Ήταν πριν από 100 χρόνια, όταν Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι εργαζόμενοι, ανταποκρινόμενοι στο κάλεσμα του Κομμουνιστικού Κόμματος Κύπρου, γιόρτασαν από κοινού την Εργατική Πρωτομαγιά. Είναι η πρώτη φορά που τιμάται στην Κύπρο η επέτειος της εξέγερσης των εργατών στο Σικάγο, της πιο κορυφαίας στιγμής της πάλης των τάξεων στη νεότερη εποχή. Το Εργατικό Κέντρο Λεμεσού, υπό το άγρυπνο βλέμμα των Άγγλων αποικιοκρατών, υποδέχεται τους Κύπριους «εργατοαγρότες και φτωχούς βιοπαλαιστές», οι οποίοι αντιλαμβάνονται πως μόνο με οργάνωση και αγώνα μπορούν να διεκδικήσουν καλύτερες συνθήκες εργασίας, καλύτερα μεροκάματα και δικαίωμα στην ανάπαυση.
Έναν αιώνα μετά πόσος δρόμος διανύθηκε; Ποιοι αγώνες κερδήθηκαν και ποιοι χάθηκαν; Και τι σημαίνει 100 χρόνια Εργατική Πρωτομαγιά; Ο «Π» συνάντησε τη γενική γραμματέα της ΠΕΟ, Σωτηρούλα Χαραλάμπους, και με αφορμή την επέτειο αυτή μιλήσαμε για τα δίκαια και τα δικαιώματα των εργαζομένων σήμερα, για τους στόχους και τις επιδιώξεις του συνδικαλιστικού κινήματος, και ζητήσαμε απαντήσεις για τα επίκαιρα μηνύματα και νοήματα της μεγάλης γιορτής των εργαζομένων.
Πρωτομαγιά: Άλλη μια αφορμή για διαμαρτυρία ή ευκαιρία διεκδίκησης των αιτημάτων των εργαζομένων;
Σαφέστατα η Πρωτομαγιά δεν είναι αφορμή για διαμαρτυρία. Τα βασικά της στοιχεία σε κάθε περίοδο έχουν το δικό τους χρώμα. Πρόκειται για μια ημέρα που η εργατική τάξη εκφράζει την οφειλόμενη τιμή στους πρωτοπόρους της τάξης της. Δηλαδή σε εκείνους οι οποίοι σε καιρούς πάρα πολύ δύσκολους, άγριους καιρούς, μπήκαν στην πρώτη γραμμή για να μιλήσουν για τα δικαιώματα των εργαζομένων. Κι έχουμε χρέος να το κάνουμε τούτο, γιατί οφείλουμε να ξέρουμε πού είναι οι ρίζες μας και πώς φτάσαμε εδώ που φτάσαμε ως εργαζόμενοι. Το δεύτερο στοιχείο είναι ότι η 1η του Μάη συνιστά μια μέρα όπου συγκροτημένα και συντεταγμένα προβάλλουμε τις διεκδικήσεις μας για το σήμερα. Προβάλλουμε τα διακυβεύματα που έχουν ενώπιόν τους οι εργαζόμενοι, το τι ζητούμε, με δυο λόγια.
Για εμάς στην Κύπρο, η Πρωτομαγιά έχει και ακόμα ένα χαρακτηριστικό. Είναι ακόμα μια δυνατότητα που έχουμε να προβάλλουμε την απαίτησή μας Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι εργαζόμενοι για λύση και επανένωση του τόπου μας. Τούτο είναι κάτι το πολύ ιδιαίτερο για μας αφού λόγω της κατοχής και της διαίρεσης, καταφέραμε τα τελευταία χρόνια να επαναφέρουμε τον κοινό γιορτασμό της 1ης του Μάη. Ένας γιορτασμός ο οποίος με έναν βίαιο και αιματηρό τρόπο διακόπηκε το 1958. Θεωρούμε κατάκτηση των εργαζομένων της Κύπρου και του προοδευτικού συνδικαλιστικού κινήματος και στις δύο κοινότητες το γεγονός ότι προβάλλοντας τις διεκδικήσεις μας ταυτόχρονα προβάλλουμε και την ανάγκη για την επανένωση του τόπου και συνδέουμε τους αγώνες για τη βελτίωση της ζωής των εργαζομένων με τον αγώνα για την επανένωση.
Οι γιορτασμοί της Πρωτομαγιάς είχαν πάντα τον δικοινοτικό χαρακτήρα. Και πέραν της ανάγκης του κοινού τρόπου απόδοσης τιμής και των κοινών εκδηλώσεων, ενισχύθηκε και η ανάγκη των κοινών διεκδικήσεων. Δεν ξεθώριασε αυτό στην πορεία των χρόνων…
Οι γιορτασμοί της 1ης του Μάη στην Κύπρο ήταν δικοινοτικοί, διότι με αυτόν τον τρόπο συγκροτήθηκε το ταξικό συνδικαλιστικό κίνημα του τόπου. Η ΠΕΟ ήταν δημιούργημα Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων. Οι μεγάλοι απεργιακοί αγώνες που δόθηκαν τη δεκαετία του 1948, και εδραίωσαν το συνδικαλιστικό κίνημα στην Κύπρο, εδραίωσαν το δικαίωμα στην οργάνωση, το δικαίωμα στη συλλογική διαπραγμάτευση, το οκτάωρο, την ΑΤΑ, όλοι αυτοί ήταν αγώνες που δόθηκαν από την εργατική τάξη της Κύπρου, που συναποτελείται από Ελληνοκύπριους, Τουρκοκύπριους, Αρμένιους, Μαρωνίτες και Λατίνους. Και το ότι έπαψε να είναι κοινός ο γιορτασμός της Πρωτομαγιάς δεν ήταν αποτέλεσμα της θέλησης των εργαζομένων των δύο κοινοτήτων. Επιβλήθηκε, κι επιβλήθηκε με τη βία. Ο λόγος που αναφέρουμε την Πρωτομαγιά του1958 είναι διότι ήταν η περίοδος που στη μεν ελληνοκυπριακή κοινότητα η ΕΟΚΑ σκότωνε Ε/Κ στελέχη και μέλη της ΠΕΟ και μια από τις κατηγορίες ήταν γιατί συνεργάζονταν με τους Τουρκοκύπριους και στην τ/κ κοινότητα η ΤΜΤ σκότωνε Τ/Κ γιατί αρνούνταν να εγκαταλείψουν την ΠΕΟ. Και είναι πολύ συγκινητικό να ακούμε παιδιά αυτών των ανθρώπων να διηγούνται τι βίωσαν οι δικοί τους, ποιες απειλές δέχονταν για να εγκαταλείψουν την ΠΕΟ… Δεν μπορεί να ξεθωριάσει αυτή η ιστορία στο διάβα του χρόνου. Βέβαια, να πούμε πως μέχρι να επαναφέρουμε τους κοινούς γιορτασμούς, ως συνδικαλιστικό κίνημα είχαμε, με το άνοιγμα των οδοφραγμάτων, τη δυνατότητα της επαφής. Η ΠΕΟ, διά αντιπροσωπειών της, πήγαινε στα κατεχόμενα και συμμετείχε στις εκδηλώσεις του τ/κ συνδικαλιστικού κινήματος. Εξάλλου και ο πρώτος κοινός εορτασμός το 1925, στο εργατικό κέντρο Λεμεσού, αυτό τον δικοινοτικό χαρακτήρα είχε, με διοργανωτή το Κομμουνιστικό Κόμμα Κύπρου το οποίο καλούσε την εργατική τάξη, Ε/Κ και Τ/Κ, να διεκδικήσει τα δικαιώματά της. Για εμάς ποτέ δεν ήταν κριτήριο η εθνοτική καταγωγή, αλλά κριτήριο ήταν τα κοινά συμφέροντα και η ανάγκη για καλύτερες συνθήκες διαβίωσης και εργασίας.
Τα νοήματα και τα μήνυμα της Εργατικής Πρωτομαγιάς παραμένουν διαχρονικά, συνηθίσαμε να λέμε. Ωστόσο, οι καταστάσεις αλλάζουν, τα γεγονότα αλλάζουν. Στην Κύπρο δεν συμβαίνει αυτό;
Και σε ό,τι αφορά την 1η του Μάη, όπως και για άλλες στιγμές στην ιστορία του εργατικού κινήματος, αλλά και γενικότερα των κοινωνικών αγώνων, στοχευμένα γίνεται μια προσπάθεια είτε να αλλοιωθεί είτε να υποβαθμιστεί το μήνυμά τους. Ή να περάσει η αντίληψη ότι είναι παρωχημένο γεγονός να παρελαύνεις, για παράδειγμα, για την 1η Μαΐου. Χρειάζεται μεγάλη προσπάθεια να μπορείς να σηματοδοτείς και να νοηματοδοτείς μίαν επέτειο, δίνοντάς της το περιεχόμενο που πρέπει να έχει στη σύγχρονη εποχή.
Ο συνδικαλισμός σήμερα στην Κύπρο δεν έχασε από τη δύναμή του; Πολλά αιτήματα εργαζομένων, στον ιδιωτικό τομέα, παραμένουν στο χαρτί, ο εργαζόμενος φοβάται να διεκδικήσει γιατί απειλείται η θέση εργασίας του, η ΑΤΑ είναι προνόμιο, ως επί το πλείστον, του δημόσιου τομέα, οι αυξήσεις, προσαυξήσεις, επίσης, ενώ οι συλλογικές συμβάσεις αγνοούνται. Για ποιον λόγο να επιλέξει τον συνδικαλισμό ένας νέος εργαζόμενος; Πώς τον πείθετε;
Η δύναμη του συνδικαλιστικού κινήματος κρίνεται από το πόσο οι εργαζόμενοι είναι οργανωμένοι. Για να μπορεί η ΠΕΟ να πετυχαίνει, για να μπορεί η όποια συνδικαλιστική οργάνωση να πετυχαίνει, πρέπει να έχει τη δυνατότητα να οργανώνονται οι εργαζόμενοι. Υπάρχουν δεκάδες παραδείγματα που το επιβεβαιώνουν. Το 2024 έχουμε ανανεώσει περισσότερες από 230 συλλογικές συμβάσεις εργασίας. Μεταξύ αυτών και πολύ μεγάλες συμβάσεις, όπως για παράδειγμα στην οικοδομική και στην ξενοδοχειακή βιομηχανία, με αποτελέσματα θετικά για τους εργαζομένους. Πέρα από την ΑΤΑ, που είναι δεδομένη γιατί είναι μέρος της συλλογικής σύμβασης, αυτοί οι εργαζόμενοι πήραν αυξήσεις στους πραγματικούς τους μισθούς, δηλαδή αύξησαν το πραγματικό διαθέσιμό τους εισόδημα, βελτίωσαν τα ταμεία προνοίας τους, πράγμα που σημαίνει αποταμίευση για τον εργαζόμενο, αποταμίευση που προέρχεται και από συνεισφορά του εργοδότη του, καταφέραμε να βελτιώσουμε τη γονική άδεια, την άδεια μητρότητας… Και αυτά είναι αποτελέσματα που δεν αφορούν μόνο τον δημόσιο τομέα αλλά είναι αποτελέσματα τα οποία στηρίζονται στην αρχή για την οποία μιλήσαμε πριν. Είμαι οργανωμένος, διαπραγματεύομαι συλλογικά με τον εργοδότη μου και φέρνω αποτέλεσμα. Άρα αν έχασε από τη δύναμή του το συνδικαλιστικό κίνημα οφείλεται περισσότερο στην κρίση, στην υψηλή ανεργία, τον φόβο και την ανασφάλεια, στην πίεση που δέχεται ο εργαζόμενος από τους εργοδότες. Κι έχει μείνει μια μεγάλη μερίδα των εργαζομένων του ιδιωτικού τομέα χωρίς τη συλλογική κάλυψη από το συνδικαλιστικό κίνημα. Δεν στοχοποιούμε τους εργαζομένους γιατί δεν οργανώνονται. Θέλουν να οργανωθούν αλλά δεν τους αφήνουν να το κάνουν.
Ένας από τους λόγους λοιπόν που αυτή τη στιγμή διεκδικούμε δεσμευτικά, θεσμικά κατοχυρωμένα μίνιμουμ δικαιώματα για όλους τους εργαζομένους, όπως για παράδειγμα η ΑΤΑ και ο 13ος μισθός, είναι γιατί αναγνωρίζουμε ότι ένα κομμάτι των εργαζομένων που δεν είναι οργανωμένο είναι και πιο ευάλωτο. Και, ναι, εμείς ως συνδικαλιστικό κίνημα πρέπει να διεκδικήσουμε και για αυτούς τους εργαζομένους.
Μα αυτό είναι το στοίχημα και για αυτό κρίνεται, μεταξύ άλλων, το συνδικαλιστικό κίνημα...
Η 1η του Μάη είναι μια μέρα κατά την οποία προβάλλουμε τις διεκδικήσεις μας. Και βεβαίως οι διεκδικήσεις μας είναι του σήμερα. Δυστυχώς, όμως, οι διεκδικήσεις του σήμερα σε μεγάλο βαθμό είναι και οι διεκδικήσεις που είχαμε πριν από χρόνια. Γιατί; Βιώσαμε πολλά ως εργαζόμενοι της Κύπρου τα τελευταία χρόνια με την επίθεση που δέχτηκαν τα δικαιώματα των εργαζομένων ή την οπισθοχώρηση βασικών δικαιωμάτων. Δεν είναι παρωχημένο αίτημα το 8ωρο, όταν έχεις εργαζόμενους που βιώνουν ουσιαστικά κατάργηση του ορίου μεταξύ εργασίας και ανάπαυσης και έχουμε οδηγηθεί στις 7 μέρες εργασίας χωρίς υπερωριακή απασχόληση για αρκετούς εργαζόμενους. Όταν ένας στους δύο εργαζόμενους δεν λαμβάνει ΑΤΑ, δεν λαμβάνει υπερωριακή απασχόληση… Επαναφέρουμε αιτήματα τα οποία μπορεί να είχαν και οι πατεράδες μας και μανάδες μας. Τα επαναφέρουμε γιατί παραμένουν και σήμερα επίκαιρα. Είναι ανάγκη να τα διεκδικήσουμε γιατί μια μεγάλη μερίδα των εργαζομένων, ιδιαίτερα όσοι δεν είναι οργανωμένοι ή δεν έχει συλλογικές συμβάσεις, δεν τα απολαμβάνει. Και κοντά σε τούτα τα αιτήματα, προβάλλονται και άλλα, πιο σύγχρονα. Για παράδειγμα, σήμερα μπροστά μας μπαίνει το ζήτημα των επαρκών και αξιοπρεπών μισθών. Και επαρκής και αξιοπρεπής μισθός σημαίνει να μπορεί ο εργαζόμενος να καλύψει τις ανάγκες του σήμερα, που είναι και ανάγκες για ψυχαγωγία, που είναι και ανάγκες για ποιοτικές διακοπές. Σήμερα προβάλλει μπροστά μας το ζήτημα πώς οι νέες τεχνολογίες και η τεχνητή νοημοσύνη χρησιμοποιούνται με τρόπο που να βοηθούν τον εργαζόμενο να κάνουν καλύτερα τη δουλειά του και όχι να τον θέτουν στο περιθώριο. Σήμερα μπροστά μας ως συνδικαλιστικό κίνημα της Κύπρου μπαίνει το ζήτημα της στήριξης της εργαζόμενης οικογένειας με μια ολοκληρωμένη κοινωνική πολιτική. Μπαίνει το ζήτημα της μεταρρύθμισης του συνταξιοδοτικού έτσι που ο κάθε άνθρωπος να έχει επαρκές εισόδημα μέσα από τη σύνταξή του. Για αυτά τα αιτήματα καθώς και για άλλα, παλιά ίσως, για τα οποία δόθηκαν αγώνες αλλά σήμερα δέχονται επίθεση, πρέπει να παλέψουμε. Να τα έχουμε στην πρώτη γραμμή και σήμερα, διότι έχει επέλθει μια οπισθοχώρηση στα δικαιώματα των εργαζομένων.
Στην εποχή της παγκοσμιοποίησης, της αλλοτρίωσης και της ισοπέδωσης διεκδικήσεων και δικαιωμάτων, πόσο επίκαιρη παραμένει η Εργατική Πρωτομαγιά; Προστατεύεται ο χαρακτήρας της;
Πέρα από την προσπάθεια που κάνουμε εμείς ως συνδικαλιστικό κίνημα να προβάλουμε και να αναδείξουμε τις διεκδικήσεις μας, πρέπει να πούμε στους εργαζόμενους ότι οι αγώνες κερδίζονται με την οργάνωση. Ο εργαζόμενος είναι ο κινητήριος μοχλός και η δύναμη εκείνη που μπορεί να σπρώξει τα πράγματα μπροστά. Αν δεν υπάρχει οργάνωση, τότε η άλλη πλευρά πώς θα πιεστεί να δώσει αυτά που δικαιούται η εργατική τάξη; Πέραν τούτου, εμείς θεωρούμε ότι σε αυτή τη διαδικασία ρόλο έχει να παίξει και το εκπαιδευτικό σύστημα. Από το γυμνάσιο, το λύκειο, τα πανεπιστήμια και τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, και τη σύγχρονη επικοινωνία με τους εργαζόμενους μέσα από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Εργαζόμενοι με καθόλου εμπειρία, μας ακούνε να μιλάμε για ΑΤΑ, για συλλογικές συμβάσεις κ.λπ. και δεν ξέρουν τι είναι αυτά. Κανένα πανεπιστήμιο του τόπου δεν έχει μάθημα για εργασιακές σχέσεις, για παράδειγμα. Εμείς κάνουμε την προσπάθειά μας και πρέπει να εκσυγχρονίσουμε τις μεθόδους μας, αλλά η προσπάθεια πρέπει να είναι συλλογική. Ο ρόλος του συνδικαλισμού είναι αναγκαίος και στις μέρες μας ως ο μηχανισμός εκείνος ο οποίος συλλογικά και συντεταγμένα κάθεται, συζητά και μέσα από τη συζήτηση με τους εργοδότες και με την κυβέρνηση, εκεί και όπου παρεμβάλλεται η κυβέρνηση, ρυθμίζει το πλαίσιο εργασίας. Η δική μας εμπειρία λέει ότι τούτο το πράγμα ωφελεί.