Πληθαίνουν το τελευταίο διάστημα οι καταδικαστικές αποφάσεις που εκδίδονται από πλευράς δικαστηρίων για γιατρούς που διέπραξαν αδικήματα σε βάρος ασθενών τους. Είτε αφορά ιατρική αμέλεια, είτε άσεμνες επιθέσεις ή και άλλα. Σε αρκετές από τις καταδικαστικές αποφάσεις υπάρχει αναφορά και στο ενδεχόμενο διάπραξης πειθαρχικού αδικήματος από πλευράς του γιατρού. Αρμόδιο όργανο για να εξετάσει τυχόν διάπραξή πειθαρχικού αδικήματος είναι ο Παγκύπριος Ιατρικός Σύλλογος (ΠΙΣ).
Η αύξηση των καταδικαστικών αποφάσεων, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι έχουν περάσει τουλάχιστον 4-5 χρόνια από την τελευταία απόφαση του Πειθαρχικού Συμβουλίου του ΠΙΣ που είδε το φως της δημοσιότητας, εγείρουν ερωτήματα ως προς την αμεσότητα με την οποία θα χειριστεί αυτά τα περιστατικά Παγκύπριος Ιατρικός Σύλλογος.
Πριν από τρία χρόνια περίπου όταν είχε δει το φως της δημοσιότητας η υπόθεση με τα πλαστά πιστοποιητικά εμβολιασμού κατά του κορωνοϊού, είχε αρχίσει μια συζήτηση σε σχέση με το ενδεχόμενο άρσης ή αναστολής της άδειας εξασκήσεως επαγγέλματος και για τις ποινές που επιβάλλονται σε γιατρούς που διαπράττουν σοβαρής φύσεως ποινικά και πειθαρχικά αδικήματα, με τον ΠΙΣ να προβάλλει ως επιχείρημα το θέμα της νομοθεσίας που διέπει τον σύλλογο. Ο νόμος δεν επιτρέπει στο αρμόδιο όργανο να αναστείλει την άδεια του γιατρού, σε περίπτωση που αυτός διώκεται για ποινικό αδίκημα, μέχρι να ολοκληρωθεί η εκδίκαση της υπόθεσης. Και αυτή την απάντηση λαμβάνουμε σε αρκετές περιπτώσεις, όταν αποταθούμε στον ΠΙΣ για το συγκεκριμένο ζήτημα. Το θέμα όμως είναι ότι εδώ δεν μιλάμε για γιατρούς που κατηγορούνται, αλλά για επαγγελματίες που έχουν καταδικαστεί, κάποιοι περισσότερες από μία φορά για αδικήματα εις βάρος ασθενών τους. Πώς λοιπόν ο ΠΙΣ και η πολιτεία γενικότερα, διασφαλίζουν την ασφάλεια και το συμφέρον των ασθενών;
Περιστατικά
Ανάμεσα στις περιπτώσεις που είδαν πρόσφατα το φως της δημοσιότητας, είναι εκείνη 73χρονης ασθενούς, η οποία έχασε την όραση στο δεξί της μάτι, από ιατρικό λάθος, με το δικαστήριο να της επιδικάζει αποζημιώσεις ύψους 70.000 ευρώ. Ενώπιον δικαστηρίου βρίσκεται αυτή την περίοδο και η υπόθεση της παιδιάτρου, η οποία κατηγορείται για λανθασμένη διάγνωση που προκάλεσε τον θάνατο βρέφους. Την ίδια στιγμή αναμένεται το επόμενο διάστημα να γίνει γνωστή η ποινή του νευροχειρουργού, ο οποίος εξαπάτησε ηλικιωμένη ασθενή του.
Ο νευροχειρουργός με τις βαλβίδες
Νευροχειρουργός, κρίθηκε πριν από περίπου έναν μήνα ένοχος για εξαπάτηση ασθενούς του, την οποία έπεισε να του δώσει λεφτά προκειμένου να της τοποθετήσει μαγνητική βαλβίδα εγκεφάλου από την εταιρεία της γυναίκας του. Παρουσίασε τη βαλβίδα ως καλύτερη από εκείνην που χρησιμοποιούσε το δημόσιο νοσοκομείο στο οποίο εργαζόταν και η οποία ήταν δωρεάν. Η απόφαση αφορά υπόθεση που εκτυλίχθηκε το 2016. Ο ίδιος μερικά χρόνια αργότερα συνεβλήθη με τον Οργανισμό Ασφάλισης Υγείας (ΟΑΥ), μπήκε στο ΓεΣΥ, από το οποίο ωστόσο αποβλήθηκε, αφού, όπως διαπιστώθηκε, μετά από καταγγελίες ασθενών, υπέβαλλε αιτήματα για αποζημίωση για πράξεις στις οποίες δεν είχε ποτέ προβεί και για υπηρεσίες τις οποίες δεν είχε ποτέ προσφέρει. Μάλιστα, και σύμφωνα με τα όσα έχουν δει το φως της δημοσιότητας στο παρελθόν, μετά την έξοδό του από το ΓεΣΥ, συνέχιζε να εξυπηρετεί δικαιούχους του συστήματος, καταχώριζε τα σχετικά αιτήματα στο λογισμικό χρησιμοποιώντας το όνομα του γιου του, ο οποίος είναι επίσης γιατρός, και αποβλήθηκε επίσης από το ΓεΣΥ.
Όσον αφορά την πρώτη καταδίκη του εν λόγω γιατρού, αξίζει να επισημάνουμε ότι είχε καταδικαστεί για υπόθεση ιατρικής αμέλειας σε βάρος ασθενούς του, η οποία μετά από χειρουργική επέμβαση παρέμεινε παράλυτη. Την περίοδο που εκδόθηκε η απόφαση, ο νευροχειρουργός, για τον οποίο, όπως πληροφορούμαστε, δεν κινήθηκε καμία διαδικασία εναντίον του από το Πειθαρχικό Συμβούλιο του Παγκύπριου Ιατρικού Συλλόγου, εργαζόταν στο Γενικό Νοσοκομείο Λευκωσίας. Τότε, σύμφωνα με την πρόσφατη απόφαση του δικαστηρίου, ο γιατρός φαίνεται να εξαπάτησε ηλικιωμένη ασθενή και τους συγγενείς της ώστε να καταβάλουν €1.500 για να αγοράσουν συγκεκριμένη μαγνητική βαλβίδα εγκεφάλου από την εταιρεία της γυναίκας του. Παρουσίασε τη βαλβίδα ως καλύτερη από εκείνην που χρησιμοποιούσε το νοσοκομείο και η οποία ήταν δωρεάν. Ο γιατρός πήρε τα λεφτά, στο χειρουργείο ωστόσο χρησιμοποίησε τη βαλβίδα που παρείχε το νοσοκομείο. Εις βάρος του γιατρού βρίσκεται σε εξέλιξη ακόμη μια δίκη, η οποία αφορά τις «δραστηριότητές» του εντός του ΓεΣΥ.
Προκάλεσε παράλυση σε νεογέννητο
Από τις υποθέσεις που αξίζει να αναφερθούν, λόγω και του ύψους της αποζημίωσης που κλήθηκε να καταβάλει ο γιατρός, είναι η καταδίκη γυναικολόγου σε αποζημίωση ύψους €2.5 εκατομμυρίων. Σύμφωνα με τα όσα καταγράφονται στην απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, ο γυναικολόγος με τις πράξεις και τις παραλείψεις του προκάλεσε εγκεφαλική παράλυση σε ένα νεογέννητο κοριτσάκι. Ο γιατρός, τη μέρα της γέννας χορήγησε στη μητέρα ωκυτοκίνη (Syntocinon) και ένα κοκτέιλ φαρμάκων και ακολούθως έγινε τεχνητή ρήξη του θυλακίου. Η μητέρα καθ' όλη τη διαδικασία ήταν ζαλισμένη και υπνωτισμένη χωρίς να έχει επικοινωνία με το περιβάλλον. Το παιδί γεννήθηκε μαυρισμένο και δεν έκλαιγε. Δύο λεπτά μετά τη γέννα, έφτασε στον χώρο ο παιδίατρος, ο οποίος προχώρησε σε καρδιοαναπνευστική ανάνηψη. Εμπειρογνώμονες γιατροί, οι οποίοι κατέθεσαν ενώπιον του δικαστηρίου, έκριναν ότι δεν υπήρχε κανένας λόγος χορήγησης της ωκυτοκίνης στη μητέρα από τη στιγμή που ο τοκετός εξελισσόταν ομαλά και υπήρχε πρόοδος της διαστολής. Αντιθέτως, λόγω των συνεχόμενων δυνατών και επιπρόσθετων συστολών της μήτρας που προκλήθηκαν από την ωκυτοκίνη, περιορίστηκε η παροχή αίματος προς το κοριτσάκι, με αποτέλεσμα να προκληθεί ενδομήτρια υποξία. Ακόμη, στην απόφασή του το δικαστήριο επισημαίνει ότι «η χορήγηση του κοκτέιλ φαρμάκων κατά τη διάρκεια του τοκετού προκάλεσαν ενδομήτρια υποξία και έπρεπε να γίνει αμέσως καισαρική τομή. Αντί τούτου, ο γυναικολόγος άφησε τον τοκετό να εξελιχθεί φυσιολογικά», με το δικαστήριο να αναφέρει ότι σε ό,τι αφορά τον γυναικολόγο ήταν ολοφάνερη η προσπάθειά του να αποποιηθεί των ευθυνών του. Η απόφαση του δικαστηρίου καταλήγει ως εξής «Το κοριτσάκι είναι και θα παραμείνει ένα άτομο εξαρτώμενο όπου για μία ολόκληρη ζωή θα χρειάζεται παροχή βοήθειας ανελλιπώς από ένα ή δύο άτομα 24 ώρες το 24ωρο, 7 ημέρες τη βδομάδα, 365 μέρες τον χρόνο».
Τον άφησαν στο ΤΑΕΠ και έπαθε εγκεφαλικό
Η παραπάνω απόφαση εκδόθηκε τον Απρίλιο του 2023. Τον ίδιο μήνα και συγκεκριμένα στις 10 Απριλίου 2023, το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας επιδίκασε ποσό ύψους €2 εκατ. ευρώ σε ασθενή ο οποίος «υπέστη και θα συνεχίσει να υφίσταται τις βλάβες εφ' όρου ζωής συνεπεία ιατρικής αμέλειας γιατρών κατόπιν εγκεφαλικού επεισοδίου που υπέστη τον Μάρτιο του 2009». Με βάση την απόφαση του δικαστηρίου, η μακρά και παντελώς αδικαιολόγητη καθυστέρηση υποβολής του ενάγοντος σε χειρουργική επέμβαση (χειρουργήθηκε με τρεις ημέρες καθυστέρηση), οδήγησε στη συμπίεση του εγκεφάλου με αποτέλεσμα την πρόκληση μόνιμης βλάβης.
Έχασε μέρος της όρασής της
Στις 27 Ιουνίου 2024, το Εφετείο έκανε δεκτή έφεση ασθενούς, με την οποία προσέβαλε απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, που απέρριψε αγωγή σε υπόθεση κατ' ισχυρισμόν ιατρικής αμέλειας από μέρους γιατρών. Η εφεσείουσα απώλεσε την όραση του δεξιού της ματιού, λόγω μόλυνσης και νέκρωσης του οπτικού νεύρου, σε ηλικία 73 ετών και σύμφωνα με τη διάγνωση των εμπειρογνωμόνων γιατρών που κλήθηκαν να καταθέσουν ως μάρτυρες, έπασχε από κυτταρίτιδα κόχγου, συνεπεία ηθμοειδίτιδας, ιγμορίτιδας και μετωπιαίας κολπίτιδας δεξιά. Το Πρωτόδικο Δικαστήριο δέχθηκε ότι σύμφωνα με την ενώπιόν του μαρτυρία, η τύφλωση είναι μία από τις εγγενείς συνέπειες κυτταρίτιδας κόγχου και προέβη σε εύρημα ότι οι γιατροί του Τμήματος Πρώτων Βοηθειών στο νοσηλευτήριο το οποίο είχε αποταθεί η εφεσειούσα, επέδειξαν αμέλεια. Ωστόσο, έκρινε ότι η ασθενής απέτυχε να αποδείξει αιτιώδη συνάφεια μεταξύ της αμέλειας και της τύφλωσης του δεξιού της ματιού και προχώρησε έτσι στην απόρριψη της αγωγής, κάτι που στη συνέχεια, ωστόσο, απορρίφθηκε από το Εφετείο. Το Εφετείο επιδίκασε «υπέρ της εφεσείουσας νόμιμο τόκο επί του ποσού των €70.000, όπως αυτός μεταβλήθηκε και ενδεχομένως να μεταβάλλεται από την 29η Ιουνίου του 2012, ημερομηνία κατά την οποία μεταφέρθηκε η ασθενής από τον γιο της στο νοσηλευτήριο, μέχρι την καταβολή του σε αυτήν».
Από τη φυλακή πίσω στο ιατρείο
Όταν μιλάμε για γιατρούς που έχουν καταδικαστεί για ποινικά αδικήματα, δεν μπορούμε να αφήσουμε απέξω την περίπτωση μεγαλογιατρού, ο οποίος στις 4 Μαρτίου 2024 καταδικάστηκε για άσεμνη επίθεση σε βάρος ασθενούς του. Η ποινή του, τρεις μήνες φυλάκιση. Με την πάροδο του διαστήματος αυτού, ο ειδικός γιατρός επέστρεψε κανονικά στο ιατρείο του, με το Πειθαρχικό Συμβούλιο του ΠΙΣ να μην έχει αποφασίσει ακόμη αν διέπραξε ή όχι πειθαρχικό παράπτωμα, πέραν του ποινικού.
Όσον αφορά τις λεπτομέρειες της υπόθεσης, μετά από ακροαματική διαδικασία το δικαστήριο έκρινε τον κατηγορούμενο αναξιόπιστο, δεν έκανε δεκτή τη δική του εκδοχή, με τη μαρτυρία της παραπονούμενης να κρίνεται ως αξιόπιστη. Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, ο γιατρός αντιμετώπιζε τέσσερις κατηγορίες άσεμνη επίθεσης, οι οποίες διαπράχθηκαν την ίδια ήμερα, η μία μετά την άλλη. Σύμφωνα με τα όσα κατήγγειλε η ασθενής, είχε επισκεφθεί τον εν λόγω γιατρό, ο οποίος ήταν οικογενειακός φίλος, για συγκεκριμένες εξετάσεις, για τις οποίες απαιτείτο νάρκωση. Όπως αναφέρει, αφότου ανέκτησε τις αισθήσεις της μετά τη νάρκωση, ο γιατρός την απομόνωσε στον χώρο του και στη συνέχεια προέβη σε άσεμνες πράξεις, τέσσερις φορές, σε διάστημα μερικών λεπτών. Ο γιατρός στην ένορκη μαρτυρία του, ισχυρίστηκε ότι τα όσα του καταλογίζονται είναι ψεύδη, υποστηρίζοντας ότι η παραπονούμενη τον είχε αγκαλιάσει και φιλήσει, κάτι που ωστόσο δεν πίστεψε το δικαστήριο. Αμέσως μετά το συμβάν, η παραπονούμενη έστειλε μήνυμα σε φίλη της, περιγράφοντας τα όσα έζησε, ενώ στη συνέχεια το ανέφερε και στη μητέρα της, η οποία βρισκόταν στον χώρο αναμονής του νοσηλευτηρίου. Την επόμενη κιόλας ημέρα η ασθενής προέβη σε επίσημη καταγγελία στην Αστυνομία.
Ανάμεσα στα όσα καταγράφονται στην καταδικαστική απόφαση, αίσθηση προκαλεί το γεγονός ότι από πλευράς του κατηγορούμενου κατατέθηκε προς υπεράσπισή του γραπτή επιστολή από πάτερ, του πνευματικού του για την ακρίβεια, ο οποίος μιλά για τον χαρακτήρα του, υπογραμμίζοντας ότι τον γνωρίζει τόσο καλά, που δεν μπορεί να πιστέψει ότι είναι ικανός να κάνει κάτι τέτοιο.
Σε σχέση με την παλαιότερη καταδίκη του γιατρού, για παρόμοιας φύσεως αδικήματα, αξίζει να αναφερθεί ότι η απόφαση του δικαστηρίου εκδόθηκε το 2019, έγινε γνωστή μέσα από δημοσίευμα του «Π» το 2021, και έναν χρόνο μετά, και ύστερα από πολλές πιέσεις από τον ΠΙ, έγινε γνωστό ότι δεν μπορεί να εξεταστεί το κατά πόσο υπάρχει ή όχι πειθαρχικό παράπτωμα, καθώς το αδίκημα είχε παραγραφεί.