Του Νίκου Μεσαρίτη
Υπάρχουν γελοιογραφίες που μιλούν με δύναμη, που αποτυπώνουν με μία εικόνα αυτό που η πολιτική αδυνατεί να πει καθαρά. Ο Πιν, αναμφίβολα ένας από τους ικανότερους γελοιογράφους της χώρας, έχει αυτή την ικανότητα και τον θαυμάζω για αυτό. Όμως η τέχνη, όπως και η πολιτική, κρίνεται όχι μόνο από το χιούμορ της αλλά και από το υπόστρωμα των μηνυμάτων που παράγει.
Η πρόσφατη γελοιογραφία του φίλου με τον Πενταδάκτυλο, την τεράστια τουρκική σημαία και τη φράση «Είναι ευτυχία να είσαι Τούρκος» εντάσσεται σε μια βαθύτερη παράδοση κυπριακού εθνικισμού που -αν και καμουφλαρισμένη- εγκλωβίζει τη δημόσια συζήτηση στη νοοτροπία του εμφυλίου παραπόνου. Σατιρίζει όσους θέλουν οι διαπραγματεύσεις να συνεχιστούν από το Κραν Μοντανά, παρουσιάζοντάς τους περίπου ως αφελείς ή, ακόμη χειρότερα, ως χρήσιμους ηλίθιους του τουρκικού επεκτατισμού. Όμως εδώ δεν έχουμε απλώς ένα σχόλιο· έχουμε πολιτικό μήνυμα. Και το μήνυμα αυτό δεν είναι αθώο.
Η θέση πολλών πολιτικών και τεχνοκρατών ότι οι συνομιλίες πρέπει να συνεχιστούν από εκεί που έμειναν δεν είναι ερασιτεχνική ρομαντικότητα. Είναι η μόνη λογική βάση διαπραγμάτευσης μέσα στο διεθνές σύστημα. Το πλαίσιο Γκουτέρες καταγράφεται από τον ΟΗΕ ως το πλησιέστερο σημείο επίλυσης εδώ και δεκαετίες.
Το κρίσιμο όμως δεν είναι αυτό. Το κρίσιμο είναι το εξής:
- Δεν μείναμε στο Κραν Μοντανά.
- Φύγαμε από το Κραν Μοντανά.
Το Κραν Μοντανά λοιπόν δεν είναι παρελθόν -είναι ο τόπος όπου φύγαμε. Κι όσοι έφυγαν -είτε από φόβο είτε από μικροπολιτικό υπολογισμό είτε επειδή είδαν να διακυβεύεται το προσωπικό τους συμφέρον- σήμερα κρύβονται πίσω από το αφήγημα ότι «η Τουρκία δεν ήθελε». Αυτό το αφήγημα βολεύει, προστατεύει καριέρες, επιτρέπει εκλογικές νίκες. Αλλά δεν εξηγεί πώς ο Γενικός Γραμματέας μίλησε για «χαμένη ευκαιρία». Δεν εξηγεί πώς Ευρωπαίοι αξιωματούχοι, όπως ο Χρήστος Στυλιανίδης και ο Δημήτρης Αβραμόπουλος, μίλησαν ανοικτά για ευθύνη της δικής μας πλευράς.
Και δεν εξηγεί την προφανή αλήθεια: ότι μετά από μισό αιώνα κατοχής, η Κύπρος δεν έχει την πολυτέλεια να πετά ευκαιρίες.

Η γελοιογραφία ως εργαλείο εσωτερικής σύγκρουσης.
Η γελοιογραφία του Πιν δεν επιτίθεται μόνο στα πρόσωπα -Κυπριανού, Τσελεπή, Στυλιανίδη, Αβραμόπουλο. Επιτίθεται στην ίδια την ιδέα ότι η λύση βρίσκεται στη διαπραγμάτευση και όχι στην ψευδαίσθηση στρατηγικής «αντίστασης». Καλλιεργεί το αφήγημα ότι η όποια προοπτική συμφωνίας ισοδυναμεί με προδοσία, επειδή το βουνό φέρει τουρκική σημαία.
Αυτός είναι ο πυρήνας του προβλήματος: αν δεις το μέλλον μέσα από την εικόνα του Πενταδάκτυλου, δεν θα πας ποτέ στο μέλλον -θα παγιδευτείς στο παρόν.
Ο Πιν, ίσως άθελά του, συμβάλλει στην αυτοκαταστροφή που εδώ και μισό αιώνα συντηρούμε: την ιδέα ότι η λύση είναι κάτι που πρέπει να απορρίψουμε πριν καν τη δούμε.
Από εκεί που έμειναν ή απ’ εκεί που έφυγαν; Το δίλημμα δεν είναι ρητορικό. Είναι υπαρξιακό. Αν συνεχίσουμε από εκεί που μείναμε, υπάρχει προοπτική: συγκλίσεις, πλαίσιο ασφαλείας, χάρτης, πολιτική ισότητα.
Αν συνεχίσουμε από εκεί που φύγαμε, τότε, θα συνεχίσουμε να φεύγουμε -από την Ιστορία, από τη λύση, από την ίδια τη δυνατότητα επιβίωσης ενός ενιαίου κυπριακού κράτους.
Η ευθύνη δεν είναι υπόθεση των γελοιογράφων -είναι των πολιτικών και των πολιτών.
Αν θέλουμε πραγματικά την απαλλαγή από τον τουρκικό στρατό, πρέπει πρώτα να απαλλαγούμε από τις δικές μας αυταπάτες.
Αν θέλουμε να τιμήσουμε την πατρίδα, πρέπει να εγκαταλείψουμε τη νοοτροπία εμφυλίου.
Αν θέλουμε ειρήνη, πρέπει να θυμηθούμε ότι απέναντι δεν βρίσκονται «οι Τούρκοι» αλλά οι Τουρκοκύπριοι -ένας λαός που επίσης ζει μισό αιώνα εγκλωβισμένος, φτωχός και υπό την κηδεμονία της Άγκυρας.
Η πολιτική ευθύνη σήμερα δεν είναι να φωνάζουμε συνθήματα. Είναι να έχουμε το θάρρος να ζητήσουμε αλήθεια. Και να την αντέξουμε. Το ελεύθερο μέλλον δεν χαρίζεται -χτίζεται με λογική, θάρρος και καθαρή ματιά.
Η λύση του Κυπριακού δεν είναι πράξη υποχώρησης. Είναι πράξη ελευθερίας. Δεν είναι δώρο προς την Τουρκία. Είναι ανάκτηση κυριαρχίας. Δεν είναι βολική. Είναι αναγκαία.
Αν θέλουμε πραγματικά να σωθεί ο τόπος μας, οφείλουμε να σταθούμε απέναντι όχι στους «γείτονες» αλλά στις δικές μας ψευδαισθήσεις.
Κι αν θέλουμε να συνεχίσουμε από εκεί που μείναμε, πρέπει πρώτα να παραδεχτούμε γιατί φύγαμε.
Η Κύπρος έχει ήδη χάσει μισό αιώνα.
Δεν έχει άλλον μισό να χάσει.






