Η στασιμότητα που παρατηρείται στις διαπραγματεύσεις για την Αυτόματη Τιμαριθμική Αναπροσαρμογή (ΑΤΑ) και η ενέργεια των επιχειρηματιών έτοιμου σκυροδέματος να διαλύσουν τον σύνδεσμό τους για να αποφύγουν την υπογραφή συλλογικής σύμβασης, αποτελούν δύο όψεις του ίδιου προβλήματος: της κρίσης του κοινωνικού διαλόγου στην Κύπρο. Ένα σύστημα που για δεκαετίες λειτούργησε ως πυλώνας κοινωνικής ειρήνης και οικονομικής σταθερότητας, σήμερα δείχνει να έχει εξαντλήσει τα όριά του.
Η παρατεταμένη δυστοκία στην εξεύρεση λύσης για την ΑΤΑ αποκαλύπτει όχι μόνο τις διαφορετικές προσεγγίσεις εργαζομένων και εργοδοτών, αλλά και τη δυσκολία του κράτους να διαδραματίσει ρόλο αποτελεσματικού διαμεσολαβητή. Οι κοινωνικοί εταίροι δεν διαφωνούν απλώς στις λεπτομέρειες εφαρμογής της· διαφωνούν πλέον στη φιλοσοφία της, στην έννοια της αναδιανομής και της συμμετοχής στα οφέλη της ανάπτυξης.
Το επεισόδιο με τον Σύνδεσμο Εργοδοτών Έτοιμου Σκυροδέματος, που επέλεξε τη διάλυση αντί της διαπραγμάτευσης, καταδεικνύει την αποδυνάμωση της συλλογικής ευθύνης. Όταν η οργανωμένη εκπροσώπηση υπονομεύεται, ο διάλογος χάνει τη θεσμική του ισχύ.
Η ανανέωση της διαδικασίας του κοινωνικού διαλόγου προβάλλει ως αναγκαιότητα. Απαιτείται ένα νέο πλαίσιο που να προσαρμόζεται στα δεδομένα της σύγχρονης οικονομίας, στην αυξανόμενη ευελιξία των μορφών απασχόλησης και στην ανάγκη διαφάνειας και συμμετοχικότητας. Η κυβέρνηση οφείλει να επαναπροσδιορίσει τον ρόλο του Τμήματος Εργασιακών Σχέσεων, ενισχύοντας θεσμικά τη μεσολαβητική του ισχύ, ενώ οι κοινωνικοί εταίροι οφείλουν να επενδύσουν ξανά στην κουλτούρα του διαλόγου και όχι της σύγκρουσης.
Ο κοινωνικός διάλογος μπορεί να ανανεωθεί μέσα από ένα πλέγμα στοχευμένων θεσμικών και πρακτικών παρεμβάσεων, όπως με τον διορισμό ενός ανεξάρτητου «απεσταλμένου κοινωνικού διαλόγου» στην Κύπρο, κατά το πρότυπο της ΕΕ, που θα διαδραματίζει ρόλο συντονιστή και διαμεσολαβητή σε διαφορές μεταξύ κοινωνικών εταίρων, την ενίσχυση της διαφάνειας με ανοιχτές διαδικασίες διαβούλευσης και τακτική δημοσιοποίηση των θέσεων και προτάσεων των μερών, την οργάνωση εξειδικευμένων εκπαιδευτικών προγραμμάτων για την ανάπτυξη δεξιοτήτων διαπραγμάτευσης και διαμεσολάβησης, ενισχύοντας την εμπιστοσύνη μεταξύ των μερών και την ενεργοποίηση και της Πολιτείας ως ισοδύναμου εταίρου, με ενισχυμένο διαμεσολαβητικό ρόλο και σύγχρονη θεσμική στήριξη.
Η Κύπρος έχει παράδοση συνεννόησης και κοινωνικής μετριοπάθειας – αρετές που δεν πρέπει να χαθούν. Η επόμενη μέρα απαιτεί θεσμικό εκσυγχρονισμό, ειλικρίνεια στις διαπραγματεύσεις και κυρίως κοινή επίγνωση ότι η κοινωνική ειρήνη δεν είναι δεδομένο, αλλά είναι αποτέλεσμα συνεχούς προσπάθειας και αμοιβαίου σεβασμού.