Η ηλεκτρική ενέργεια αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της καθημερινότητάς μας και τη ραχοκοκαλιά των οικονομιών του πλανήτη. Μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, η ενεργειακή ασφάλεια και η προσιτή τιμή της ενέργειας έγιναν κορυφαία ζητήματα για την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επιδιώκει πλέον να ενισχύσει τις διασυνδέσεις μεταξύ των κρατών-μελών, ώστε η Ευρώπη να λειτουργεί ως ενωμένο ενεργειακό μπλοκ και όχι ως ένα μωσαϊκό απομονωμένων αγορών.
Σύμφωνα με την Κομισιόν, η ενιαία δράση θα επιτρέψει στην Ένωση να ενισχύσει την ασφάλεια του ενεργειακού της εφοδιασμού και να ενσωματώσει περισσότερες ανανεώσιμες πηγές ενέργειας στις αγορές της. Τα στοιχεία του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας (IEA) δείχνουν ότι οι εισαγωγές και εξαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών του ΟΟΣΑ έχουν αυξηθεί σημαντικά τις τελευταίες δύο δεκαετίες.
Από τις 35 ευρωπαϊκές χώρες που εξετάστηκαν το 2024, 13 ήταν καθαροί εξαγωγείς ηλεκτρικής ενέργειας, ενώ 21 καθαροί εισαγωγείς, σύμφωνα με την Eurostat. Μόνο η Κύπρος δεν ανέφερε καμία εισαγωγή ηλεκτρικής ενέργειας. Η εξάρτηση μιας χώρας από εισαγόμενη ηλεκτρική ενέργεια μετριέται από το ποσοστό των καθαρών εισαγωγών επί της συνολικής κατανάλωσης. Αν το ποσοστό είναι θετικό, η χώρα εισάγει περισσότερο απ’ ό,τι εξάγει· αν είναι αρνητικό, σημαίνει ότι εξάγει περισσότερη ενέργεια. Το 2024, το μέσο ποσοστό καθαρών εισαγωγών στην ΕΕ ήταν -0,5%, γεγονός που δείχνει ότι συνολικά η Ευρώπη εξάγει ελαφρώς περισσότερη ενέργεια απ’ ό,τι εισάγει.
Ηλεκτρικό ρεύμα: Ποιοι είναι οι πρωταθλητές στις εξαγωγές
Η Σουηδία καταγράφει την ισχυρότερη θέση με -27%, ενώ ακολουθεί η Γαλλία με -22%. Σημαντικοί εξαγωγείς είναι επίσης η Σλοβενία (-19%), η Νορβηγία (-14%), η Σλοβακία (-13%), η Τσεχία (-12%) και η Αυστρία (-10%).
Αντίθετα, μεταξύ των τεσσάρων μεγαλύτερων οικονομιών της ΕΕ, η Γαλλία και η Ισπανία είναι καθαροί εξαγωγείς, ενώ η Γερμανία (6%) και η Ιταλία (18%) είναι καθαροί εισαγωγείς.
Σύμφωνα με τον καθηγητή Jacques Percebois του Πανεπιστημίου του Μονπελιέ, οι καθαροί εξαγωγείς είναι συνήθως χώρες με μεγάλη παραγωγή από υδροηλεκτρικά φράγματα ή πυρηνικούς σταθμούς, όπως η Γαλλία και η Σουηδία. Αντίθετα, χώρες που βασίζονται σε διαλείπουσες ανανεώσιμες πηγές –όπως αιολικά και φωτοβολταϊκά– χρειάζεται να εισάγουν ενέργεια όταν δεν φυσάει ή δεν έχει ήλιο.
Οι διακυμάνσεις και το ηλεκτρικό μείγμα της Ευρώπης
Οι ετήσιες διακυμάνσεις είναι σημαντικές. Η Ελλάδα, για παράδειγμα, από καθαρός εισαγωγέας το 2023 (10%) μετατράπηκε σε καθαρό εξαγωγέα το 2024 (-0,6%). Αντίθετα, η Κροατία είδε τις εισαγωγές της να αυξάνονται από 10% σε 26%.
Ο αναλυτής John Springford του Centre for European Reform εξηγεί ότι οι χώρες που βασίζονται στο φυσικό αέριο για τον καθορισμό της τιμής ηλεκτρικής ενέργειας τείνουν να είναι καθαροί εισαγωγείς. Όσο υψηλότερη είναι η τιμή του αερίου, τόσο περισσότερο συμφέρει να εισάγουν ενέργεια από χώρες με φθηνότερη παραγωγή.
Η Γερμανία, που ήταν καθαρός εξαγωγέας για δύο δεκαετίες, έγινε καθαρός εισαγωγέας από το 2023. Η Rina Bohle Zeller από το Agora Energiewende αποδίδει την αλλαγή αυτή στην αύξηση των τιμών άνθρακα, που καθιστούν τον γερμανικό λιγνίτη μη ανταγωνιστικό, καθώς και στο κλείσιμο τριών πυρηνικών αντιδραστήρων.
Σε όγκο, η Ιταλία είναι ο μεγαλύτερος καθαρός εισαγωγέας ηλεκτρικής ενέργειας με 51.000 GWh, ενώ ακολουθεί η Γερμανία με 26.269 GWh.
Αντίθετα, η Γαλλία είναι ο μεγαλύτερος εξαγωγέας, με 89.851 GWh, ακολουθούμενη από τη Σουηδία με 33.435 GWh. Η Γαλλία έγινε μάλιστα το 2024 ο μεγαλύτερος εξαγωγέας ηλεκτρικής ενέργειας στον κόσμο, χάρη στην ανάκαμψη της πυρηνικής παραγωγής και την αύξηση κατά 10% των ανανεώσιμων πηγών.
Η διασυνοριακή εμπορία ενέργειας, όπως σημειώνει η Zeller, είναι κρίσιμη για τη σταθερότητα και τη μείωση του κόστους. «Όταν δύει ο ήλιος στη Γερμανία, ο άνεμος της Δανίας αρχίζει να φυσά — κι έτσι η ενέργεια ρέει απρόσκοπτα μεταξύ των συνδεδεμένων δικτύων της Ευρώπης», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Πηγή: lifo.gr