Στο πλαίσιο του Φόρουμ της Κυπριακής Διασποράς, που πραγματοποιήθηκε πρόσφατα στη Λεμεσό, ο διεθνής Κύπριος συνθέτης και σύμβουλος πολιτισμικής στρατηγικής Μάριος Ιωάννου Ηλία προσκλήθηκε να συμμετάσχει ως ομιλητής με θέμα «Η Δύναμη της Τέχνης: Εξερευνώντας τον Αντίκτυπό της στην Κυπριακή Κοινωνία και τον Πολιτισμό».
Ως εμπειρογνώμονας σε ευρωπαϊκά πολιτιστικά δρώμενα, και με τον πρόσφατο διορισμό του από την Υφυπουργό Πολιτισμού ως Εμπειρογνώμονας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την αξιολόγηση των υποψηφιοτήτων στον διαγωνισμό «Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης 2030», ο Ηλία ανέδειξε την ανάγκη για στρατηγική πολιτισμική σκέψη με διεθνή προσανατολισμό και διαρκή απήχηση.
Ερωτηθείς, υπογράμμισε ότι «η κουλτούρα και ο πολιτισμός, για να ευδοκιμήσουν αληθινά, προϋποθέτουν αρετή και τόλμη», παραπέμποντας ενδεικτικά στις πρόσφατες πολιτιστικές του πρακτικές στη Σαγκάη και στη Ναέστβεντ της Δανίας. «Μόνον έτσι μπορούμε, συλλογικά και με αποτελεσματικότητα, να αναβαθμίσουμε το παρόν γίγνεσθαι και να δημιουργούμε έργα με βάθος και ανθεκτική στον χρόνο αξία – είτε πρόκειται για καλλιτεχνική δημιουργία είτε για πολιτισμικό σχεδιασμό και πολιτική».
Πρόσθεσε, επίσης, ότι «η πολιτισμική ταυτότητα, όταν λειτουργεί ως πυξίδα και όχι ως ανάμνηση, οδηγεί στην ουσία και όχι στο εφήμερο», υπογραμμίζοντας τη σημασία μιας ζωντανής και συνειδητής σχέσης με την πολιτιστική κληρονομιά, ως μοχλού δημιουργίας και όχι απλής αναπαραγωγής.
Αναφορικά με την πολιτιστική διπλωματία, τόνισε ότι «δεν μπορεί να παραμένει στο επίπεδο ευχολογίων· απαιτείται εφαρμογή, απήχηση και απτός αντίκτυπος στην πράξη». Επιπλέον, ανέδειξε την επερχόμενη Κυπριακή Προεδρία του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης ως μια εξαιρετική ευκαιρία για την Κύπρο να ασκήσει ενεργή πολιτιστική διπλωματία: «Η Προεδρία μπορεί να λειτουργήσει ως ουσιαστικός μοχλός πολιτιστικής προβολής, νοουμένου ότι θα επενδυθεί σε κατάλληλο ανθρώπινο δυναμικό και ποιοτικό καλλιτεχνικό περιεχόμενο, ικανό να αφήσει αποτύπωμα που υπερβαίνει τον χρονικό της ορίζοντα, ενισχύοντας τη σύγχρονη ευρωπαϊκή δημιουργία».
Αναφερόμενος στη συμβολή της κυπριακής διασποράς στον πολιτισμό, επεσήμανε την ανάγκη για συστηματική και όχι αποσπασματική στήριξη από το κράτος: «Απαιτείται στρατηγική συνεργασία, ώστε να ενεργοποιηθεί αποτελεσματικά η δυναμική της διασποράς προς όφελος της Κύπρου και της διεθνούς πολιτιστικής της παρουσίας».
Η παρέμβαση του Μάριου Ιωάννου Ηλία ανέδειξε την πολιτισμική στρατηγική ως πυλώνα βιώσιμης ανάπτυξης και ενίσχυσης του διαλόγου μεταξύ της Κύπρου, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της διεθνούς κοινότητας, με επίκεντρο τη σύγχρονη δημιουργία.
Ακολούθως, ο Μάριος Ιωάννου Ηλία υπήρξε τιμώμενος προσκεκλημένος του 16ου Διεθνούς Φεστιβάλ Κλασικής Μουσικής στο Ντούγκο Σέλο και στο Ζάγκρεμπ της Κροατίας. Στο πλαίσιο του Φεστιβάλ παρουσιάστηκε αφιέρωμα στο έργο του, ενώ παράλληλα προσέφερε σεμινάρια σύνθεσης σε προχωρημένους σπουδαστές. Τα σεμινάρια συγκέντρωσαν επίλεκτους Κροάτες συνθέτες, αποτυπώνοντας ένα πολυεπίπεδο φάσμα ανάμεσα σε ανερχόμενα ταλέντα και ώριμες δημιουργικές φωνές. Παράλληλα, ο Ηλία πραγματοποίησε ομαδικές διαλέξεις σε μαθητές μουσικών σχολείων, όπου η σύνθεση αντιμετωπίζεται ως θεμελιώδες στοιχείο της μουσικής εκπαίδευσης.
Εξάλλου, σύμφωνα με σχετικό δελτίο τύπου ο καλλιτεχνικός διευθυντής του Φεστιβάλ, καθηγητής Ντάριο Τσέμπιτς, δήλωσε στον κροατικό τύπο πως «ο Μάριος Ιωάννου Ηλία είναι, αναμφίβολα, ο σημαντικότερος συνθέτης που έχει μέχρι σήμερα διδάξει στο Φεστιβάλ και στο Κονσερβατόριό μας. Η παρουσίαση του καλλιτεχνικού του έργου υπήρξε εξαιρετικά σημαντική, τόσο για τους νέους μας συνθέτες όσο και για όλους τους συμμετέχοντες δημιουργούς. Η αισθητική του σκέψη και η συνθετική του τεχνική αποτελούν για εμάς σημείο αναφοράς – ένα υπόδειγμα δημιουργικότητας που δύσκολα προσεγγίζεται. Είναι, χωρίς αμφιβολία, πρότυπο για όλους μας».
Κλείνοντας, ο δρ. Τσέμπιτς αναφέρθηκε σε μελλοντικές συνεργασίες με τον Κύπριο συνθέτη, με επίκεντρο επικείμενες συναυλίες στη Βιέννη και στο Παρίσι, ενισχύοντας περαιτέρω τη διεθνή διάσταση του έργου και της παρουσίας του Μάριου Ιωάννου Ηλία στην Κροατία. Προτού αναχωρήσει από το Ζάγκρεμπ, ο Ηλία είχε επίσης συνάντηση με τη διευθύντρια της Όπερας του Κροατικού Εθνικού Θεάτρου.