Ένα νεοφυές σύνολο αφηγημάτων κατακλύζει τη δημόσια σφαίρα τον τελευταίο ενάμιση χρόνο, στο πλαίσιο της διαχεόμενης αντίληψης ότι «το Ισραήλ είναι φυσικός σύμμαχος της Κυπριακής Δημοκρατίας». Αυτή η αντίληψη και τα αφηγήματα που την περιβάλλουν εντάθηκαν σε τεράστιο βαθμό - αν δεν εμφανίστηκαν και εντελώς «φρέσκα», από την 8η Οκτωβρίου 2023 και εντεύθεν. Φράσεις όπως: «Οι Παλαιστίνιοι πανηγύριζαν όταν έγινε η εισβολή στην Κύπρο», «Το Ισραήλ ανέκαθεν μας υποστήριζε κατά της Τουρκίας», «Το Ισραήλ είναι το μόνο που μπορεί να μας προστατεύσει από την Τουρκία» κ.λπ. περιορίζουν τη διαλεκτική στη στενή αντιληπτική φόρμα: «Μουσουλμάνος = Τούρκος ή τουρκόφιλος» και «Εχθρός Μουσουλμάνων = Σύμμαχος».
Αυτή η αντιληπτική φόρμα λοιπόν δεν στηρίζεται σε απτά ιστορικά γεγονότα. Τουναντίον! Η δημιουργία μάλιστα αυτών των αντιλήψεων καθιστά κίνδυνο για την κυριαρχία μας και για το «εθνικό συμφέρον» που διατείνονται ότι προσεταιρίζονται όσοι και όσες καλούν για σύσφιξη των σχέσεων με το διεθνώς καταδικασμένο καθεστώς Νετανιάχου. Αφήνω προσωρινά πίσω το αυτονόητο της καταδίκης των εγκλημάτων πολέμου που διαπράττει το καθεστώς Νετανιάχου και εξηγούμαι πρώτα για τα ιστορικά γεγονότα και κατόπιν για το εθνικό συμφέρον της Κυπριακής Δημοκρατίας:
Οι σχέσεις Κύπρου - Ισραήλ και Κύπρου - Παλαιστίνης είναι καταγεγραμμένες και δεν μπορούν -ειδικά την περίοδο που διανύουμε- να αφήνονται στην ερμηνεία ή στην παντελώς νεοσύστατη θεώρηση του εκάστοτε πολιτικού ή πολιτικάντη. Μία εκτενής αναφορά γι' αυτές τις σχέσεις, μας έχει χαρίσει στο βιβλίο του «Κύπρος, το Γειτονικό Νησί: Το Κυπριακό μέσα από τα Κρατικά Αρχεία του Ισραήλ, 1946-1960», ο Γαβριήλ Χαρίτος. Στο βιβλίο αυτό θα βρούμε διασταυρωμένες πηγές, τις οποίες διασταύρωσα προσωπικά εκ νέου, για την εξέλιξη των διπλωματικών σχέσεων με τους γείτονές μας κατά την περίοδο δημιουργίας του κράτους του Ισραήλ μέχρι και την υπογραφή της ανεξαρτησίας της Κυπριακής Δημοκρατίας και τον αντιαποικιακό-ενωτικό αγώνα που μεσολάβησε.
Η δημιουργία του κράτους του Ισραήλ «μέσω Κύπρου»
Από το 1946 λοιπόν τα πλοία των Εβραίων σιωνιστών που έφευγαν από την Κεντρική Ευρώπη για να αποικήσουν την Παλαιστίνη τα σταματούσαν οι βρετανικές αποικιοκρατικές δυνάμεις και κατέβαζαν τους επιβαίνοντες στην Κύπρο. Τους χαρακτήριζαν μάλιστα «παράνομους μετανάστες» και τους περιόριζαν σε στρατόπεδα (τραγικό αμέσως μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο). Εκεί ο κυπριακός λαός συμπαραστάθηκε και βοήθησε στις καλύτερες συνθήκες διαβίωσης των στρατοπεδευμένων, μέχρι το 1948 που μεταφέρθηκαν στο νεοσύστατο κράτος του Ισραήλ. Ήδη εκείνη την περίοδο είχε ξεκινήσει να οργανώνεται ο αντιαποικιακός αγώνας στην Κύπρο - πιθανόν επηρεασμένος και από τις τρομοκρατικές επιθέσεις των σιωνιστών κατά των Βρετανών αποικιοκρατών στην Παλαιστίνη, διότι οι τελευταίοι προσπαθούσαν να περιορίσουν τη μετανάστευση περισσότερων Εβραίων. Από την αρχή του κράτους του Ισραήλ που συνυπέγραψαν οι Παλαιστίνιοι, οι Ισραηλίτες προσεταιρίστηκαν τους Άγγλους και επιζητούσαν την παραμονή τους στην περιοχή ως ασπίδα προστασίας κατά των αραβικών χωρών που ήταν εχθρικά προς την ύπαρξη του νέου κρατικού μορφώματος. Έτσι δεν στήριξαν τον αντιαποικιακό αγώνα, αλλά παράλληλα δεν τον καταδίκασαν και ως τρομοκρατικό «λόγω του χαρακτήρα των ενεργειών του».
Σχέσεις Ισραήλ - Τουρκίας
Εκείνη ήταν και η περίοδος που το Ισραήλ διαμόρφωνε τις συμμαχίες του στην περιοχή. Καλείτο λοιπόν φυσικά να επιλέξει μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας και η απόφαση κατέστη ξεκάθαρη στη στάση του στα ψηφίσματα των Ηνωμένων Εθνών για το Κυπριακό. Εκεί το Ισραήλ τήρησε αποχή από τα ψηφίσματα της Ελλάδας που αιτούντο αυτοδιάθεση για την Κύπρο και στήριξε το ένα ψήφισμα που κατέθεσε η Τουρκία. Κομβικό γεγονός στην απόφαση του Ισραήλ αποτέλεσε το ότι η Τουρκία ήταν 1. Το γεωγραφικά εγγύτερο μέλος του ΝΑΤΟ και 2. Η πρώτη μουσουλμανική χώρα που αναγνώρισε το κράτος του Ισραήλ. Γενικά στις διαδικασίες που μεσολάβησαν, οι Ισραηλινοί απέφευγαν επιμελώς να συμπαραταχθούν με την Ελλάδα και τα συμφέροντα της ελληνοκυπριακής κοινότητας, φοβούμενοι ενδεχόμενη αποχώρηση των Βρετανών από την περιοχή - ειδικά μετά την εθνικοποίηση της Διώρυγας του Σουέζ από τον Νάσερ το 1956, αλλά κυρίως θέλοντας να διατηρήσουν καλές σχέσεις με την Τουρκία, με την οποία συμμάχησαν στον πόλεμο της Κορέας. Το τελευταίο γεγονός κατέστησε και τις δύο χώρες πόλους επιρροής της Δύσης κατά της Σοβιετικής Ένωσης και των εν δυνάμει συμμάχων της - όπως το Κίνημα των Αδεσμεύτων του οποίου ως γνωστόν βασικό στέλεχος αποτέλεσε ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος ο Γ΄.
«Οι Παλαιστίνιοι πανηγύριζαν στην εισβολή»
Ουδέν αναληθέστερο. Με βάση τις προφανείς ισορροπίες της εποχής αυτό το κατά βούληση «απόφθεγμα» όχι μόνο δεν ευσταθεί, αλλά δεν βγάζει και νόημα. Το Ισραήλ όπως είπαμε ήταν στρατηγικός σύμμαχος της Τουρκίας και ευρύτερα της Δύσης - εξ ου και εχθρός των Παλαιστινίων και των αραβικών κρατών. Αν και το 1967 έδειξε να κάνει μια στροφή προς στήριξη των αραβικών κρατών απαγορεύοντας τη λειτουργία των Αμερικανικών Βάσεων για περιορισμένο διάστημα, διαφάνηκε ότι ήταν απλά μια στρατηγική στροφή της πολιτικής πολλαπλών ταμπλό - στρατηγική που υιοθετεί η Τουρκία μέχρι και σήμερα. Παράλληλα, η Παλαιστίνη, ως μέλος του Κινήματος των Αδεσμεύτων, διατηρούσε άριστες σχέσεις με την Κυπριακή Δημοκρατία - ειδικές αναφορές βρίσκουμε πολλές για τις προσωπικές σχέσεις Αραφάτ - Μακαρίου και Αραφάτ - Λυσσαρίδη. Ο Γ. Χαρίτος μάλιστα αναφέρει στο βιβλίο του ότι η τουρκοκυπριακή κοινότητα διατηρούσε εξέχουσες σχέσεις με το κράτος του Ισραήλ - τόσο εμπορικές, όσο και φιλικά διπλωματικές. Το Ισραήλ -ως μόρφωμα των Βρετανών- διατηρούσε ξεχωριστές σχέσεις με τις δύο κοινότητες και όπως καταγράφεται εισήγαγε τη μαζική ποσότητα των προϊόντων του από εταιρείες τ/κ συμφερόντων. Αυτά τα γεγονότα επιβεβαιώνει και τονίζει επανειλημμένα ο Φαζίλ Κιουτσιούκ. Η Παλαιστινιακή Αρχή μάλιστα, μέσω του PLO, καταδίκασε την τουρκική εισβολή πολύ πριν το Ισραήλ συνυπογράψει τα ψηφίσματα των ΗΕ - ένα Ισραήλ που ουδέποτε καταδίκασε φραστικά ξεκάθαρα την εισβολή και την κατοχή στην Κύπρο, για προφανείς (για κάποιους) λόγους.
Το «Εθνικό συμφέρον»
Αυτό που πρώτη η «φιλελεύθερη» Δεξιά στην Κύπρο ταυτίζει με τη συνεργασία μας σήμερα με το κράτος του Ισραήλ, το οποίο κατονομάζει «φυσικό σύμμαχο». Σε μια «φυσική» συμμαχία κερδίζουν όλα τα μέρη. Ερωτώ λοιπόν: Τι κερδίζει η Κυπριακή Δημοκρατία; Ειδικότερα: Τι κερδίζει περισσότερο από αυτό που θα κέρδιζε αν τουλάχιστον κρατούσε αποστάσεις και συμμεριζόταν τη γραμμή της Ευρωπαϊκής Ένωσης;
Δεν θα ήταν πιο θεμιτό να κάνουμε προσπάθειες ούτως ώστε να αποτελέσουμε τη βασική οδό της ΕΕ προς την επίλυση της κρίσης αντί να επιλέξουμε πλευρά από την πρώτη μέρα; Δεν θα ήταν πιο σώφρων να είμαστε πιο συγκρατημένοι στις εκδηλώσεις φιλίας μας προς ένα κράτος που καταδικάστηκε πολύ πριν το 2023 ως κατοχική και εποικιστική δύναμη; Δεν θα ήταν πιο δίκαιο να καταδικάσουμε τη γενοκτονία και να τιμήσουμε την απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης σχετικά με τα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας που διαπράττει ο Νετανιάχου και το καθεστώς του; Δεν θα ήταν πιο κερδοφόρο για το εθνικό μας συμφέρον να μην δώσουμε όλα τα εργαλεία στην Τουρκία, για να αποτελέσει ακόμη μία φορά τον σταθεροποιητικό παράγοντα στην περιοχή και μετά να τρέχουμε να μαζέψουμε τα σπασμένα;
Το Ισραήλ δεν είναι φυσικός μας σύμμαχος. Το «Ο εχθρός του εχθρού μου είναι φίλος μου», είναι κουβέντες του καφενέ - όχι διπλωματική στρατηγική σε μια περιοχή και μια χρονική περίοδο που τα πάντα αλλάζουν με συχνότητα μερικών ωρών. Το Ισραήλ δεν είναι ένας φίλος που θα θέλαμε να έχουμε. Είναι ένας εχθρός που δεν μπορούμε να έχουμε απέναντί μας. Είναι δύο πολύ διαφορετικά πράγματα και φταίμε σε τεράστιο βαθμό που βρισκόμαστε σε αυτή τη θέση - μπορούμε όμως να βγούμε; Όταν το «εθνικό συμφέρον» ταυτίζεται με το οικονομικό κέρδος παρά με το δίκαιο και τη διπλωματία, τότε τα πράγματα είναι πολύ - πάρα πολύ σκούρα…
* Διδακτορικού ερευνητή Πολιτικών Επιστημών και Διεθνών Σχέσεων με ειδίκευση στο «Soft Power Strategy»