Η συζήτηση για την ΑΤΑ είναι ένα ιδιαίτερα δύσκολο ζήτημα το οποίο δημιουργεί δυστοκία στις εργασιακές σχέσεις. Είναι προφανές ότι η εργοδοτική πλευρά κινείται στη λογική μιας ελεγχόμενης, χαμηλών προδιαγραφών ΑΤΑ, με στόχο να μην υπάρξει ένας μόνιμος μηχανισμός ο οποίος να ρυθμίζει επί της ουσίας τις αυξήσεις των μισθών. Ποσώς λαμβάνεται υπόψη το γεγονός ότι μια τέτοια εξέλιξη διευρύνει το χάσμα των ανισοτήτων και αποτυπώνει κατά τρόπο κραυγαλέο τις αντιθέσεις οι οποίες διαχέονται απειλητικά στον κοινωνικό ιστό.
Οι αντιδράσεις των εργοδοτικών οργανώσεων για τους σχεδιασμούς της κυβέρνησης να στηρίξει τη διατήρηση του θεσμού ήταν αναμενόμενες από τη στιγμή που θεωρούν ότι υπάρχουν περιθώρια καταβολής της ΑΤΑ μόνο σε εκείνους που έχουν συμφωνήσει να τη λαμβάνουν διά των εν ισχύ ατομικών και συλλογικών συμβάσεων εργασίας.
Εν ολίγοις, η εργοδοτική πλευρά βρίσκεται στα κάγκελα και αποκλείει apriori οποιαδήποτε νέα συμφωνία, ακόμη και κυβερνητική παρέμβαση, για την ενίσχυση του θεσμού της ΑΤΑ ευρύτερα στον κόσμο της εργασίας.
Η αντίδραση των εργοδοτικών οργανώσεων ΟΕΒ και ΚΕΒΕ είναι κάθετη κυρίως γιατί επιμένουν ότι η συνομολόγηση συλλογικών συμβάσεων εργασίας είναι δικαίωμα στο οποίο εμπλέκονται οι εργαζόμενοι και οι εργοδότες και επομένως είναι αυτοί που έχουν το δικαίωμα να επιλέξουν και το περιεχόμενο μιας συμφωνίας. Με βάση αυτή την προσέγγισή τους, θεωρούν ως μη παραγωγικές τις δηλώσεις του υπουργού Εργασίας, ο οποίος εκφράζοντας την κυβερνητική πολιτική σπεύδει να υπομνήσει τον στηρικτικό ρόλο της εκτελεστικής εξουσίας προς έναν θεσμό ο οποίος άντεξε ακόμη και σε συνθήκες έντονης οικονομικής κρίσης. Ενόχλησε την εργοδοτική πλευρά η διασύνδεση που έκανε ο υπουργός Εργασίας του θεσμού της ΑΤΑ με την «ανάγκη ενίσχυσης της επάρκειας των μισθών και της διεύρυνσης της μεσαία τάξης».
Η θέση της κυβέρνησης επί του θέματος είναι ξεκάθαρη: Μέσα από την ένταση του διαλόγου ο στόχος έιναι η διατήρηση του θεσμού της ΑΤΑ. Κάτι το οποίο δεν επιδέχεται αμφισβήτησης.
Με βάση τις εκατέρωθεν απόψεις. εκείνο που διαφαίνεται στον ορίζοντα είναι η ανάγκη στη διαβούλευση να επικρατήσει ο αναγκαίος ορθολογισμός. Δυο ορόσημα για το ζήτημα αναμένονται τις επόμενες ημέρες. Το ένα αφορά τη μεθαυριανή νέα κοινή συνάντηση των κοινωνικών εταίρων, ενώ θα υπάρξει τις επόμενες ημέρες και η πανσυνδικαλιστική σύσκεψη η οποία θα καθορίσει και τη στάση του συνδικαλιστικού κινήματος.
Οι συζητήσεις ποσώς είναι εύκολες. Αντιθέτως, είναι αρκούντως σύνθετες. Ωστόσο, μέσα από την κοινή προσπάθεια και θέληση μπορεί να υπάρξει κατάληξη σε αυτό το σημαντικό κομμάτι των εργασιακών σχέσεων.