Του Νίκου Περιστιάνη *
Η συνεχιζόμενη ανθρωπιστική κρίση στη Λωρίδα της Γάζας έχει αναζωπυρώσει τη διεθνή συζήτηση γύρω από τον ρόλο των Ηνωμένων Εθνών στη διατήρηση της διεθνούς ειρήνης και ασφάλειας. Όπως προβλέπει ο Καταστατικός Χάρτης του ΟΗΕ, το Συμβούλιο Ασφαλείας διατηρεί την αποκλειστική αρμοδιότητα να εξουσιοδοτεί τη χρήση στρατιωτικής βίας ή την αποστολή ειρηνευτικών δυνάμεων. Ωστόσο, η επανειλημμένη χρήση του δικαιώματος αρνησικυρίας (βέτο), ιδιαίτερα από τις ΗΠΑ, έχει δημιουργήσει συνθήκες θεσμικής αδυναμίας στην αντιμετώπιση μαζικών παραβιάσεων του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου.
Το ερώτημα που τίθεται είναι εάν η Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ μπορεί -και πρέπει- να αναλάβει πρωτοβουλία για την αποστολή διεθνούς δύναμης στην περιοχή της Γάζας, ακόμη και χωρίς έγκριση του Συμβουλίου Ασφαλείας. Θα πρέπει να εξεταστεί επίσης εάν μια τέτοια πράξη μπορεί να αποτελέσει νομικό και πολιτικό προηγούμενο με πιθανότητες να αναδιαμορφώσει την ισορροπία εξουσιών εντός του ΟΗΕ.
Το νομικό πλαίσιο του Καταστατικού Χάρτη του ΟΗΕ
Ο Καταστατικός Χάρτης του ΟΗΕ (Άρθρα 24, 39-42) αναθέτει στο Συμβούλιο Ασφαλείας την πρωταρχική ευθύνη για την ειρήνη και την ασφάλεια. Μόνο το Συμβούλιο μπορεί να διαπιστώσει την ύπαρξη απειλής κατά της ειρήνης ή πράξης επιθετικότητας (Άρθρο 39) και να εξουσιοδοτήσει στρατιωτική δράση ή ειρηνευτική αποστολή (Άρθρο 42).
Οι αποφάσεις απαιτούν πλειοψηφία 9 μελών και την απουσία αρνησικυρίας από τα πέντε μόνιμα μέλη (ΗΠΑ, Ρωσία, Κίνα, Γαλλία, ΗΒ). Αυτή η δομή καθιστά το σύστημα επιρρεπές σε παράλυση σε περιπτώσεις όπου συγκρούονται τα στρατηγικά συμφέροντα μεγάλων δυνάμεων.
Πότε δεν μέτρησε η έγκριση του Συμβουλίου Ασφαλείας;
Το 1950, υπό το βάρος του Ψυχρού Πολέμου και της αδυναμίας του Συμβουλίου Ασφαλείας να επιβάλει μέτρα κατά της Βορείου Κορέας, η Γενική Συνέλευση υιοθέτησε το Ψήφισμα 377 (A) γνωστό ως «Ένωση για την Ειρήνη» («Uniting for Peace»). Το ψήφισμα αυτό προβλέπει ότι:
«Εάν το Συμβούλιο Ασφαλείας αποτύχει να αναλάβει δράση… η Γενική Συνέλευση μπορεί να εξετάσει άμεσα το θέμα… και να προβεί σε κατάλληλες συστάσεις, περιλαμβανομένης της χρήσης ενόπλων δυνάμεων».
Είναι, βέβαια, σημαντικό ότι οι αποφάσεις της Γενικής Συνέλευσης δεν είναι δεσμευτικές. Από την άλλη, παραμένουν πολιτικά και ηθικά ισχυρές και έχουν αποτελέσει τη βάση για πολιτικές πρωτοβουλίες στο παρελθόν - όπως στην Κρίση του Σουέζ (1956) και την επέμβαση στο Κοσσυφοπέδιο (1999).
Το τελευταίο παράδειγμα υπήρξε καθοριστικής σημασίας: η ΝΑΤΟϊκή επέμβαση στο Κοσσυφοπέδιο επικαλέστηκε την «ανθρωπιστική αναγκαιότητα», παρά την απουσία έγκρισης από το Συμβούλιο Ασφαλείας, προκαλώντας έντονες συζητήσεις για τη νομιμότητα και τις συνέπειες τέτοιων μονομερών ενεργειών.
Μπορεί η Γενική Συνέλευση να εξουσιοδοτήσει παρέμβαση στη Γάζα;
Από νομική άποψη, η Γενική Συνέλευση μπορεί να συστήσει (όχι να εξουσιοδοτήσει) δράση, και υπό την αιγίδα της μπορεί να συγκροτηθεί πολυεθνική δύναμη πάνω σε εθελοντική βάση («coalition of the willing»).
Από πολιτική άποψη, εάν μια τέτοια πρόταση συγκεντρώσει μεγάλη πλειοψηφία (π.χ. 2/3), τότε αποκτά ισχυρή νομιμοποίηση, έστω και άτυπη. Είναι πολύ πιθανό πως χώρες όπως η Νότια Αφρική, η Ισπανία, η Ιρλανδία, το Βέλγιο, η Ιορδανία και η Τουρκία θα επιθυμούσαν να συμμετάσχουν.
Τέλος, από πρακτική άποψη, μια τέτοια πρωτοβουλία θα είχε τις δυσκολίες της. Θα απαιτούσε τον συντονισμό διαφόρων στρατιωτικών, πολιτικών, και ανθρωπιστικών οργανισμών (και οι δυσκολίες των logistics δεν είναι ευκαταφρόνητες), την αντιμετώπιση πιθανών δύσκολων εξελίξεων επί του εδάφους - όπως, για παράδειγμα το ενδεχόμενο μιας δυναμικής ισραηλινής αντίδρασης, καθώς και τη διαχείριση της σχέσης με τις ΗΠΑ και άλλες δυνάμεις που δεν θα έβλεπαν θετικά μια τέτοιας εξέλιξη.
Δημιουργία προηγούμενου και ανατροπή ισορροπιών;
Μια τέτοια ενέργεια, αν και εκτός των προβλέψεων του Καταστατικού Χάρτη, μπορεί να δημιουργήσει ένα σημαντικό ντε φάκτο προηγούμενο:
- Να επαναφέρει στο προσκήνιο τη σημασία της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ ως συλλογικού οργάνου ηθικής και πολιτικής νομιμοποίησης.
- Να αναδείξει την ιδέα της «ευθύνης προστασίας» (Responsibility to Protect).
που αναπτύχθηκε μετά τη γενοκτονία της Ρουάντα.
- Να προσδώσει νομιμοποιητική ισχύ στην «ανθρωπιστική παρέμβαση», ακόμη και χωρίς έγκριση από τα μόνιμα μέλη.
Αν όμως τέτοιες ενέργειες γενικευθούν, μπορεί να υπονομεύσουν τη θεσμική σταθερότητα του ΟΗΕ και να οδηγήσουν σε αυθαίρετες μονομερείς επεμβάσεις, με πρόσχημα την ηθική επιταγή.
Γιατί η Κύπρος οφείλει να πρωτοστατήσει σε μια τέτοια πρωτοβουλία.
Η Κυπριακή Δημοκρατία, ως μέλος των Ηνωμένων Εθνών, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ως χώρα με τραυματική εμπειρία από ξένη στρατιωτική επέμβαση και διχοτόμηση, φέρει ιδιαίτερη ιστορική και ηθική ευθύνη να πρωτοστατήσει σε πρωτοβουλίες προστασίας των αμάχων και ειρηνικής επίλυσης συγκρούσεων.
Υπάρχουν πολλοί λόγοι που ενισχύουν τη θέση της Κύπρου σε έναν τέτοιο ρόλο:
Ιστορική εμπειρία κατοχής και διαίρεσης: Η Κύπρος έχει βιώσει τον πόλεμο, την κατοχή και τη διεθνή αδράνεια, παρά τις ψηφισμένες αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας. Αυτή η εμπειρία την καθιστά φυσικό υπερασπιστή των αρχών του διεθνούς δικαίου και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Ηθική αρχή και διεθνής νομιμοποίηση: Η σιωπή απέναντι σε μια γενοκτονική ή μαζική καταστροφή πληθυσμού ακυρώνει το ηθικό κύρος των κρατών. Η Κύπρος, μέσα από μια γενναία διπλωματική πρωτοβουλία υπέρ της αποστολής ειρηνευτικής δύναμης στη Γάζα, μπορεί να ενισχύσει το διεθνές της προφίλ ως κράτος αρχών, πέρα από συσχετισμούς ισχύος και πέρα από τα δικά της συμφέροντα.
Γεωγραφική εγγύτητα και περιφερειακή ευθύνη: Η Κύπρος βρίσκεται στην καρδιά της Ανατολικής Μεσογείου και διατηρεί ιστορικούς, πολιτισμικούς και ανθρωπιστικούς δεσμούς με την Παλαιστίνη και τον αραβικό κόσμο. Η εγγύτητα στο πεδίο της κρίσης καθιστά τη συμμετοχή της πιο άμεση, πρακτική και ουσιαστική.
Διπλωματική ευκαιρία σε έναν πολυπολικό κόσμο: Μέσα σε ένα μεταβαλλόμενο διεθνές σύστημα, όπου η πολυπολικότητα ενισχύεται και οι παλιές ιεραρχίες αμφισβητούνται, η Κύπρος μπορεί να αναδειχθεί σε μεσολαβητικό κόμβο για ειρηνικές πρωτοβουλίες, αξιοποιώντας το μικρό της μέγεθος ως πλεονέκτημα ουδετερότητας και ευελιξίας.
Εναρμόνιση με τις αρχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης: Ως κράτος μέλος της ΕΕ, η Κύπρος οφείλει να υπερασπίζεται τις θεμελιώδεις αρχές της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου. Πρωτοστατώντας στη Γενική Συνέλευση ή σε μια πολυμερή συνεργασία κρατών, ενισχύει την ευρωπαϊκή φωνή σε παγκόσμιο επίπεδο.
Συμπερασματικά, η αποστολή διεθνούς ειρηνευτικής ή ανθρωπιστικής δύναμης στη Γάζα χωρίς την έγκριση του Συμβουλίου Ασφαλείας, μπορεί να είναι νομικά αμφισβητήσιμη, είναι όμως πολιτικά εφικτή, εφόσον στηριχθεί από τη Γενική Συνέλευση με ευρεία συναίνεση. Άλλωστε το παράδοξο αυτό ενδεχόμενο αναδεικνύει τη βαθιά κρίση νομιμοποίησης και λειτουργικότητας του ΟΗΕ. Η διεθνής κοινότητα βρίσκεται πλέον σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι: είτε θα συνεχίσει να αποδέχεται τη δικτατορία του «βέτο των ισχυρών», είτε θα διαμορφώσει νέους μηχανισμούς συλλογικής δράσης υπέρ της προστασίας των αμάχων και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Η Γάζα ίσως αποτελέσει το δοκιμαστήριο ενός νέου μοντέλου διεθνούς παρέμβασης και ενός νέου ισοζυγίου εξουσιών μεταξύ Γενικής Συνέλευσης και Συμβουλίου Ασφαλείας.
Η Κύπρος, λόγω της ιστορίας της, της γεωγραφικής της θέσης και των αξιών που δηλώνει πως πρεσβεύει, δεν μπορεί να σιωπά μπροστά σε μια σύγχρονη τραγωδία όπως αυτή της Γάζας. Πρωτοστατώντας σε μια διεθνή ειρηνευτική πρωτοβουλία, στη βάση των αποφάσεων της Γενικής Συνέλευσης, μπορεί να διαδραματίσει ρόλο ηθικής ηγεσίας και να συμβάλει στη διαμόρφωση ενός νέου παραδείγματος διεθνούς δράσης, όπου η ανθρώπινη ζωή υπερισχύει της γεωπολιτικής ισχύος.
*PhD, Κοινωνιολόγου, προέδρου Ιδρύματος Universitas