Ανοχύρωτες σε κάθε απειλή από μη επανδρωμένα αεροχήματα έμειναν εδώ και χρόνια οι κρίσιμες υποδομές της Δημοκρατίας. Όπως σημειώνει η Ελεγκτική Υπηρεσία σε ειδική έκθεση που έδωσε σήμερα στη δημοσιότητα με θέμα «Έλεγχος των Διαδικασιών Σύναψης Σύμβασης για την Προμήθεια και Εγκατάσταση Συστημάτων Προστασίας Κρίσιμων Υποδομών από την Απειλή Μη Επανδρωμένων Αεροχημάτων (ΜΕΑ)», έπειτα από πέραν των επτά ετών και δύο αποτυχημένων διαγωνισμών, οι κρίσιμες υποδομές της Δημοκρατίας εξακολουθούν να μην διαθέτουν συστήματα προστασίας έναντι της απειλής των ΜΕΑ, με την υλοποίηση του έργου να έχει προς το παρόν απροσδιόριστο χρονικό ορίζοντα.
Οι διαγωνισμοί αφορούσαν στην προμήθεια και ανάπτυξη anti-drone system το οποίο θα κάλυπτε τις ανάγκες ασφάλειας πέντε κρίσιμων υποδομών της Κυπριακής Δημοκρατίας (Προεδρικό Μέγαρο, Κεντρικές Φυλακές, Αρχηγείο Αστυνομίας και στα αεροδρόμια Λάρνακας και Πάφου). Σημειώνεται ότι στην έκθεση της ΕΥ δεν αναφέρονται οι πιο πάνω κρατικές υποδομές.
Σύμφωνα με την ΕΥ, για την κάλυψη της ανάγκης συστημάτων προστασίας κρίσιμων υποδομών έγιναν δύο προσπάθειες χωρίς όμως καμία επιτυχία. Η η προσπάθεια έγινε το 2018 μέσω του δημόσιου διαγωνισμού με αρ. Δ.Ο 28/2018. Τελικά το 2019, με τη δικαιολογία μη εξασφάλισης των αναγκαίων πιστώσεων στον Προϋπολογισμό, η ΑΚ ακύρωσε το διαγωνισμό. Η η προσπάθεια ξεκίνησε το 2021 μέσω του διαγωνισμού με αρ. Δ.Ο. 29/2021, αλλά τερματίστηκε τον Απρίλιο 2025, χωρίς το έργο να έχει παραδοθεί ποτέ, εξαιτίας αποτυχίας της αναδόχου εταιρείας να εκπληρώσει τις συμβατικές της υποχρεώσεις. Ως εκ τούτου, μετά την παρέλευση επτά χρόνων (2018-2025) και δύο αποτυχημένων διαγωνισμών, το έργο δεν έχει υλοποιηθεί με όλες τις συνεπακόλουθες από αυτό συνέπειες, λαμβάνοντας υπόψη ότι αφορούσε κρίσιμες υποδομές.
Κάτω από το μικροσκόπιο της Ελεγκτικής Υπηρεσίας τέθηκαν όλες οι λεπτομέρειες των διαγωνισμών καθώς και η κατάληξη του τελευταίου διαγωνισμού, ο οποίος, παρά την εγκατάσταση του συστήματος, αποδείχθηκε ότι είχε αδυναμίες. Η Αστυνομία Κύπρου, ως αναθέτουσα Αρχή, προχώρησε σε τερματισμό της σύμβασης και κατάσχεση των εγγυητικών λόγω αποτυχίας της αναδόχου εταιρείας να εκπληρώσει τις συμβατικές της υποχρεώσεις.
Χωρίς χρονικά ορόσημα
Η Ελεγκτική Υπηρεσία εντοπίζει επίσης ελλείψεις στον σχεδιασμό του έργου. Όπως αναφέρει, δεν είχαν καθοριστεί συγκεκριμένα χρονικά ορόσημα ανά φάση, γεγονός που δυσχέρανε την παρακολούθηση της προόδου και την επιβολή ρητρών καθυστέρησης. Οι υπηρεσίες συντήρησης και υποστήριξης δεν είχαν ενσωματωθεί ολοκληρωμένα στην οικονομική προσφορά, με αποτέλεσμα να μη διασφαλίζεται η απρόσκοπτη υποστήριξη και συντήρηση των συστημάτων σε ανταγωνιστικές τιμές.
Παράλληλα, η απαίτηση προηγούμενης εμπειρίας μόνο σε αεροδρόμια κρατών-μελών της ΕΕ ή του ΗΒ περιόριζε αδικαιολόγητα τον ανταγωνισμό και απέκλειε έργα σε άλλες τεχνολογικά ανεπτυγμένες χώρες.
Κενά στην αξιολόγηση
Όπως αναφέρει η Ελεγκτική Υπηρεσία, δεν τεκμηριώθηκε επαρκώς η τεχνική και επαγγελματική ικανότητα του αναδόχου. «Στοιχεία κρίσιμα – όπως η χώρα εκτέλεσης προηγούμενων συμβάσεων, η πραγματική λειτουργική επάρκεια του κατασκευαστή και η δυνατότητα μακροχρόνιας υποστήριξης – δεν επαληθεύτηκαν πλήρως. Διαπιστώθηκαν επίσης αποκλίσεις μεταξύ των υποβληθέντων τεχνικών φυλλαδίων και των επίσημων δημοσιεύσεων του κατασκευαστή» τονίζει.
Αλλεπάλληλες παρατάσεις χωρίς πρόοδο
Η Ελεγκτική Υπηρεσία χαρακτηρίζει, βάσει των ευρημάτων της, προβληματική την υλοποίηση και ελλιπή την παρακολούθηση του έργου. «Η υλοποίηση της σύμβασης χαρακτηρίστηκε από αλλεπάλληλες παρατάσεις χωρίς ουσιαστική πρόοδο. Η πλέον κρίσιμη διαπίστωση αφορά την απουσία συστηματικής παρακολούθησης: για σχεδόν τρία χρόνια η Αναθέτουσα Αρχή δεν είχε σαφή εικόνα της εξέλιξης του έργου, ούτε ενδιάμεσες επιβεβαιώσεις λειτουργικότητας των συστημάτων. Η πρακτική αυτή αποδείχθηκε εντελώς λανθασμένη, καθώς μόνον όταν διενεργήθηκαν οι πρώτες δοκιμές παραλαβής – στο τελικό στάδιο – διαπιστώθηκε ότι τα συστήματα δεν ανταποκρίνονταν στις τεχνικές απαιτήσεις, αποτυγχάνοντας ακόμη και σε βασικά σενάρια εντοπισμού ΜΕΑ. Μετά την αποτυχία και των επαναληπτικών δοκιμών, η σύμβαση τερματίστηκε τον Απρίλιο 2025 και οι εγγυητικές κατασχέθηκαν» αναφέρεται στην έκθεση της ΕΥ.






