Όλα όσα έχουν διαδραματιστεί γύρω από τον εικαστικό Γιώργο Γαβριήλ σαφώς και δεν είναι απλώς μια διαμάχη γύρω από την τέχνη. Είναι ένα ανησυχητικό σύμπτωμα του τρόπου με τον οποίο η ακροδεξιά, ο ψευδοπατριωτισμός και η θεσμική ανοχή διαβρώνουν τη δημόσια ζωή στην πατρίδα μας. Όταν η καλλιτεχνική έκφραση παρουσιάζεται ως «απειλή για την πίστη και το έθνος», τότε, το πρόβλημα δεν είναι η εικαστική πρόταση, είναι η κοινωνία που ανέχεται τον εκφοβισμό αλλά δεν ανέχεται τη δημοκρατία και την ελευθερία της έκφρασης.
Στα μάτια των νοήμονων ανθρώπων η τέχνη του Γαβριήλ δεν είναι η αντανάκλαση ενός αντιθρηστευτικού μένους. Στρέφεται κατά της υποκρισίας των αυτόκλητων υπερασπιστών των «ιερών και των οσίων» και υπηρετεί τον αυταρχισμό, τον αποκλεισμό και το μίσος. Αυτή η κριτική στάση του ζωγράφου προκάλεσε την οργή, τον παροξυσμό και τον απόλυτο αυταρχισμό των ακραίων. Όχι επειδή «προσβλήθηκαν τα θεία» αλλά επειδή αμφισβητήθηκε η ιδιοποίηση της πίστης από πολιτικούς και ιδεολογικούς μηχανισμούς.
Η Ακροδεξιά στην Κύπρο λειτουργεί μεθοδικά: Δαιμονοποιεί πρόσωπα, φορτίζει συναισθηματικά τον λόγο, καλλιεργεί ηθικό πανικό και στη συνέχεια αποσύρεται, αφήνοντας τους πιο φανατικούς να «κάνουν τη βρόμικη δουλειά». Σε αυτό το σημείο εμφανίζονται οι ηθικοί αυτουργοί: όσοι με δημόσιες δηλώσεις, υπαινιγμούς και καταγγελτικό λόγο προλειαίνουν το έδαφος με το δηλητήριο του μίσους και τώρα, στην απόλυτη σιγή τους, προσποιούνται ότι δεν φέρουν καμία ευθύνη για τις συνέπειες.
Η επίθεση με εκρηκτικό μηχανισμό στην οικία του εικαστικού Γιώργου Γαβριήλ δεν έπεσε από τον ουρανό. Είναι το αποτέλεσμα ενός κλίματος που οικοδομήθηκε και οικοδομείται συνειδητά. Η σιωπή ή οι ίσες αποστάσεις μετά από τέτοιες πράξεις δεν συνιστούν μετριοπάθεια, συνιστούν συνενοχή.
Ιδιαίτερα προβληματική είναι η στάση πολιτικών δυνάμεων που αυτοχαρακτηρίζονται φιλελεύθερες αλλά διστάζουν να συγκρουστούν με τον φανατισμό, φοβούμενες το πολιτικό κόστος. Στο όνομα ενός δήθεν πατριωτισμού, ανέχονται ή αναπαράγουν τη ρητορική της Ακροδεξιάς. Όμως ο πατριωτισμός που φιμώνει την τέχνη και τρομοκρατεί τη σκέψη δεν είναι πατριωτισμός, είναι μια βαθιά παθογένεια που δυστυχώς οδηγεί την κοινωνία σε δύσβατα μονοπάτια που μας φέρνουν πενήντα και πλέον χρόνια πριν, σε πράξεις που οδήγησαν σε τραγωδίες.
Η ανοχή σε τέτοια φαινόμενα ενισχύει αναπόφευκτα τον εθνικισμό, τον ρατσισμό και τη θρησκοληψία. Μια ευρωπαϊκή χώρα δεν μπορεί να πορεύεται με λογικές σκοτεινών εποχών. Η υπεράσπιση της ελευθερίας της τέχνης δεν είναι αισθητικό ζήτημα. Είναι πολιτική και ηθική υποχρέωση. Γιατί, όταν στοχοποιείται η τέχνη, το επόμενο βήμα είναι η στοχοποίηση της ίδιας της δημοκρατίας.







