Ο σχεδιασμός για την πραγματοποίηση άτυπης πενταμερούς για το Κυπριακό τον Ιούλιο, ως συνέχεια της πενταμερούς του Μαρτίου, συνιστά μια κρίσιμη ευκαιρία για επανεκκίνηση των συνομιλιών, σε μια στιγμή που οι συνθήκες δεν δείχνουν ιδανικές. Οι σχέσεις μεταξύ των δύο κοινοτήτων στο νησί βρίσκονται σε ένα από τα χαμηλότερα σημεία των τελευταίων ετών. Η απουσία επαφών, η συστηματική προβολή του αφηγήματος των δύο κρατών από κατεχόμενα και Τουρκία και η αυξανόμενη καχυποψία καθιστούν δύσκολη την ανάκτηση της απαραίτητης εμπιστοσύνης για ουσιαστικές συνομιλίες. Η αδυναμία προόδου στα μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης (άνοιγμα τεσσάρων σημείων διέλευσης) προσθέτει σε απαισιοδοξία. Ταυτόχρονα, και σε περιφερειακό επίπεδο, η όποια θετική δυναμική είχε αναπτυχθεί μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας φαίνεται να έχει ατονήσει. Η πολιτική των «ήρεμων νερών» στο Αιγαίο, που καλλιεργήθηκε το 2023, σήμερα δεν παράγει τα ίδια αποτελέσματα, καθώς οι σχέσεις μεταξύ Αθηνών και Άγκυρας έχουν επιστρέψει σε μια ψυχρή κανονικότητα, χωρίς ιδιαίτερο βάθος. Μέσα σε αυτό το δυσμενές πλαίσιο, το μοναδικό συγκριτικό πλεονέκτημα της ελληνοκυπριακής πλευράς είναι η εμφανής ανάγκη της Τουρκίας να ενισχύσει τις σχέσεις της με την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Η Άγκυρα επιδιώκει αναβάθμιση της τελωνειακής ένωσης, άρση εμποδίων στη βίζα και χρηματοδοτήσεις αλλά της μεταφέρεται ότι η πρόοδος στα ευρωτουρκικά περνάει μέσα από το Κυπριακό. Αυτό το δεδομένο πρέπει να αξιοποιηθεί με διεκδικητική και δημιουργική στρατηγική. Η ελληνοκυπριακή πλευρά οφείλει να επιδείξει ετοιμότητα και φαντασία, παρουσιάζοντας ρεαλιστικές αλλά και τολμηρές προτάσεις που θα σπάσουν το αδιέξοδο και θα αναδείξουν την ειλικρίνεια των προθέσεών της για λύση στη βάση των ψηφισμάτων του ΟΗΕ και των αρχών της ΕΕ. Δεν αρκεί η προσήλωση στη νομιμότητα και η αναμονή πρωτοβουλιών από τρίτους. Απαιτείται ενεργός διπλωματική κινητοποίηση, αξιοποίηση των ευρωπαϊκών ερεισμάτων και ετοιμότητα για εναλλακτικές στρατηγικές σε περίπτωση νέου ναυαγίου. Χωρίς πρόοδο στο Κυπριακό και χωρίς τη διαμόρφωση ενός οδικού χάρτη που θα οδηγεί στην επανέναρξη των συνομιλιών, η ευκαιρία που ανοίγεται με την ανάγκη της Τουρκίας να έρθει πιο κοντά στην Ευρωπαϊκή Ένωση, κυρίως για οικονομικούς λόγους, μπορεί να μετατραπεί σε μπούμερανγκ από μοχλό πίεσης προς την Άγκυρα. Δηλαδή μπροστά στην απουσία προόδου να ασκηθούν σημαντικές πιέσεις στη Λευκωσία αλλά και στην Αθήνα ώστε να μην φέρουν εμπόδια στις ευρωτουρκικές σχέσεις. Συνεπώς η αδράνεια αποτελεί μια κακή επιλογή που μπορεί εντέλει να διαφοροποιήσει και το υφιστάμενο status quo.