Η εφαρμογή του συστήματος ελέγχου κρατικών ενισχύσεων προϋποθέτει θεσμική συνεργασία, έγκαιρο διάλογο, κοινή κατανόηση των υποχρεώσεων και στρατηγική στόχευση, είπε η Έφορος Κρατικών Ενισχύσεων, Στέλλα Μιχαηλίδου, σε ομιλία της στο εκπαιδευτικό εργαστήριο, με θέμα «Το Σύστημα Ελέγχου Κρατικών Ενισχύσεων: Θεσμικό πλαίσιο, Μηχανισμοί Ελέγχου και Υποχρεώσεις Κρατών Μελών», που διοργανώθηκε από το Γενικό Λογιστήριο στις 18 και 19 Δεκεμβρίου.
Η κ. Μιχαηλίδου ανέφερε ότι οι κρατικές ενισχύσεις που παραχωρούνται σε επιχειρήσεις που ασκούν οικονομική δραστηριότητα, με τρόπο επιλεκτικό που δημιουργεί πλεονέκτημα και που δύναται να στρεβλώσουν τον ανταγωνισμό, ουσιαστικά απαγορεύονται.
"Το θεσμικό πλαίσιο των κρατικών ενισχύσεων δεν αποτελεί απλώς ένα νομικό φίλτρο επιτρεπότητας για κρατικές ενισχύσεις. Αποτελεί εργαλείο διασφάλισης της ίσης μεταχείρισης, της διαφάνειας και του υγιούς ανταγωνισμού εντός της ενιαίας αγοράς", ανέφερε.
Όπως επεσήμανε η Έφορος, οι προκλήσεις δεν εντοπίζονται τόσο στη γνώση του πλαισίου, όσο στην έγκαιρη αναγνώριση του μέτρου ως κρατική ενίσχυση, στη σωστή επιλογή της νομικής βάσης για παραχώρηση συμβατών κρατικών ενισχύσεων και στη συνεχή παρακολούθηση της εφαρμογής του μέτρου.
Εξάλλου, υπογράμμισε, το σύστημα ελέγχου που υιοθετεί το Γραφείο της Εφόρου, δεν λειτουργεί κατασταλτικά, ούτε αποσκοπεί στη παρεμπόδιση αναπτυξιακών πολιτικών. Αντιθέτως, σημείωσε, λειτουργεί προληπτικά και υποστηρικτικά προς τις αρμόδιες αρχές, αφού διασφαλίζει ότι τα μέτρα στήριξης είναι νομικά θωρακισμένα και οι δημόσιοι πόροι αξιοποιούνται αποτελεσματικά.
Επιπρόσθετα, ανέφερε ότι οι μηχανισμοί ελέγχου κρατικών ενισχύσεων δεν θα έπρεπε να εξαντλούνται μόνο στην εκ των προτέρων αξιολόγηση. "Θα έπρεπε, ως Γραφείο, να είχαμε ένα πλήρες στελεχωμένο οργανόγραμμα με επαρκείς εξειδικευμένους ανθρώπινους πόρους που να μπορεί να ανταποκρίνεται σε μηχανισμούς που θα περιλαμβάνουν συνεχή παρακολούθηση της υλοποίησης των μέτρων και ελέγχους συμβατότητας κατά τη διάρκεια εφαρμογής των μέτρων αυτών", σημείωσε.
Ταυτόχρονα, όμως, επεσήμανε ότι μηχανισμοί ελέγχου είναι και οι υποχρεώσεις διαφάνειας και υποβολής στοιχείων προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, στοιχεία τα οποία υποβάλλονται αδιαλείπτως, από το Γραφείο της σε συνεργασία με όλες τις Αρμόδιες Αρχές.
Άλλος μηχανισμός ελέγχου, είναι επίσης, η εφαρμογή του Κεντρικού Συστήματος Μητρώων Κρατικών Ενισχύσεων και Ενισχύσεων Ήσσονος Σημασίας, όπου η αυτοματοποίηση εξοικονομεί χρόνο και κόστος στο δημόσιο και ταυτόχρονα επιτυγχάνει αποτελεσματικότερο έλεγχο της εφαρμογής των Κανόνων των κρατικών Ενισχύσεων, συνέχισε.
Είναι γι’ αυτό, εξήγησε, που η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει επαινέσει το Γραφείο της και παρουσίασε την Κύπρο ως παράδειγμα προς μίμηση, συστήνοντας με σχετικές οδηγίες στα άλλα κράτη μέλη να ετοιμάσουν το δικό τους Κεντρικό Μητρώο.
"Η εμπειρία καταδεικνύει ότι οι πλέον αποτελεσματικοί μηχανισμοί ελέγχου είναι εκείνοι που ενσωματώνονται στον σχεδιασμό της πολιτικής και στις διοικητικές διαδικασίες των αρμοδίων φορέων από το αρχικό στάδιο", τόνισε, υπογραμμίζοντας τη σχετική προσφορά του εργαστηρίου σε αυτή την κατεύθυνση.
Όπως ανέφερε, ο σχεδιασμός πολιτικής πρέπει να προκύπτει μέσα από τη μελέτη και αξιοποίηση των Κανονισμών για να επιτευχθεί η στρατηγική στόχευση, ειδικά σε τομείς όπως το περιβάλλον, η έρευνα, η καινοτομία, οι περιφερειακές ενισχύσεις. Αυτά, συνέχισε, μπορούν να εξαχθούν μέσα από νομοθετικά πλαίσια, όπως οι Απαλλαχτικοί Κανονισμοί, οι Κατευθυντήριες Γραμμές, οι Υπηρεσίες Γενικού Οικονομικού Συμφέροντος (ΥΓΟΣ) και οι Υπηρεσίες Κοινού Οικονομικού Ενδιαφέροντος (SGEI).
Καταληκτικά, ανέφερε ότι οι υποχρεώσεις που απορρέουν από το ενωσιακό δίκαιο βαρύνουν το κράτος μέλος στο σύνολο του. Ο ρόλος του Γραφείου Εφόρου Ελέγχου Κρατικών Ενισχύσεων, πρόσθεσε, είναι να λειτουργήσει ως σημείο συντονισμού της χώρας μας με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ως θεματοφύλακας της νομιμότητας, ως σύμμαχος της διοίκησης και ως "υπέρτατος συνήγορος της ανάπτυξης και της προόδου της οικονομίας μας".
Πηγή: ΚΥΠΕ






