Οι ευρωπαϊκές τράπεζες είναι ευάλωτες σε κυβερνοκινδύνους, τονίζει ο οίκος αξιολόγησης DBRS αναφέροντας ότι οι κίνδυνοι είναι μια από τις μεγαλύτερες αναδυόμενες απειλές για τις τράπεζες και μια πιθανή πηγή οικονομικής αστάθειας.
«Οι τράπεζες είναι πιο ευάλωτες σε κυβερνοκινδύνους και λειτουργικές διαταραχές, δεδομένης της ταχείας υιοθέτησης της τεχνολογίας, της υψηλής εξάρτησης από την εξωτερική ανάθεση και των αυξημένων γεωπολιτικών κινδύνων», αναφέρει οίκος σε σημείωμά του
Ο συνολικός αριθμός κυβερνοεπιθέσεων παραμένει άγνωστος, αλλά ο αριθμός των επιθέσεων και των περιστατικών φαίνεται να αυξάνεται, προσθέτει.
Σύμφωνα με τον οίκο, είναι απαραίτητη η περαιτέρω ενίσχυση της επιχειρησιακής ανθεκτικότητας των τραπεζών.
«Δεδομένης της αυξανόμενης συχνότητας και της πολυπλοκότητας αυτών των περιστατικών, αναμένουμε ότι οι απειλές που σχετίζονται με τον κυβερνοχώρο θα παραμείνουν μια δυνητικά σημαντική πηγή κινδύνων για τις τράπεζες», δήλωσε η Nicola De Caro, Ανώτερη Αντιπρόεδρος, Επικεφαλής Τομέα, Ευρωπαϊκές Αξιολογήσεις Χρηματοπιστωτικών Ιδρυμάτων.
«Μέχρι στιγμής, οι επιθέσεις έχουν οδηγήσει σε περιορισμένες οικονομικές απώλειες και διαχειρίσιμες επιπτώσεις στη φήμη των τραπεζών. Ωστόσο, με τις εξελίξεις στην τεχνολογία και την Τεχνητή Νοημοσύνη, οι επιθέσεις γίνονται ολοένα και πιο εξελιγμένες και ο αντίκτυπός τους θα μπορούσε να αποδειχθεί πολύ πιο ουσιαστικός», τονίζεται.
Απειλή για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα
Όπως αναφέρεται στο σημείωμα του οίκου, ο κυβερνοκίνδυνος είναι ένας από τους κύριους κινδύνους που αντιμετωπίζει ο χρηματοπιστωτικός τομέας, σύμφωνα με τραπεζικά στελέχη και αποτελεί πιθανή απειλή για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα για τις εποπτικές αρχές και τους κεντρικούς τραπεζίτες, με βάση διάφορες έρευνες αγοράς και δημόσιες ομιλίες.
Η ταχεία ψηφιοποίηση, καθώς και η υψηλή εξάρτηση από τρίτους παρόχους υπηρεσιών σε ένα πιο περίπλοκο και ασταθές γεωπολιτικό περιβάλλον, τονίζεται, καθιστούν τις τράπεζες ευάλωτες σε κυβερνοκινδύνους και λειτουργικά περιστατικά.
Οι κυβερνοεπιθέσεις συνήθως αποσκοπούν στην καταστροφή, την κλοπή ή την αλλοίωση εμπιστευτικών πληροφοριών, συμπεριλαμβανομένων των δεδομένων πελατών, ή στην πρόκληση λειτουργικών διαταραχών, όπως διακοπές ή καθυστερήσεις υπηρεσιών.
Επιπτώσεις από κυβερνοεπιθέσεις
Ο οίκος προσθέτει ότι οι επιθέσεις θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε οικονομικές απώλειες, παραβιάσεις δεδομένων, παραβιάσεις απορρήτου και παράπονα πελατών, επισημαίνοντας ότι οι έχουν τη δυνατότητα να προκαλέσουν ζημιές στη φήμη και απώλεια εμπιστοσύνης.
Ο ακριβής αριθμός των κυβερνοεπιθέσεων παραμένει άγνωστος—ωστόσο, τα δημοσιοποιημένα δεδομένα υποδεικνύουν αύξηση του όγκου των επιθέσεων που στοχεύουν χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και τρίτους παρόχους υπηρεσιών που χρησιμοποιούνται από τράπεζες.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), ο αριθμός των σημαντικών κυβερνοπεριστατικών που αναφέρθηκαν από μεγάλες τράπεζες έχει διπλασιαστεί τα τελευταία δύο χρόνια.