Μία εβδομάδα μετά τη νίκη του Tufan Erhürman, αν πραγματικά σε νοιάζει το κυπριακό πρόβλημα, αισθάνεσαι ότι βαδίζεις πάνω σε ένα εύθραυστο και πολύτιμο κρύσταλλο. Οι συζητήσεις με μέλη της κοινωνίας των πολιτών και της κοινής γνώμης δείχνουν καθαρά ότι η απογοήτευση για τις προοπτικές λύσης είναι βαθιά.
Εν ριπή οφθαλμού, όλοι καταλήγουν σε συμπέρασμα αντί να εξετάσουν το ενδεχόμενο μιας εξέλιξης, ενισχύοντας ό,τι ήδη γνωρίζουν αντί να φανταστούν τι θα μπορούσε να συμβεί. Το κλειδί, λένε, βρίσκεται στην Τουρκία, γιατί ο Τουφάν Ερχιουρμάν δεν μπορεί να δράσει μόνος του. Αυτή είναι η αφήγηση που έχει εδραιωθεί εδώ και χρόνια, θεωρώντας δεδομένο ότι οι λέξεις από μόνες τους έχουν βάρος. Είναι σαν να μην μας πέρασε ποτέ από το μυαλό ότι έχουμε ιδιοκτησία του κυπριακού προβλήματος, ότι είναι δικό μας να το λύσουμε, να το φροντίσουμε και να αναλάβουμε την ευθύνη του.
Στην καλύτερη περίπτωση, τα μετριοπαθή ΜΜΕ των Ελληνοκυπρίων μιλούν για συγκρατημένη αισιοδοξία αλλά ακόμη και αυτό ακούγεται γενναιόδωρο.
Και αν μιλήσεις με Τουρκοκύπριους, δεν αισθάνεσαι την κόπωση, φεύγεις με μια αίσθηση ότι η υπομονή έχει εξαντληθεί. Αν εμείς, στην πλευρά μας, μπορούσαμε για μια στιγμή να αφήσουμε στην άκρη τα δικά μας τραύματα και να κατανοήσουμε πραγματικά τους φόβους για σχεδόν εξαφάνιση και απομόνωση που νιώθουν στον βορρά, ίσως συνειδητοποιούσαμε ότι η δική μας έλλειψη διάθεσης για λύση και η προσκόλλησή μας σε μια αφήγηση 51 ετών ίσως δικαιολογούν την απογοήτευση των απέναντι.
Φυσικά, ανησυχούμε επίσης για το πώς αυτή η απογοήτευση μπορεί να ερμηνευθεί εδώ ως σκληρή ρητορική ή εθνικισμός, γεγονός που με τη σειρά του απομακρύνει τη δική μας πλευρά ακόμη περισσότερο. Γίνεται ένας φαύλος κύκλος που ωφελεί τους σκληροπυρηνικούς και στις δύο πλευρές. Μία εβδομάδα μετά τις εκλογές των Τουρκοκυπρίων, αντί να θεωρηθεί το αποτέλεσμα ως ορόσημο ή έστω ως ένα δείγμα για να χτιστεί κάτι, κινδυνεύουμε να το δούμε ως ένα ακόμα επεισόδιο σε μια μακρά λίστα πολιτικών μετατοπίσεων που τελικά δεν αλλάζουν τίποτε ουσιαστικό.
Η δυναμική, ωστόσο, το περιβόητο μομέντουμ, υπάρχει μόνο αν εμείς θελήσουμε να υπάρξει. Μετά από τόσες αποτυχημένες προσπάθειες, οι συνομιλητές και από τις δύο πλευρές πρέπει να αρχίσουν να κατανοούν όχι μόνο πώς οι δηλώσεις τους αντηχούν εσωτερικά αλλά και πώς γίνονται αντιληπτές από την άλλη πλευρά. Κάθε λέξη έχει σημασία και κάθε μήνυμα μπορεί είτε να χτίσει εμπιστοσύνη είτε να βαθύνει την καχυποψία. Εκτός αν η κοινή γνώμη και τα μέσα ενημέρωσης εμπλέκονται πραγματικά σε μια διαδικασία συμφιλίωσης στη βάση της αλληλοκατανόησης αντί της ενίσχυσης του φόβου, είμαστε καταδικασμένοι σε αποτυχία.
Άρα, δεν πρόκειται για το αν θα αδράξουμε την ευκαιρία της στιγμής. Πρόκειται για το αν θα επιδείξουμε θάρρος, αν θα ακούσουμε, συμπονέσουμε και ξανασκεφτούμε τις ιστορίες που λέμε στον εαυτό μας εδώ και μισό αιώνα. Η λύση είναι μια δύσκολη απόφαση αλλά, με συμβιβασμό ή χωρίς, πρέπει να ληφθεί μια απόφαση, μία που πρέπει να προέλθει από έντιμη ηγεσία που βλέπει το μέλλον της Κύπρου. Είναι μια σοβαρή και στρατηγική απόφαση, που η Ιστορία θα κρίνει, και από την οποία ούτε η μεγάλη ούτε η δειλή ηγεσία δεν μπορεί να ξεφύγει. Αν οι ηγέτες δεν εμπλέξουν τον λαό τους με ειλικρίνεια, αν αποτύχουν ξανά να συμπεριλάβουν τους ίδιους τους ψηφοφόρους που τους εμπιστεύονται, τότε, κανένας ηγέτης δεν μπορεί να κουβαλήσει το βάρος μιας λύσης στους ώμους του. Αυτό λέει η μέχρι τώρα εμπειρία μας μετά από κάθε εκλογική αναμέτρηση, ελπίδα που γεννιέται και μετά σβήνει. Ας δούμε, επιτέλους, κάτι διαφορετικό.






