: Η αύξηση των επιτοκίων και οι αυστηρές συνθήκες χρηματοδότησης ενδέχεται να δοκιμάσουν τους δανειολήπτες με δάνεια συνδεδεμένα με το Euribor, ιδίως σε ένα περιβάλλον βραδύτερης ανάπτυξης.