Η Αυτόματη Τιμαριθμική Αναπροσαρμογή (ΑΤΑ) παραμένει ένα από τα σημαντικότερα εργαλεία κοινωνικής πολιτικής και εργασιακής ισορροπίας στην Κύπρο, ιδιαίτερα σε περιόδους αυξημένου πληθωρισμού και οικονομικής αστάθειας. Εισήχθη ως ένας μηχανισμός αυτόματης αναπροσαρμογής των μισθών με βάση τις μεταβολές στο κόστος ζωής, και παρότι κατά καιρούς έχει τεθεί υπό αμφισβήτηση ή περιορισμό, η σημασία της για τους εργαζόμενους, ειδικά τους χαμηλόμισθους και τη μεσαία τάξη, είναι καθοριστική.
Σε περιόδους που ο πληθωρισμός ανεβαίνει και οι τιμές βασικών αγαθών εκτοξεύονται, η ΑΤΑ λειτουργεί ως αντιστάθμισμα και ανάχωμα στη διάβρωση του πραγματικού εισοδήματος των εργαζομένων. Χωρίς την εφαρμογή της, η αγοραστική δύναμη των πολιτών μειώνεται δραστικά, με αποτέλεσμα την υπονόμευση της ποιότητας ζωής, την ενίσχυση των κοινωνικών ανισοτήτων και την αποσταθεροποίηση της κατανάλωσης και της εσωτερικής αγοράς.
Η ΑΤΑ δεν αποτελεί δώρο ή προνόμιο. Είναι προϊόν συλλογικών αγώνων και θεσμικών διαβουλεύσεων που αντανακλούν την ανάγκη για ένα ελάχιστο επίπεδο προστασίας έναντι των διακυμάνσεων της οικονομίας. Διασφαλίζει μια βασική και προβλέψιμη αναπροσαρμογή αποδοχών, εξασφαλίζοντας κοινωνική ειρήνη και οικονομική προβλεψιμότητα. Ειδικά στον ιδιωτικό τομέα, όπου οι αμοιβές συχνά καθορίζονται μονομερώς ή με βάση την εργοδοτική διαπραγματευτική υπεροχή, η ΑΤΑ λειτουργεί ως ένα κρίσιμο αντισταθμιστικό εργαλείο.
Η διατήρηση και ενίσχυση της ΑΤΑ αποκτά ιδιαίτερη σημασία σήμερα, όπου το κόστος ζωής εκτοξεύεται λόγω των παγκόσμιων πληθωριστικών πιέσεων, της ενεργειακής αστάθειας και των αλυσίδων εφοδιασμού που διαταράχθηκαν από διαδοχικές κρίσεις. Για χιλιάδες οικογένειες στην Κύπρο, η καταβολή της ΑΤΑ σημαίνει διατήρηση αξιοπρέπειας, δυνατότητα κάλυψης των βασικών αναγκών και αποφυγή διολίσθησης στη φτώχεια. Ιδιαίτερη σημασία έχει η εφαρμογή της και στους κλάδους χαμηλού ημερομισθίου και εποχιακής εργασίας, όπου η ΑΤΑ μπορεί να αποτελέσει την ειδοποιό διαφορά μεταξύ επιβίωσης και εξαθλίωσης.
Οι επιχειρήσεις, από την πλευρά τους, συχνά εγείρουν ενστάσεις για το κόστος της ΑΤΑ και τις επιπτώσεις της στην ανταγωνιστικότητα. Ωστόσο, η ομαλή εφαρμογή της μπορεί να λειτουργήσει και υπέρ της εργοδοτικής πλευράς, εφόσον ενισχύει την εργασιακή ειρήνη, περιορίζει τις απεργιακές κινητοποιήσεις και δημιουργεί ένα προβλέψιμο μισθολογικό περιβάλλον. Σε κάθε περίπτωση, η λύση δεν βρίσκεται στην κατάργηση ή απαξίωσή της, αλλά στον εξορθολογισμό και τον εκσυγχρονισμό της με γνώμονα τη δικαιοσύνη και τη βιωσιμότητα.
Η ΑΤΑ είναι, εν τέλει, ένας πυλώνας κοινωνικής συνοχής και οικονομικής σταθερότητας. Η στήριξή της από το κράτος, τους κοινωνικούς εταίρους και την κοινωνία ευρύτερα, δεν είναι απλώς πολιτική επιλογή· είναι πράξη ευθύνης απέναντι στους εργαζομένους και στο ίδιο το κοινωνικό συμβόλαιο.
*Καθηγητή-ανθρωπολόγου στο Philips University, πρώην πρύτανη