Ήταν Νοέμβριος του 2018, μεσάνυχτα Κυριακής προς Δευτέρα, όταν κόπηκε το νήμα της ζωής ενός νέου ανθρώπου, του 21χρονου τότε Φειδία Σαββίδη, σε μία «πίστα» ταχύτητας που είχε «στηθεί» από νέους στη βιομηχανική περιοχή Ιδαλίου. Ο τότε διευθυντής της Τροχαίας Αρχηγείου είχε εκφράσει από τηλεοράσεως τον συγκλονισμό του για τους νέους που χάνονται στην άσφαλτο. Είχε ομολογήσει πως κλαίει κι αυτός. Επικαλέστηκε δε την επιτακτική ανάγκη για τοποθέτηση του συστήματος φωτοεπισήμανσης, ώστε να μειωθούν τα τροχαία δυστυχήματα.
Πριν από μερικές μέρες, Νοέμβριος και πάλι κατά τραγική συγκυρία, επτά ολόκληρα χρόνια μετά, ένα σοβαρό τροχαίο δυστύχημα που συνέβη στη βιομηχανική περιοχή Δρομολαξιάς, έφερε και πάλι στο φως τις παράνομες κόντρες ταχύτητας. Σύμφωνα με δημοσιεύματα, ο οδηγός του οχήματος ανέπτυξε μεγάλη ταχύτητα, έχασε τον έλεγχο, προσέκρουσε σε σταθμευμένο όχημα το οποίο σύρθηκε σε σταθμευμένο όχημα με αποτέλεσμα τον τραυματισμό γυναίκας στα πόδια. Προφανώς μίας εκ των θεατών. Το σύστημα φωτοεπισήμανσης που είχε επικαλεστεί το 2018 ο επικεφαλής της Τροχαίας δεν σταμάτησε τις κόντρες ταχύτητας, ενώ η όποια μείωση στα θανατηφόρα ήταν παροδική.
Ο «Π» ασχολήθηκε με τα «πειραγμένα» αυτοκίνητα και το επικίνδυνο «σπορ» των «αγώνων» ταχύτητας στο δημόσιο οδικό δίκτυο από το 2004. Ένα φαινόμενο που 21 χρόνια μετά συνεχίζεται και δεν υπάρχει κανείς για να πατήσει φρένο. Όλοι είμαστε μάρτυρες – τουλάχιστον εξ ακοής – για όσα συμβαίνουν τις νύχτες σε μεγάλες ευθείες του οδικού δικτύου που γειτονεύουν με τις οικίες μας, όπου, ούτε υπάρχουν κάμερες, ούτε αστυνόμευση προφανώς, με οχήματα που μαρσάρουν και σπάνε τα κοντέρ. Η Αστυνομία όμως, ούτε βλέπει ούτε ακούει. Πριν από έναν ακριβώς χρόνο, Νοέμβριος ήταν και πάλι κατά σύμπτωση, εκπρόσωποί της Τροχαίας ισχυρίζονταν ενώπιον της Βουλής πως οι κούρσες ταχύτητας έχουν περιοριστεί και πως πρόκειται για μεμονωμένα περιστατικά που παρουσιάζονται σε συγκεκριμένες περιοχές, στις οποίες πλέον υπάρχει αστυνόμευση.
Δυστυχώς η ευαισθησία των αρμοδίων, είτε αυτών που πέρασαν από το πόστο της διεύθυνσης Τροχαίας, είτε των εκάστοτε πολιτικών τους προϊστάμενων που προεδρεύουν του Συμβουλίου Οδικής Ασφάλειας, περιορίζεται σε ένα ενδιαφέρον παροδικό, κάθε φορά που θα συμβεί ένα θανατηφόρο δυστύχημα. Αυτό ονομάζεται εγκληματική αδιαφορία.
Αν υπήρχε όραμα και στρατηγική για τη μείωση των θανάτων στους δρόμους δεν θα συζητούσαμε ακόμη για τη θεσμοθέτηση των οργανωμένων πίστων ταχύτητας. Η Μονάδα Οδικής Ασφάλειας στο Υπουργείο Μεταφορών δεν θα αποτελείτο από έναν μόνο λειτουργό. Η Σχολή Επιμόρφωσης Οδηγών, που αποφασίστηκε από το Υπουργικό Συμβούλιο τον Μάιο του 2017, θα ήταν σε λειτουργία από τον Μάιο του 2018 όταν η Βουλή θεσμοθέτησε τη σχολή με νόμο, και δεν θα χρειαζόταν να συζητούμε ακόμη για την ίδρυσή της. Και πολλά άλλα που δεν έγιναν… Κι ούτε υπάρχει οργανωμένο σχέδιο για να ελπίζουμε πως θα γίνουν. Για να περιοριστεί πια αυτό το κακό.







