Του Δημήτρη Τσαγαλά
Κα Αλιφέρη, πριν σας γνωρίσει το πανελλήνιο, ποια ήσασταν; Αν συναντούσαμε τη μικρή Μαρία στον Άγιο Ιωάννη Λακωνίας, τι θα βλέπαμε;
Θα βλέπατε ένα πολύ σιωπηλό παιδί, πολύ εσωστρεφές και παράλληλα πολύ γελαστό. Περίεργη αντίφαση, το ξέρω. Παράλληλα θα βλέπατε και ένα παιδί που ήταν συνεχώς αναρωτώμενο: Γιατί το ένα, γιατί το άλλο, γιατί συμβαίνει αυτό, γιατί... είχα πολλές απορίες σαν παιδί. Όπως όλα τα παιδιά.
Πώς μπήκε η υποκριτική στη ζωή σας; Ήταν επιλογή καρδιάς ή αντίδραση σε κάτι άλλο;
Να το πω κάτι άλλο. Σίγουρα είναι καρδιάς, αλλά θα το πω με έναν άλλον όρο που συνηθίζω πια, κάποια κομβικά γεγονότα της ζωής μου να ονομάζω. Λέω ήταν ευλογημένη στιγμή μιας και τελείως αιφνίδια ένα βράδυ, όντας φοιτήτρια ήδη στη Νομική, χωρίς να έχω σκεφτεί ποτέ μου τι και πως, είπα «αυτό θέλω να κάνω». Τόσο απλά.
Άρα δεν τέθηκε το δίλημμα: Νομική ή υποκριτική…
Ούτε κατά διάνοια. Απλά είπα: «Να ένας τρόπος να εκδηλώσω τον εαυτό μου…να γίνω ηθοποιός». Και από κει και πέρα οι ήρθαν όλα με πολλή δουλειά αλλά και με θαυμαστό τρόπο. Γι' αυτό σας λέω: Είναι αποφάσεις καρδιάς αυτές, απλώς εσύ δεν το ξέρεις. Ε, και εγώ τα λέω αυτά ευλογίες (γέλιο) και το να ακολουθείς την καρδιά σου.
Ζήσατε την εποχή της έντονης τηλεθέασης της δεκαετίας του ’80, της αγάπης του κοινού, της ατάκας “Σας αγαπώ”. Τι συναισθήματα σας άφησε εκείνη η περίοδος;
Πολύ χαρά και πάνω από όλα πολλή δουλειά σχεδόν στα όρια υπερκόπωσης. Αλλά είχα πολλή χαρά, πολλή δημιουργικότητα και πολύ ευθύνη και γενικότερα όλα ήταν στον υπερθετικό βαθμό. Και βεβαίως λάμβανα πολύ αγάπη από τον κόσμο που ήταν το κορυφαίο όλων.
Πώς προέκυψε η ατάκα αυτή;
Πάλι από την καρδιά μου. Σε κάποια εκπομπή ήταν τόση αγάπη του κόσμου που είπα καληνύχτα, αλλά ήθελα να πω και κάτι παραπάνω. Και λέω σας αγαπώ και έμεινε πια (γέλιο).
Ποια ήταν η πιο φωτεινή και ποια η πιο σκοτεινή στιγμή της καριέρας σας;
Και από τα δύο έχει η καριέρα μου όπως και ο δρόμος της ζωής μας… άρα και η καριέρα.
Υπήρξαν και πολύ φωτεινές και πολύ σκοτεινές, που εγώ δεν τις λέω καλές ή κακές. Απλώς και αυτές τις λεγόμενες σκοτεινές, εγώ τις θεωρώ ώρες σιωπής για να δει κανείς τι μεταμόρφωση και τι μετακίνηση μπορεί να κάνει.
Στην ουσία η δυσκολία δεν είναι να κολλήσεις και να αρχίσεις να φωνάζεις. Είναι να κάνεις μια εσωτερική στροφή και να δεις τι δεν έχεις κάνει, τι έκανες λάθος, τι θα μπορούσες να κάνεις. Άρα είναι μια στροφή μέσα στον εαυτό σου για να τα μεταμορφώσεις σε φως. Και έτσι εγώ δεν ονομάζω κακές στιγμές τις δύσκολες στιγμές.
Υπήρξε κάποια στιγμή που είπατε «τα παρατάω ή δεν αντέχω άλλο»;
Όχι, δεν είπα ποτέ τα παρατάω. Αλλά να νιώσω δύσκολα, να νιώσω αδικημένη, να νιώσω αυτό που λέμε αρνητικά, ναι. Αλλά δεν έμεινα εκεί. Αυτό ήταν πάντα μια είναι αφορμή να δω τι γίνεται. Όλες οι δυσκολίες είναι αφορμή για να μεταμορφωθείς, να μετακινηθείς.
Υπήρχε κάποιο πρόσωπο-σταθμός που σας ενέπνευσε να ακολουθήσετε το θέατρο;
Όχι. Ήταν σαν να περπατούσα στα τυφλά που λέμε. Ένα βράδυ μόνη μου στο σπίτι έγραφα, σαν φοιτήτρια. Ένιωθα πίεση με τη Νομική, δηλαδή ότι δεν είναι αυτό που ήθελα και έτσι ήρθε η επιφοίτηση (γέλιο). Γενικά δεν είχα ερεθίσματα μιας και μεγάλωνα στην επαρχία και στα 17 μου πήγα στην Αθήνα για σπουδές. Στην εποχή μου ήταν απαγορευμένο να πηγαίνεις θέατρο και κινηματογράφο και στα σχολεία μας απαγόρευαν να πάμε σινεμά. Άρα δεν είχα πρότυπα.
Πρόσφατα έφυγε ο Νίκος Γαλανός. Τι θυμάστε από τη συνεργασία σας μαζί του;
Ο Νίκος είναι αδερφός μου. Έχουμε ξεκινήσει σχεδόν μαζί - εκείνος πιο νωρίς από μένα - αλλά συναντηθήκαμε πάρα πολύ νωρίς. Δουλέψαμε πολύ και θεατρικά και τηλεοπτικά και κυρίως συνδεθήκαμε μια πολύ, πολύ μεγάλη αγάπη, με μεγάλες συζητήσεις, μεγάλα μοιράσματα. Εξαιρετικό πλάσμα ο Νίκος. Σπάνιο για το χώρο μας. Ας είναι καλά εκεί που έχει πάει…ήταν ένα εξαιρετικό πλάσμα.
Λέτε συχνά πως το θέατρο ήταν πάντα η μεγάλη σας αγάπη. Γιατί; Τι σας προσφέρει που δεν σας έδωσε ποτέ η τηλεόραση;
Το σπίτι μας είναι η ψυχή μας όλων. Μεγάλη αγάπη το θέατρο και προσφέρει πολλά η τέχνη. Πάρα πολλά. Και αυτοανάλυση, μια προσωπική ματιά, κάθαρση και προσφορά στον κόσμο και επικοινωνία. Η δουλειά του καλλιτέχνη, αν την κάνει έντιμα και με καρδιά, προσφέρει και στις δύο πλευρές - και στον καλλιτέχνη και στους αποδέκτες - πάρα πολλά δώρα.
Το θέατρο είναι το μοίρασμα, είναι η επικοινωνία, είναι η κάθαρση… είναι η αμεσότητα και ο τρόπος που επικοινωνείς. Το αποτέλεσμα είναι ότι επικοινωνούμε και ανοίγονται δρόμοι με τον κόσμο. Η αμεσότητα που παίζει σε ένα ρόλο σε βοηθάει τόσο άμεσα να μπεις και στην ψυχή σου. Θέλω να πω, η αμεσότητα που απαιτεί το θέατρο είναι το μέσον για να συμβούν όλα τα άλλα τα δώρα που λέμε.
Υπάρχει κάποιος ρόλος που σας “έσπασε” ή σας μεταμόρφωσε βαθιά;
Όλοι οι ρόλοι μεταμορφώνουν. Γιατί ο καθένας, το κάθε πρόσωπο, ο κάθε ρόλος, η κάθε προσωπικότητα που κάνεις, σκαλίζει άλλα κομμάτια του και από αυτά μαθαίνεις κι εσύ όλα. Όλοι οι ρόλοι προσφέρουν κάτι.
Εμείς ως θεατές το βιώνουμε διαφορετικά, νομίζω από ότι εσείς το σανίδι. Εμάς, εμείς δεχόμαστε αυτό το οποίο εσείς μας στέλνετε. Είμαστε, είμαστε οι δέκτες, εσείς την πομποί…
Νομίζετε να ξέρετε ότι αυτό που αισθάνεστε εσείς είσαστε δέκτες προς εμάς; Είναι αμφίδρομη κίνηση. Αν δεν είναι, δεν υπάρχει επικοινωνία, δεν υπάρχει θέατρο. Εσείς δεν το καταλαβαίνετε, αλλά εμείς το αφουγκραζόμαστε. Ξέρουμε ότι έχει ανοίξει μια αύλακα, ένας διάδρομος.
Άλλοι αγγίζουν τον ψυχισμό σου που ήδη ξέρεις ότι έχεις. Άλλοι ρόλοι αγγίζουν πιο άγνωστα κομμάτια του εαυτού σου που δεν ξέρεις ότι τα έχεις αλλά αναδύονται λόγω του ρόλου. Γι αυτό λέω ότι όλοι οι ρόλοι προσφέρουν κάτι. Μα όλοι.
Βρεθήκατε στη Λευκωσία για τo θεατρικό αναλόγιο «Χαρίκλεια Καβάφη». Πόσο ταυτίζεστε με την ηρωίδα του έργου;
Μεταξύ μυθοπλασίας και πραγματικών στοιχείων ο Κοραής Δαμάτης έχει κινηθεί πάρα πολύ όμορφα: Η Χαρίκλεια είναι μάνα, είναι κόρη, είναι αδερφή, είναι μετανάστρια, είναι μαμά ένα εννιά παιδιών… έχει περάσει πολλά. Θέλω να πω, όλα της με αγγίζουν… Ίσως η σχέση με τον Κωνσταντίνο είναι συγκινητική… με τον άντρα της τον ίδιο… Με την κόρη που έχασε το ίδιο. Βλέπεις πως κάθε πτυχή της αγγίζει και τον ηθοποιό αλλά και τον θεατή.
Βέβαια, o ρόλος είναι βιωματικός. Αν δε γίνεις ένα με το πρόσωπο, αν δεν μπεις στην ψυχή του προσώπου, τότε δεν είναι βιωματικό. Απλά μιμείσαι… Δεν επικοινωνείς με το πρόσωπο.
Έχετε πει ότι σας απομάκρυναν τη δεκαετία του ‘80. Πώς βιώνεται η αποσιώπηση; Και πώς την ξεπερνάει κανείς χωρίς να πικραθεί;
Η αλήθεια είναι ότι πικραίνεσαι και πονάει και η αδικία πρώτα απ’ όλα πονάει πολύ περισσότερο από έναν αναμενόμενο πόνο. Με τις δυσκολίες πικραίνεσαι και πονάς και πολύ. Το θέμα είναι τι τον κάνεις αυτόν τον πόνο; Τον πετάς δεξιά αριστερά, επιτιθέμενος, βρίζοντας, παραπονούμενος ή έρχεσαι μέσα στον εαυτό σου, τον αφομοιώνεις και λες τι κάνουμε τώρα παρακάτω; Δε μας λυγίζει αυτό.
Πονάει. Πονάει πάρα πολύ. Αλλά εκεί μπαίνει το δίλημμα. Ή επειδή αδικείσαι, αρχίζεις και φωνάζεις και βρίζεις και παραπονιέσαι και καταθλίβεσαι, από τη μία πλευρά ή λες στοπ! Αντέχεις τον πόνο, τον αφομοιώνεις και αμέσως ενεργοποιείσαι. Τι κάνω παρακάτω; Άρα δεν καταναλώνεσαι στην γκρίνια ή στο παράπονο ή δεν αφήνεσαι στον πόνο. Ενεργοποιείσαι για το επόμενο βήμα.
Νιώσατε ποτέ ότι έπρεπε να “υπερασπιστείτε” την ταυτότητά σας απέναντι σε στερεότυπα ή ταμπέλες;
Πάντα. Οπότε θυμάμαι τον εαυτό μου και μεγαλώνοντας όλο και περισσότερο. Δεν πιστεύω στα στερεότυπα. Δεν πιστεύω στο πώς με βλέπει ο άλλος. Εκείνο που κυνηγάω είναι να βρίσκω όλο και περισσότερο την αυθεντικότητά μου και εύχομαι αυτό να φτάνει στους άλλους ανθρώπους. Αλλά δε θα αλλοίωνα τον εαυτό μου για να συμφωνήσει ή για να αρέσω σε κάποιον.
Πολλές φορές οι ηθοποιοί έχουν αυτό το μαγικό χάρισμα, να κάνουν κόντρα ρόλους. Αλλάζει τον ηθοποιό αυτό; Μεταβάλλεται το είναι του μέσα σε αυτή τη διαδικασία;
Και η καλύτερη άσκηση για τον ηθοποιό. Και κάθαρση, αλλά και άσκηση ερμηνευτική. Βέβαια, ανακαλύπτει κι άλλο τον εαυτό του στοχαστικά. Τα πρώτα χρόνια που ξεκίνησα, έλεγα δεν ξέρω κωμωδία, δεν κάνω κωμωδία ή δε μου πάει. Έκανα τα πέντε, έξι χρόνια εν πάση συγκυρία κωμωδία και ξαφνικά τη λάτρεψα. Και έτσι κάνω και ακραία, έχω κάνει πια και ακραία κωμωδία, φάρσα και αρχαίο δράμα και τραγωδία. Τα πέντε πρώτα χρόνια νόμιζα πως δεν το έχω.
Έχετε μιλήσει για πνευματική αναζήτηση. Πότε καταλάβατε ότι η ζωή δεν είναι μόνο ρόλοι και προβολείς;
Νομίζω από πολύ νωρίς και σας είπα γιατί. Τις απαντήσεις άρχισα να τις παίρνω μεγαλώνοντας σιγά σιγά. Αλλά είχα πολλά ερωτήματα: Τι είναι η ζωή; Τι είναι ο άνθρωπος; Τι σκοπό έχει; Τι νόημα έχει αυτό;
Περισσότερο ίσως από τα παιχνίδια της νεαρής ηλικίας, είχα έντονα ερωτηματικά για τη ζωή, για την ύπαρξη, για τον άνθρωπο, για την επικοινωνία. Πάρα, πάρα πολλά ερωτηματικά. Πάρα πολλά απαντώνται. Αλλά να σας πω κάτι; Ο Σωκράτης είχε δίκιο: "Όσο κάτι μαθαίνεις, τόσο καταλαβαίνεις ότι ξέρεις πολύ λίγα". Εν οίδα ότι ουδέν οίδα…
Πιστεύετε ότι η τέχνη, τελικά, μπορεί να γιατρέψει έναν άνθρωπο – ή και μια κοινωνία;
Να γιατρέψει είναι μεγάλη κουβέντα. Μπορεί όμως να ξεκουράσει, να ξυπνήσει, να ενεργοποιήσει, να κάνει πολλές εσωτερικές διεργασίες που είναι όλες θετικές για τον άνθρωπο. Να αλλάξει την κοινωνία θα έλεγα είναι χρέος της παιδείας και της πολιτικής. Θα μου πεις, το θέατρο είναι παιδεία; Ναι, αλλά δεν είναι η άμεση παιδεία. Να σου μάθω το αλφάβητο σημαίνει ότι εκπαιδεύω, παιδαγωγώ την ψυχή σου. Άρα όντως μπορεί να μεταμορφώσει, γιατί διαφοροποιεί εσωτερικά τον άνθρωπο, τον αναβαθμίζει μάλλον εσωτερικά.
Ποια είναι η σχέση σας με τον ανιψιό σας, Προμηθέα Αλειφερόπουλο, και τι του έχετε μεταδώσει ως πιο σημαντικό «μάθημα»;
Θα σου πω για τον Προμηθέα: Είναι το πρωτοτόκιμο, μιας και είναι το πρώτο από τα πέντε ανίψια μου. Ο Προμηθέας έγινε ηθοποιός και ήταν πραγματικά δική του επιλογή και πραγματικά το ήθελε - δεν υπήρξε επιρροή από μένα. Εκεί που συνυπήρξαμε και συνυπάρχουμε είναι σε συζητήσεις: Συζητούμε για το θέατρο, τον άνθρωπο, κλπ. Η επιλογή του θέατρου μπορεί να μην έγινε με επιρροή δική μου, αλλά η πνευματική μας σχέση είναι ασύλληπτη. Όπως λέει εκείνος και προσωπικά και δημόσια: Η Μαρία, λέει, είναι η πνευματική μου μητέρα.
Πρόσφατα σας είδαμε με μεγάλη συγκίνηση ως θεατές στα «Τετράγωνα των Αστέρων» όχι ως παρουσιάστρια αλλά ως καλεσμένη. Πώς βιώσατε αυτή την επιστροφή;
Έχω μεγαλώσει, κόσμο και κόσμο (γέλιο). Τι ωραία που είναι! Και πολύ συγκινητικό για μένα. Πήγα στα Τετράγωνα των Αστέρων για να τιμήσω τη Σμαράγδα, που είναι αγαπημένη φίλη και κόρη του αγαπημένου μου, Ντίνου Καρύδη. Για μένα είναι κάτι που έχει περάσει με πάρα πολύ κέφι. To σακούλι μου είναι πολύ γεμάτο από χαρά, ανταπόδοση και πολλά πράγματα.
Η πρόσφατη παρουσία μου ήταν κάτι άλλο… Ήταν πια για τη Σμαράγδα (σ.σ. Καρύδη) που είναι η παρουσιάστρια. Και ένιωσα πάρα πολύ όμορφα.
Αν σας ζητούσαν να επιστρέψετε στην τηλεόραση, αλλά με τους δικούς σου όρους, τι είδους εκπομπή ή σειρά θα θέλατε να έχετε;
Έκτακτα και αποσπασματικά έχω κάνει κατά καιρούς εκπομπές παρόλο που έχω δοθεί πολύ στο θέατρο. Έχω κάνει πολλά είδη ρόλων. Επειδή έχω κάνει και στην τηλεόραση ένα σωρό ρόλους αλλά και δημοσιογραφική δουλειά - έχω κάνει και κωμωδία και ραδιόφωνο και δράμα- θέλω κάτι να μου κάνει «κλικ». Και πιστέψτε με- δεν είναι ένα αλλά μπορεί να είναι εκατό διαφορετικά πράγματα.
Γενικά δεν έχω στεγανά. Θα ήθελα να είναι μία εκπομπή λόγου: Να «σκαλίζω» τον άλλον, το «μέσα» του: Φόβους, ψυχολογία, αλλά και βαθύτερα πράγματα.
Ας πούμε μια εκπομπή λόγου. Ένας ακραίος ρόλος που να έχει υποκριτικές απαιτήσεις. Μεγαλώνοντας έχεις πια περισσότερες απαιτήσεις - δεν είσαι μια εικόνα μόνο. Είσαι εσωτερικός κόσμος που έχει πια, έχει πολλές εμπειρίες και όλα αυτά θέλει να τα πει παίζοντας. Άρα θα έλεγα πιο πυκνοί ρόλοι, πιο σύγχρονοι και πιο απαιτητικοί ρόλοι.
Πώς είναι η σχέση σας σήμερα με το κοινό; Νιώθετε ότι σας θυμούνται ή θεωρείτε ότι σας έβαλαν στο χρονοντούλαπο;
Τίποτα δεν έχει αλλάξει (γέλιο) και αυτό είναι το μαγικό. Η σχέση αυτή εκφέρεται με διαφορετικές μορφές, όπως αγάπη και συγκίνηση. Τα νεότερα παιδιά που έχουν μεγαλώσει με μένα, με παλαιότερους, μεγαλύτερους που έχουν κρατήσει κάποιες κουβέντες... είναι ολοζώντανη η σχέση μέχρι σήμερα. Αυτό είναι το δώρο μου εμένα σήμερα, μετά από τόσα χρόνια, γιατί είμαι μισό αιώνα στη δουλειά.
Αυτό το άνοιγμα είναι αδιάλειπτο. Αυτή η αγάπη, ο σεβασμός και από τις δύο πλευρές είναι ζωντανό και αυτό για μένα το μεγάλο δώρο. Σημαίνει ότι κάποιο κομμάτι της καρδιάς τους το έχω βρει, και εκείνοι το δικό μου, γιατί είναι αμφίδρομο αυτό. Θα μπορούσα να συγκινούμαι, να βλέπω επαγγελματίες σήμερα και να ξέρω ότι είναι απίστευτο.
Αν η νεαρή Μαρία σας άκουγε τώρα, τι θα της λέγατε; Και αν κάποιος νέος/νέα μας ακούει αυτή τη στιγμή και θέλει να γίνει καλλιτέχνης – τι συμβουλή θα του δίνατε;
Θα πω το ίδιο χωρίς να είμαι μονότονη. Θα έλεγα: καλά τα κατάφερες (γέλια)
Και αν κάποιος νέος μας ακούει αυτή τη στιγμή, θα του έλεγα να μη χάσει τον εαυτό του. Ο κίνδυνος της δουλειάς μας, επειδή είναι προβεβλημένη, που σημαίνει αναγνωρισιμότητα σε κανένα δρομάκι, σε κανένα σημείο της διαδρομής, να μη χάσει τον εαυτό του.
Αυτός είναι το όπλο μας και η εμπειρία μας για τους ρόλους, για την τέχνη, για, για... Δεν είναι ούτε το χρήμα, ούτε η αναγνώριση, τα οποία καλά είναι να έρχονται, γιατί είναι κι αυτά ευλογημένα, αλλά κυρίως να μην χάσει την ψυχή του.