Έντονη διαφωνία μεταξύ του Υπουργού Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης, Μάριου Χαρτσιώτη, και του Γενικού Ελεγκτή, Ανδρέα Παπακωνσταντίνου, καταγράφηκε την Τετάρτη στην Κοινοβουλευτική Επιτροπή Νομικών, στο πλαίσιο συζήτησης για τη μεταρρύθμιση της Ελεγκτικής Υπηρεσίας.
Ο Γενικός Ελεγκτής εξέφρασε συγκεκριμένα ένσταση ως προς το ενδεχόμενο δημιουργίας Ελεγκτικού Συμβουλίου, σύμφωνα με τα νομοσχέδια που παρουσίασε το Υπουργείο στην Επιτροπή, υποστηρίζοντας ότι η λειτουργία του θίγει την ανεξαρτησία του θεσμού, με τον Υπουργό Δικαιοσύνης να υποστηρίζει ότι ο ρόλος του Συμβουλίου θα είναι καθαρά συμβουλευτικός και υποστηρικτικός στο έργο του Γενικού Ελεγκτή.
Στην εισαγωγική του τοποθέτηση, ο Υπουργός Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης, Μάριος Χαρτσιώτης είπε, παρουσιάζοντας τα κύρια σημεία των νομοσχεδίων, ότι οι προτεινόμενες ρυθμίσεις εντάσσονται στο πλαίσιο ευρύτερων μεταρρυθμίσεων με στόχο τη βελτιστοποίηση των θεσμών του κράτους στη βάση σύγχρονων αναγκών και καλών πρακτικών και περιλαμβάνονται στον ετήσιο προγραμματισμό διακυβέρνησης, με στόχο την περαιτέρω ενίσχυση της λογοδοσίας και την ανάκτηση της εμπιστοσύνης του κοινού.
Σημείωσε ότι για κανένα θεσμό δεν υπάρχει απόλυτο και αλάνθαστο και πως δεν νοείται η Υπηρεσία να μη τυγχάνει συνδρομής από συμβουλευτικό σώμα, ούτε τα προσόντα ενός Γενικού Ελεγκτή να περιορίζονται απλώς στην περιγραφή «κατάλληλο πρόσωπο».
Σύμφωνα με τον κ. Χαρτσιώτη, οι εισηγήσεις που περιλαμβάνονται στα νομοσχέδια βασίζονται σε μελέτη του Υπουργείου με συγκριτική επισκόπηση με άλλα κράτη-μέλη της ΕΕ, η πλειοψηφία των οποίων, όπως είπε, ακολουθεί το μοντέλο πολυπρόσωπου οργάνου, ενώ σε μόνο 4 από αυτά τα αντίστοιχα όργανα δεν έχουν προκαθορισμένη θητεία.
Συμπλήρωσε ότι με την ολοκλήρωση μελέτης το Υπουργείο ξεκίνησε επαφές με τον Γενικό και τον Βοηθό Γενικό Ελεγκτή, τον ΣΕΛΚ και όλα τα κόμματα και βουλευτές από τον Σεπτέμβριο μέχρι τον Νοέμβριο 2024, οι οποίες συνεχίστηκαν μετά διορισμό του νέου Γενικού Ελεγκτή, προσθέτοντας ότι τα νομοσχέδια έτυχαν επεξεργασίας από τη Νομική Υπηρεσία ώστε να μη συγκρούονται με το Σύνταγμα και να είναι σύννομα με την υφιστάμενη νομοθεσία.
Όπως ανέφερε, τα νομοσχέδια βασίζονται σε τρεις άξονες, την αυτονόμηση της ΕΥ, τη θητεία και τα προσόντα των Γενικού Ελεγκτή και Βοηθού Γενικού Ελεγκτή και τη δημιουργία του Ελεγκτικού Συμβουλίου, ενώ ετοιμάστηκαν δύο νομοσχέδια με πρόνοια για οικονομική αυτονομία της ΕΥ.
Αναφορικά με τον Γενικό Ελεγκτή, ο Υπουργός Δικαιοσύνης είπε ότι ο διορισμός του θα γίνεται από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας με οκταετή θητεία χωρίς δικαίωμα ανανέωσης, εκτός αν αφυπηρετήσει προηγουμένως με τη συμπλήρωση 68 ετών, με την αντιμισθία να ορίζεται για ολόκληρη τη θητεία και τον τρόπο παύσης του να είναι αντίστοιχος με αυτόν των δικαστών του Ανωτάτου.
Συμπλήρωσε ότι για πρώτη φορά καθορίζονται τα προσόντα που πρέπει να διαθέτει, ήτοι να είναι πολίτης της ΚΔ, ικανό πρόσωπό ανωτάτου ηθικού επιπέδου και αναγνωρισμένης επιστημονικής κατάρτισης ή και πείρας στον λογιστικό, ελεγκτικό ή οικονομικό τομέα.
Σχετικά με τον Ελεγκτικό Συμβούλιο, είπε ότι θα συμβουλεύει τον Γενικό Ελεγκτή κατά την εκτέλεση των συνταγματικών αρμοδιοτήτων του και θα αποτελείται από 3 μέλη που θα διορίζονται από το Υπουργικό Συμβούλιο κατόπιν εισήγησης γνωμοδοτικού συμβουλίου 5 υποψηφίων με έκθεση αξιολόγησης για τον καθένα. Η θητεία τους θα είναι πενταετής χωρίς δικαίωμα επαναδιορισμού και σε κάθε βήμα τους θα υπάρχει η συμβολή του Γενικού Ελεγκτή.
Προσέθεσε ότι το Υπουργικό θα ορίζει πρόεδρο και αναπληρωτή πρόεδρο του Ελεγκτικού Συμβουλίου, το οποίο θα απαρτίζεται από τον Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Οικονομικών, τον Πρόεδρο του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου και τον Πρόεδρο του Συνδέσμου Εγκεκριμένων Λογιστών Κύπρου, με 2 από 3 μέλη να έχουν προσόντα λογιστή και το τρίτο προσόντα νομικού που μπορεί να διοριστεί ως δικαστής, ενώ για όλα θα ισχύει το επαγγελματικό ασυμβίβαστο.
Συμπλήρωσε ότι το Ελεγκτικό Συμβούλιο υποβάλλει στον Γενικό Ελεγκτή συστάσεις ή σχέδια μέτρων προς έγκριση για εφαρμογή του ετήσιου προγράμματος και πολιτικής της ΕΥ, υποβάλλει εισηγήσεις για ετοιμασία ενδιάμεσων εκθέσεων και την εξέταση του προσχεδίου της ενδιάμεσης ή ετήσιας έκθεσης του Γενικού Ελεγκτή και καταρτίζει ετήσιο απολογισμό των δραστηριοτήτων του.
Ο κ. Χαρτσιώτης διευκρίνισε επίσης ότι η έναρξη ισχύος των νόμων θα είναι άμεση με την ψήφιση και δημοσίευσή τους, ενώ οι νυν Γενικός και Βοηθός Γενικός Ελεγκτής θα συνεχίσουν με το καθεστώς διορισμού τους.
Στάθηκε επίσης στην έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής του Ιουλίου για το Κράτος Δικαίου στην Κύπρο, όπου, όπως σημείωσε, περιλαμβάνεται για πρώτη φορά σύσταση η μεταρρύθμιση να εισαγάγει διασφαλίσεις περί της ανεξαρτησίας του Γενικού και του Βοηθού Γενικού Ελεγκτή, αναφορές οι οποίες, σύμφωνα με τον Υπουργό, δεν περιλαμβάνονται στο νομοσχέδιο.
Στη δική του τοποθέτηση, ο Γενικός Ελεγκτής χαρακτήρισε ως «παραπλανητικές» τις αναφορές του Υπουργού στο Ελεγκτικό Συμβούλιο, λέγοντας ότι η πρακτική του πολυπρόσωπου θεσμού όντως εφαρμόζεται στις περισσότερες χώρες όμως οι αρμοδιότητες που παρουσιάζονται δεν έχουν σχέση με το Συμβούλιο.
Είπε ότι η μεταρρύθμιση της Ελεγκτικής Υπηρεσίας είναι τελείως διαφορετική από αυτή της Νομικής Υπηρεσίας, σημειώνοντας πως η τελευταία απόφαση του Ανωτάτου δεν αφορούσε το έργο της ΕΥ, αλλά τη συμπεριφορά και τις ενέργειες του τότε Γενικού Ελεγκτή.
Στη συνέχεια, ο κ. Παπακωνσταντίνου επικρότησε την πρόταση για οικονομική ανεξαρτησία της ΕΥ, λέγοντας ότι κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση, ενώ εκφράστηκε θετικά και για το ενδεχόμενο περιορισμού της θητείας.
Ακολούθως, εξέφρασε ενστάσεις για τη λειτουργία του Ελεγκτικού Συμβουλίου, λέγοντας ότι η ΕΥ έχει τη δυνατότητα ετοιμασίας περίπου 60 εκθέσεων τον χρόνο, ενώ δεδομένου ότι μέχρι στιγμής έχει λάβει πάνω από 300 εισηγήσεις, είπε πως είναι περιττό να γίνονται εισηγήσεις και από το Συμβούλιο.
Εξέφρασε επίσης απορία για το πώς τα μέλη του θα μπορούν να παρακολουθούν το πρόγραμμα προετοιμασίας των εκθέσεων τη στιγμή που αυτό διαφοροποιείται συνεχώς και οι ίδιοι δεν διαθέτουν υπηρεσιακό προσωπικό, ενώ χαρακτήρισε «προσβλητική» για τον Γενικό Ελεγκτή την παρακολούθηση του έργου του, ο οποίος επιπλέον, όπως είπε, θα να παρέχει πληροφορίες στο Συμβούλιο σε καθημερινή βάση. «Είτε υπάρχει σκοπιμότητα, είτε δεν κατανοούν λειτουργία της ΕΥ», σημείωσε.
Αναφορικά με τις ετήσιες και ενδιάμεσες εκθέσεις που θα δημοσιεύουν τα δύο σώματα, έκανε λόγο για «χασμωδία» στον δημόσιο διάλογο και τις κοινοβουλευτικες επιτροπές, ενώ κατηγόρησε το Υπουργείο Δικαιοσύνης για εισαγωγή «Big Brother» στην ΕΥ.
Κλείνοντας, μετέφερε τη θέση της ΕΥ ότι επιβάλλεται η οικονομική ανεξαρτησία και ο περιορισμός της θητείας των επικεφαλής της, ενώ για τη λειτουργία του Ελεγκτικού Συμβουλίου, εξέφρασε εκ νέου τη σαφή διαφωνία του με την πρόταση νομοσχεδίου, την οποία είπε ότι θεωρεί αντισυνταγματική και ότι θα προκαλούσε αντιδράσεις και σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Στη συζήτηση που ακολούθησε, η εκπρόσωπος της Νομικής Υπηρεσίας, Δέσποινα Κυπριανού, είπε ότι κατά τον νομοτεχνικό έλεγχο προέκυψε ότι τα νομοσχέδια όπως είχαν κατατεθεί στην αρχή, χωρίς τροποποίηση του συντάγματος, δεν ήταν συνταγματικά καθότι δημιουργούσαν ένα όργανο που υφάρπαζε εξουσίες από τον Γενικό Ελεγκτή.
Προσέθεσε ότι από τα παραπάνω προέκυψε το παρόν νομοσχέδιο, το οποίο δίνει καθαρά συμβουλευτικό ρόλο στο Ελεγκτικό Συμβούλιο, προσθέτοντας ότι δεν υπάρχει συνέπεια αν Γενικός Ελεγκτής δεν ακολουθήσει τις συμβουλές του.
Από την πλευρά του, ο Βοηθός Γενικός Ελεγκτής, Κυριάκος Κυριάκου, είπε ότι οι προτάσεις των νομοσχεδίων δεν είναι αντισυνταγματικές αλλά δεν είναι και εφαρμοστέες, υποστηρίζοντας ότι αν δημιουργηθεί το Ελεγκτικό Συμβούλιο θα διαφανεί ότι δεν έχει ρόλο.
Εκπρόσωπος του ΣΕΛΚ είπε ότι ο Σύνδεσμος συμφωνεί με τον καθορισμό θητείας του Γενικού Ελεγκτή, ενώ χαρακτήρισε πολύ γενικό τον ορισμό των προσόντων του, υποστηρίζονται ότι θα πρέπει να έχει την ιδιότητα του ελεγκτή, ενώ εκπρόσωπος του ΠΔΣ είπε ότι η δημιουργία Ελεγκτικού Συμβουλίου με γνωμοδοτικό ρόλο μπορεί να μην είναι συνταγματική, καθώς ενδεχομένως να προσκρούει στο πνεύμα της έκθεσης κράτους δικαίου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και να παραβιάζει την ανεξαρτησία του θεσμού.
Από την πλευρά των βουλευτών, ο Πρόεδρος της Επιτροπής και βουλευτής του ΔΗΣΥ, Νίκος Τορναρίτης, είπε ότι η συζήτηση θα συνεχιστεί την επόμενη εβδομάδα και θα καταλήξει στα δύο πρώτα σημεία για θητεία/κριτήρια και οικονομική ανεξαρτησία, προσθέτοντας ότι για το Ελεγκτικό Συμβούλιο χρειάζεται περαιτέρω διαβούλευση, λαμβάνοντας υπόψη και την έκθεση για το κράτος δικαίου.
Ο βουλευτής του ΔΗΚΟ, Πανίκος Λεωνίδου, είπε ότι πρόθεση της Κυβέρνησης και του νομοσχεδίου είναι να βρει τρόπους συμμόρφωσης με τις νέες συνταγματικοπολιτικές εξελίξεις, σημειώνοντας πως οι θεσμοί πρέπει να λειτουργούν και να ελέγχονται και πως οι προτάσεις του Υπουργείου είναι στον σωστό δρόμο.
Ο βουλευτής του ΔΗΣΥ, Νίκος Γεωργίου, εξέφρασε τη συμφωνία του με την πρόταση για οικονομική αυτονομία της ΕΥ και την ιδιότητα ελεγκτή ως κριτήριο επιλογής. Προσέθεσε πως η δημιουργία Ελεγκτικού Συμβουλίου δημιουργεί καθεστώς διαρχίας, εισηγούμενος την ενίσχυση των μηχανισμών εσωτερικού ελέγχου της ΕΥ και τον διορισμό νομικών συμβούλων για πρόληψη διαρροών και αποφυγή στιγματισμού προσώπων.
Ο βουλευτής του ΑΚΕΛ, Άριστος Δαμιανού, είπε ότι το ζήτημα της αντικειμενικής αμεροληψίας δεν καλύπτεται από τα νομοσχέδια και εξέφρασε τη θέση ότι τα μέλη των ανεξάρτητων αρχών δεν θα πρέπει να έχουν υπάρξει πολιτικά πρόσωπα.
Ο συνάδελφός του στο ΑΚΕΛ, Ανδρέας Πασιουρτίδης, είπε ότι απουσιάζει η διάσταση του δικοινοτισμού, προσθέτοντας πως ένα πρόσωπο και ένα σώμα βρίσκονται ο ένας υπό την κηδεμονία του άλλου, αφήνοντας περιθώρια για συναλλαγές στις εκθέσεις και τους απολογισμούς.
Ο βουλευτής του Κινήματος Οικολόγων, Χαράλαμπος Θεοπέμπτου, είπε ότι η δημιουργία Ελεγκτικού Συμβουλίου είναι επικίνδυνη εξέλιξη, προσθέτοντας ότι ο έλεγχος στο έργο του Γενικού Ελεγκτή δεν είναι αποδεκτός και ζήτησε βελτιώσεις.
Τέλος, ο μεμονωμένος σοσιαλιστής βουλευτής, Κωστής Ευσταθίου, είπε ότι η δημιουργία Ελεγκτικού Συμβουλίου είναι αποδεκτή αν εξασφαλίζει έλεγχο και ισορροπίες, προσθέτοντας ότι θα πρέπει οι αστοχίες να εξεταστούν στην πορεία.
Απαντώντας, ο κ. Χαρτσιώτης είπε ότι δημιουργείται ζήτημα με την προώθηση των δύο πρώτων πυλώνων των νομοσχεδίων καθώς θα εκλείπει το στοιχείο του επείγοντος, και τόνισε ότι το Ελεγκτικό Συμβούλιο δεν επιδιώκει έλεγχο, αλλά συμβουλή και υποστήριξη του ρόλου του Γενικού Ελεγκτή.
Για τη δικοινοτικότητα, είπε ότι θεσπίζεται στο Σύνταγμα, δεν εφαρμόζεται όμως σε όλα τα συμβούλια ανεξάρτητων αρχών.
Με τη σειρά του, ο κ. Παπακωνσταντίνου είπε ότι η ΕΥ είχε ζητήσει άδεια για νομικούς συμβούλους, με τον Γενικό Εισαγγελέα να απαντά πως η νομική συμβουλή πρέπει να ζητείται από τη ΝΥ. Προσέθεσε πως η Υπηρεσία θα καταθέσει απόψεις και προτάσεις στην επιτροπή.
Στις δηλώσεις του μετά το τέλος της συνεδρίας, ο Υπουργός Δικαιοσύνης ανέφερε ότι με τη μεταρρύθμιση της Ελεγκτικής Υπηρεσίας το Ελεγκτικό Συμβούλιο θα είναι ένα τριμελές σώμα με καθαρά συμβουλευτικό υποστηρικτικό χαρακτήρα του όλου έργου του Γενικού Ελεγκτή και του Βοηθού Γενικού Ελεγκτή.
«Δεν επιδιώκεται τίποτα το οποίο θα επηρεάσει τις νυν εξουσίες του Γενικού Ελεγκτή και του όλου θεσμού, κάτι το οποίο, άλλωστε, δεν είναι δυνατόν να γίνει με τα θεμελιώδη άρθρα τα οποία προστατεύουν τις εξουσίες του Γενικού Ελεγκτή, του Συντάγματος του 1960. Όμως, θεωρούμε ότι μέσα στα πλαίσια του εκσυγχρονισμού, νομικά και συνταγματικά, είναι δυνατόν να παρέμβει η εκτελεστική εξουσία με τη δημιουργία αυτού του καθαρά συμβουλευτικού υποστηρικτικού οργάνου, ώστε ο Γενικός Ελεγκτής να υποστηρίζεται πλέον στο πολύπλοκο και πολυδιάστατο έργο του και από ένα τριμελές συμβούλιο, το οποίο θα μπορεί να τον καθοδηγεί», σημείωσε.
Προσέθεσε πως έγινε μία εκτενής συζήτηση, υπήρξαν αρκετές απόψεις, όπως και ενστάσεις εκ μέρους του Γενικού Ελεγκτή, «κάτι απόλυτα υγιές, απόλυτα φυσιολογικό σε κορυφαίες συνταγματικές μεταρρυθμίσεις».
«Γι' αυτό και θα συζητήσουμε, προκειμένου να βρεθεί η χρυσή τομή, ώστε, επαναλαμβάνω, το κράτος μετά από 65 χρόνια και σε αυτόν τον θεσμό να προχωρήσει μπροστά όπως το δικαιούται», κατέληξε.
Σε ερώτηση σχετικά με τις επιφυλάξεις των κομμάτων ότι ενδεχομένως το εν λόγω Συμβούλιο θα εξέφραζε μια διαφορετική άποψη από τον Γενικό Ελεγκτή και θα υπήρχε μια διαρχία στην παρουσίαση των αποτελεσμάτων, οδηγώντας έτσι σε σε σύγχυση, ο κ. Χαρτσιώτης επανέλαβε ότι ο ρόλος του Συμβουλίου είναι καθαρά συμβουλευτικός και υποστηρικτικός.
«Δεν θα εκφέρει δικές του απόψεις, δεν θα εκδίδει πορίσματα, δεν θα εκδίδει συμπεράσματα. Απλά θα υπάρχει ευχέρεια μέσα από έναν εύλογο χρονικό διάστημα να κάνει έναν απολογισμό του έργου του, δηλαδή σε πόσες από τις ετήσιες ή τις ενδιάμεσες ετήσιες εκθέσεις έχει παρέμβει με συμβουλές ή παραινέσεις κλπ. Επ’ ουδενί δεν θα υπάρχει διαρχία, άλλωστε αυτό θα ήταν αντισυνταγματικό, όπως επίσης ούτε η λέξη έλεγχος συνάδει με τον χαρακτήρα και τη φύση του συγκεκριμένου νομοσχεδίου», τόνισε σχετικά.
Συμπλήρωσε ότι αν κάποιος το μελετήσει προσεκτικά, θα δει μέσα τα χαρακτηριστικά της καθοδήγησης, συμβουλής, παραίνεσης και υποστήριξης στο έργο του Γενικού Ελεγκτή και του Βοηθού Γενικού Ελεγκτή. «Θα είναι ένα πρόσθετο υποστηρικτικό όργανο, το οποίο θα μπορεί να συμβουλεύεται ο Γενικός Ελεγκτής, αλλά και το Συμβούλιο να καθοδηγεί, να συμβουλεύει και να δίνει τις απόψεις του, πριν από την οποιαδήποτε ετήσια ή ενδιάμεση έκθεση του Γενικού Ελεγκτή», επανέλαβε.
Σε παρατήρηση ότι η Βουλή συζητά τον εκσυγχρονισμό της Νομικής Υπηρεσίας και θέλει να καταργήσει το ανέλεγκτο του Γενικού Εισαγγελέα, αλλά θέλει να διατηρήσει το ανέλεγκτο του Γενικού Ελεγκτή, ο Υπουργός Δικαιοσύνης δεν θέλησε να σχολιάσει, υποστηρίζοντας ότι το ερώτημα αφορά θέσεις και απόψεις της Βουλής.
«Σημασία έχει, επαναλαμβάνω, η εκπεφρασμένη πρόθεση και ο αμετάθετος στόχος της Κυβέρνησης να προχωρήσει στον εκσυγχρονισμό συγκεκριμένων κορυφαίων θεσμών μέσα από συνταγματικές αλλαγές και τροποποιήσεις, μετά επιτέλους από 65 ολόκληρα χρόνια. Μπορεί να έχουμε έναν καθόλα πρωτότυπο σύνταγμα, που και αρκετοί συνταγματολόγοι είπαν ότι ίσως τέτοιες πρόνοιες να μην συναντούμε σε άλλα συντάγματα άλλων χωρών. Όμως αυτό το σύνταγμα έχουμε, αυτό το σύνταγμα πρέπει να προστατεύσουμε, τον όποιον χαρακτήρα έχει, και άρα θα δουλέψουμε με αυτό τον σύνταγμα προκειμένου να προχωρήσουμε μπροστά», σημείωσε περαιτέρω.
«Η νομική επιστήμη και το δίκαιο δεν έχουν αδιέξοδα. Πρέπει να προχωρήσουμε, να ακολουθήσουμε συστάσεις κορυφαίων ευρωπαϊκών θεσμών, είτε είναι η Επιτροπή Βενετίας, είτε είναι η Επιτροπή Γκρέκο, είτε το Rule of Law, προκειμένου να είμαστε παράλληλα στο νέο ευρωπαϊκό καθεστώς και στη νέα εποχή όπως προχωρά και προδιαγράφεται», κατέληξε.
Στις δικές του δηλώσεις, ο Πρόεδρος της Επιτροπής Νίκος Τορναρίτης είπε ότι μέσα από τη συζήτηση διαπιστώθηκε ότι στα δύο πρώτα σημεία των νομοσχεδίων υπάρχει σχεδόν ομοφωνία των αρμοδίων θεσμών, Κυβέρνησης, Γενικού Ελεγκτή, Νομικής Υπηρεσίας, Δικηγορικού Συλλόγου, αλλά και των βουλευτών, ενώ στο τρίτο υπήρξαν αντιδράσεις.
«Και είναι αλήθεια ότι δεν έχω πειστεί ούτε εγώ για το τρίτο επίπεδο, δηλαδή τον διορισμό του Ελεγκτικού Συμβουλίου, όχι για τον θεσμό του Ελεγκτικού Συμβουλίου ευρύτερα, αλλά για τη συγκεκριμένη εισήγηση. Γι' αυτό έχω καταθέσει την εξής πρόταση: να προχωρήσει η Βουλή στη συζήτηση της συνταγματικής τροποποίησης για τη θητεία και τα κριτήρια που πρέπει να απολαμβάνει το πρόσωπο που θα διορίζεται στη συγκεκριμένη θέση, να προχωρήσει η Βουλή για την οικονομική ανεξαρτησία της Ελεγκτικής Υπηρεσίας, και για το τρίτο που αφορά το Ελεγκτικό Συμβούλιο, να συνεχίσει ο διάλογος ανάμεσα στην Κυβέρνηση και την Ελεγκτική Υπηρεσία, αλλά με την ταυτόχρονη κατάθεση προτάσεων και εισηγήσεων από έγκριτους νομικούς είτε του εσωτερικού είτε του εξωτερικού, ούτως ώστε να καταλήξουμε σε μία απόφαση η οποία να είναι ευεργετική για την Ελεγκτική Υπηρεσία», ανέφερε στη συνέχεια.
Συμπλήρωσε ότι την ερχόμενη Τετάρτη θα συνεχιστεί η συνεδρία για τη μεταρρύθμιση στην Ελεγκτική Υπηρεσία και ότι η επιτροπή θα προχωρήσει σε κατ’ άρθρον συζήτηση στα θέματα για το οποία υπάρχει συμφωνία, δηλαδή τη θητεία των αξιωματούχων και την οικονομική ανεξαρτησία της ΕΥ.
Από την πλευρά του, ο βουλευτής του ΑΚΕΛ, Άριστος Δαμιανού, είπε ότι ενώ συζητείται ο εκσυγχρονισμός του θεσμού της Ελεγκτικής Υπηρεσίας, οι άμεσα επηρεαζόμενοι, με εξαίρεση κάποια ειδικά ζητήματα, επί της ουσίας τοποθετήθηκαν άκρως αρνητικά, με αριθμό καλεσμένων να θέτει ζητήματα τα οποία ενδέχεται να αγγίζουν και τον πυρήνα συνταγματικών ρυθμίσεων και την νομιμότητά τους.
«Θα μελετήσουμε επισταμένα τα κυβερνητικά νομοσχέδια. Αναμένουμε να απαντηθούν ερωτήματα που έχουμε θέσει, καθώς να κατατεθούν επίσης και εκθέσεις που επικαλέστηκε και το Υπουργείο και η Ελεγκτική Υπηρεσία αναφορικά με τον εκσυγχρονισμό του θεσμού. Αλλά επί της ουσίας πρέπει να επαναλάβω ότι, δυστυχώς, για να υποβοηθηθεί ο εκσυγχρονισμός του κράτους, για να υποβοηθηθεί και η Βουλή στο έργο της, στην προκείμενη περίπτωση η Επιτροπή Νομικών, είναι καλό οι Υπουργοί να φροντίζουν, να εξασφαλίζουν, αν μην τι άλλο, την ελάχιστη δυνατή σύγκλιση με τους εμπλεκόμενους φορείς, για να μην καλείται και πάλι η Βουλή να παίξει ρόλο επιδιαιτητή», συμπλήρωσε.
Ερωτηθείς για τη διάσταση των προσεγγίσεων της Βουλής που φαίνεται να παρατηρείται στις περιπτώσεις εκσυγχρονισμού της Νομικής και της Ελεγκτικής Υπηρεσίας αντίστοιχα, ο κ. Δαμιανού είπε ότι η κοινοβουλευτική ομάδα του ΑΚΕΛ έχει καταθέσει εδώ και πολλά χρόνια προτάσεις νόμου μέσω του Γενικού του Γραμματέα στην Επιτροπή Νομικών, μέσα από τις οποίες αγγίζει τα ζητήματα του πυρήνα που αφορούν και την Ελεγκτική Υπηρεσία και την Νομική Υπηρεσία.
«Πρέπει να πω ότι με ικανοποίηση είδα στα νομοσχέδια τουλάχιστον το ζήτημα της μιας μακράς θητείας αντί των αιωνόβιων διορισμένων απαντάται, άρα υιοθετείται η δική μας θέση και σε ένα βαθμό τα ζητήματα της αντικειμενικής αμεροληψίας, τα κριτήρια δηλαδή διορισμού. Όμως υπάρχουν σοβαρά ζητήματα τα οποία δεν αντιμετωπίζονται», σημείωσε.
Προσέθεσε για αυτόν τον σκοπό έχει συνεννοηθεί με τον κ. Τορναρίτη ώστε στην επόμενη συνεδρία οι προτάσεις του ΑΚΕΛ να τεθούν ενώπιον της Επιτροπής Νομικών, οι οποίες, όπως είπε, αφορούν και τις εν λόγω πτυχές και δημιουργούν μια πληρότητα αναφορικά με την ανάγκη εκσυγχρονισμού.
«Είναι ένα πράγμα η διαφάνεια και η δημόσια λογοδοσία που πρέπει να υπάρχει και είναι άλλο πράγμα να δημιουργούνται συνθήκες ποδηγέτησης των θεσμών, ιδιαίτερα των ανεξάρτητων αξιωματούχων. Γι' αυτό εμείς θα ψάξουμε την ισορροπία, που πρέπει να πω ότι σήμερα δεν υπάρχει στα νομοσχέδια», δήλωσε.
Σε παρατήρηση ότι η αρχική εισήγηση για το θέμα είχε γίνει από τον πρώην ΓΓ του κόμματος, Άντρο Κυπριανού, πριν από 10 χρόνια, ο κ. Δαμιανού επιβεβαίωσε ότι έχουν υιοθετηθεί από τον Στέφανο Στεφάνου, με βάση την πρακτική του Κοινοβουλίου, προτάσεις του Άντρου Κυπριανού. «Και ο λόγος που δεν προχώρησαν είναι διότι τότε, όταν εμείς επιμέναμε σε αυτόν τον εκσυγχρονισμό, δεν υπήρχε η αναγκαία πλειοψηφία. Τώρα που και άλλα κόμματα υιοθετούν την ίδια λογική όπως και η Κυβέρνηση, υπάρχει στάδιο δόξης λαμπρό, να προβούμε σε ένα σωστό εκσυγχρονισμό», κατέληξε.
Τέλος, ο βουλευτής του ΔΗΚΟ, Πανίκος Λεωνίδου, είπε ότι θέση του Δημοκρατικού Κόμματος αποτελεί ότι ουδείς είναι υπεράνω του νόμου και ουδείς είναι υπεράνω του ελέγχου.
«Συνεπώς και η Ελεγκτική Υπηρεσία έχει την υποχρέωση να συμμορφώνεται με τους κανόνες δικαίου του κράτους, να υπάρχει πλήρης συμμόρφωση με την αρχή της νομιμότητας και τις αρχές του κράτους δικαίου, αλλά παράλληλα θα πρέπει να υπάρχει και έλεγχος και της Ελεγκτικής Υπηρεσίας», σημείωσε.
«Σε μια σύγχρονη δημοκρατία και με βάση τις συνταγματικο-πολιτικές εξελίξεις οφείλουμε ως νομοθέτες, ως Βουλή και Κυβέρνηση, να βρούμε τους τρόπους να εκσυγχρονιστεί η Ελεγκτική Υπηρεσία. Σίγουρα υπάρχουν διαφορετικές απόψεις ή και ενστάσεις, όμως η θέση μας είναι ότι τα τελευταία χρόνια δυστυχώς, οι τρεις τελευταίοι Γενικοί Ελεγκτές ή έχουν παραιτηθεί για κάποιους λόγους ή έχουν αποπεμφθεί. Συνεπώς, είναι φανερό ότι στην Ελεγκτική Υπηρεσία υπάρχει ζήτημα και ως τούτου, οφείλουμε ως Βουλή και ως Κυβέρνηση να βρούμε τους τρόπους να λειτουργήσει η Ελεγκτική Υπηρεσία με βάση το σύνταγμα και τις σύγχρονες ανάγκες του τόπου», κατέληξε.
ΚΥΠΕ