Υπέβαλε την πιο επίκαιρη ερώτηση στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης ο αγαπητός μου φίλος Τζεμάλ Γιλντιρίμ, ο οποίος κέρδισε μεγάλη εκτίμηση και στις δύο πλευρές του νησιού και κατέκτησε τις καρδιές με την ταινία «Θετός Πατέρας». Η ερώτηση είναι η εξής: «Ως Τουρκοκύπριος υπερασπίζομαι τον τερματισμό των εγγυήσεων στην Κύπρο και την απόσυρση από το νησί των ελληνικών και των βρετανικών στρατευμάτων, συμπεριλαμβανομένων και του τουρκικού στρατού. Τότε, ποιος Πρόεδρος με υπερασπίζεται αυτή τη στιγμή; Ο Τουφάν ή ο Νίκος;» Σωστή ερώτηση. Κάτω από αυτήν υπάρχουν κάμποσα σχόλια. Σε ένα από αυτά αναφέρεται το εξής: «Αν βλέπετε τον εαυτό σας ως πολίτη της Κυπριακής Δημοκρατίας, τότε ο Νίκος. Αν τον βλέπετε ως πολίτη της ΤΔΒΚ, τότε ο δούλος της Τουρκίας Τουφάν». Ένα ωραίο σχόλιο είναι και το εξής: «Ό,τι υποφέραμε μέχρι τώρα, το υποφέραμε από αυτούς του εγγυητές. Ο ένας τους έκανε πραξικόπημα, ο άλλος μοίρασε στα δυο το νησί και το κατέχει, ο δε άλλος γέλασε τρίβοντας τα χέρια του από χαρά. Αυτό το νησί, ούτε όπλα, ούτε στρατούς, ούτε εγγυητές θέλει. Να μην μας ενοχλούν και μπορούμε να ζήσουμε σαν άνθρωποι».
Ο Τζεμάλ είναι ιδεαλιστής. Και αποκαλούν τους ιδεαλιστές ονειροπόλους, μειώνοντάς τους. Μάλιστα είναι ουτοπιστής. Έτσι αποκαλούν και εμένα επειδή ονειρεύομαι μια πατρίδα, ένα κράτος και έναν λαό. Θεωρούν ανέφικτο πλέον να θέλεις μια ενιαία πατρίδα αδιαίρετη εδώ. Η τραγωδία την οποία βιώσαμε μάς οδήγησε σε ένα σημείο που δεν θα μπορούσαμε να ζητήσουμε ακόμα και την ακεραιότητα της πατρίδας μας. Κατά την γνώμη μου, αυτό δεν είναι τίποτε άλλο από παράδοση. Από πότε έγινε όνειρο μια ενιαία Κύπρος; Από το 1974; Πριν από το 1974 είχαν ένα όνειρο οι Κύπριοι πατριώτες. «Μια Κύπρο ανεξάρτητη, αδέσμευτη και απαλλαγμένη από βάσεις». Ανήκει στην Ιστορία αυτό. Κανείς πλέον δεν αναφέρεται σε αυτό. Δεν υπάρχει έστω και ένα πανό! Τι έγινε; Είναι πολύ ουτοπικό; Δεν σας φαίνεται πολύ στενάχωρο να ζείτε σε μια κοινωνία που δεν έχει όνειρα και ουτοπίες; Δεν σας έμαθε ο Τσε να ζητάτε το αδύνατον; Μήπως ήταν κάτι πολύ εφικτό η ανατροπή της δικτατορίας κοτζάμ Μπατίστα και η δημιουργία μιας σοσιαλιστικής Κούβας κάτω από τη μύτη της Αμερικής;
Λένε πως ακόμα και αν φύγουν τα τουρκικά και τα ελληνικά στρατεύματα, τα βρετανικά δεν φεύγουν. Γιατί; Μήπως παλουκώθηκαν εδώ; Όλοι φεύγουν, εκείνοι γιατί δεν φεύγουν; Εμείς οι τρελοί Κύπριοι, αν βάλουμε λίγο μυαλό, αν ενωθούμε σε ένα ενιαίο μέτωπο, πάλι δεν ωφελεί σε τίποτα;
Ο Νίκος δεν είπε φυσικά «να φύγουν όλοι οι ξένοι στρατοί από το νησί». Δεν είπε να φύγουν οι Βρετανοί, να κλείσουν οι βάσεις. Ο τουρκικός στρατός να φύγει είπε. Είναι αλήθεια πως δεν είπε να φύγει και ο ελληνικός στρατός, όμως, αφού είπε να καταργηθούν οι εγγυήσεις, είναι σαν να είπε. Τόσο στον νότο όσο και στον βορρά υπάρχει μια πλειοψηφία η οποία ζητά η λύση να είναι υπό το φως των «πραγματικοτήτων που υπάρχουν στο νησί». Ποιες είναι αυτές οι πραγματικότητες; Πρώτα απ’ όλα θα γίνει αποδεχτό ότι το νησί είναι μοιρασμένο και δεν θα μπορέσει να είναι ενιαίο ξανά. Θα γίνει αποδεχτός ο πληθυσμός που μεταφέρθηκε στο νησί μετά το 1974. Στο περιουσιακό θα γίνουν αποδεχτά τα δικαιώματα του χρήστη και όχι του ιδιοκτήτη. Θα γίνει αποδεχτό ότι η Κερύνεια είναι πλέον «τουρκική Κερύνεια» και η Καρπασία «τουρκική Καρπασία». Η Καρσίγιακα δεν θα γίνει ποτέ ξανά Βασίλεια και το Γενί Ερένκιοϊ δεν θα γίνει Γιαλούσα. Μια λίστα παρόμοια με αυτά είναι οι πραγματικότητες στο νησί. Η ελληνοκυπριακή πλευρά συναίνεσε σε ένα μέρος αυτών. Και αποδέχτηκε την ομοσπονδία την οποία δεν ήθελε καθόλου πριν το 1974. Είναι η πρώτη κίνηση που επέβαλε ο κερδισμένος στον χαμένο. Από το όνειρο της ένωσης στην ομοσπονδία. Τι είδους άλμα είναι αυτό; Αλήθεια, μήπως δεν ήταν ουτοπιστές εκείνοι που κάποτε ζητούσαν ένωση; Δεν τους είπε κανείς ότι αυτό ήταν μια ουτοπία; Μήπως είναι πιο ουτοπικό τώρα το μια πατρίδα, ένα κράτος, ένας λαός;
Να μην σβήσουν ποτέ τα όνειρά σου, Τζεμάλ μου. Και οι δικές μου ουτοπίες. Να σκάσει όποιος είναι να σκάσει. Αν ντρέπονται επειδή αναγκάστηκαν να επιλέξουν το καλύτερο κακό, ας ντρέπονται εκείνοι!






